Πληροφορίες
"δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των Σουδητών" και απέδωσαν τη Σουδητία στη Γερμανία, ενώ ό,τι είχε απομείνει από την Τσεχοσλοβακία ανακηρύχθηκε «προτεκτοράτο» της Ναζιστικής Γερμανίας τον επόμενο Μάρτιο. Το XIII Σώμα Στρατού του Βάιξ ήταν από αυτά που έλαβαν μέρος στην κατάληψη της Σουδητίας το φθινόπωρο του 1938. Η διπλωματική επιτυχία του Χίτλερ στο Μόναχο αποδυνάμωσε κι άλλο τους κύκλους των σκεπτικιστών. Ο ίδιος ο Βάιξ δήλωσε «βαθύτατα εντυπωσιασμένος από αυτόν τον θρίαμβο». Τον ίδιο Νοέμβριο ξέσπασε στη Γερμανία ένα εκτεταμένο πογκρόμ κατά του εβραϊκού πληθυσμού, με κορύφωση τη νύχτα της 9ης προς την 10η Νοεμβρίου 1938, επονομαζόμενη Νύχτα των Κρυστάλλων. Οι καταστροφές και οι λεηλασίες, όπως και οι δολοφονίες Εβραίων αποτέλεσαν κοινό τόπο. Ο Βάιξ δήλωσε συγκλονισμένος από τις εξελίξεις, απέφυγε όμως να κατηγορήσει τον Χίτλερ, επιρρίπτοντας την ευθύνη στον Υπουργό Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς. Αιτήθηκε επίσης άμεση διερεύνηση των καταστροφών και απηύθυνε επίσημο διάγγελμα στους ηγέτες των SA που θεωρούσε πως ευθύνονταν. Τον Μάρτιο του 1939 το XIII Σώμα Στρατού έλαβε μέρος στην κατάληψη της Τσεχίας. Στη συνέχεια ξεκίνησε την προετοιμασία του για την επικείμενη εισβολή στην Πολωνία. «Τυφλωμένος από τις επιτυχίες της εξωτερικής πολιτικής», ο Βάιξ αγνοούσε πως η εποχή των αναίμακτων επεκτάσεων της Γερμανίας είχε λάβει τέλος.
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Πολωνική Εκστρατεία
Για την Πολωνική εκστρατεία το XIII Σώμα Στρατού του Βάιξ υπήχθη στην 8η Στρατιά του Στρατηγού του Πεζικού Γιοχάνες Μπλάσκοβιτς, ίσως την πιο αδύναμη από τις γερμανικές Στρατιές που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Τα ξημερώματα της 1ης Σεπτεμβρίου 1939, μετά από σκηνοθετημένα επεισόδια που λειτούργησαν ως πρόφαση, τα γερμανικά στρατεύματα παραβίασαν τη γερμανοπολωνική μεθόριο, σηματοδοτώντας την επίσημη έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Με κύρια αποστολή να προστατεύει την 10η Στρατιά του Στρατηγού Βάλτερ φον Ράιχεναου κατά την προέλασή της, η 8η Στρατιά επικέντρωσε τις επιθετικές της προσπάθειες στην κεντρική Σιλεσία. Ο Βάιξ διέθετε για την αποστολή του Σώματός του δύο Μεραρχίες Πεζικού (10η και 17η), καθώς και το Σύνταγμα SS «Leibstandarte SS Adolf Hitler». Αντιμετωπίζοντας μόνο μία πολωνική μεραρχία, οι μονάδες της 8ης Στρατιάς εισέβαλαν εύκολα στη Σιλεσία. Το XIII Σώμα Στρατού επιτέθηκε κατά της ισχυρής αμυντικής γραμμής επί του ποταμού Βάρτε και κατάφερε να διασχίσει τον ποταμό στις 6 Σεπτεμβρίου, έχοντας εγκαταστήσει προγεφυρώματα την προηγούμενη ημέρα. Ο Βάιξ ήταν κατενθουσιασμένος από την επιτυχία του αυτή και έγραφε στον κουνιάδο του, πως η διάβαση του ποταμού ήταν κάτι που «δεν θεωρούσα δυνατό βασιζόμενος στις εμπειρίες μου από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο» και τόνιζε με αισιοδοξία: «Η εκστρατεία σε αυτό το θέατρο επιχειρήσεων είναι θαυμάσια!». Τις επόμενες μέρες η 8η Στρατιά συνέχισε να προελαύνει, αξιοποιώντας τα προγεφυρώματα στον Βάρτε που εξασφάλισε το Σώμα του Βάιξ. Στις 8 Σεπτεμβρίου η 8η Στρατιά περικύκλωσε το Λοτζ και χωρίς να καταλάβει την πόλη συνέχισε την πορεία της. Βάσει σχεδίου η πόλη καταλήφθηκε στις 9 του μήνα και ο Βάιξ εγκατέστησε το αρχηγείο του στο Grand Hotel της πόλης. Στο ημερολόγιό του άφησε να έρθει στην επιφάνεια η αριστοκρατική του περιφρόνηση για την πόλη, την οποία χαρακτήριζε «εξαιρετικά απαίσια βιομηχανική πόλη χωρίς αρχιτεκτονική γοητεία». Ο Βάιξ αγνοούσε κατά την κατάληψη, πως είχε σοβαρά προβλήματα να αντιμετωπίσει. Την ίδια ημέρα ο Μπλάσκοβιτς ήλπιζε πως θα μπορούσε να φτάσει στην πολωνική γραμμή άμυνας στον ποταμό Μπζούρα. Γνώριζε πως στην περιοχή επιχειρήσεών του αντιμετώπιζε υπέρτερες δυνάμεις, ωστόσο η Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση είχε υποτιμήσει κατά πολύ την ισχύ τους. Οι 150.000 περίπου στρατιώτες των Στρατιών «Πομόρζε» και «Πόζναν», η τελευταία υπό την ηγεσία του Στρατηγού Ταντέους Κουρτσέμπα, είχαν προσπεραστεί από τα γερμανικά τεθωρακισμένα και υπερείχαν αριθμητικά έναντι της 8ης Στρατιάς σε αναλογία 2:1. Ο Κουρτσέμπα επέμενε σθεναρά στην ιδέα αντεπίθεσης, αλλά αδυνατούσε να λάβει οριστική έγκριση από το Γενικό Επιτελείο λόγω δυσχερειών στις τηλεπικοινωνίες, λαμβάνοντας έτσι την πρωτοβουλία να εξαπολύσει την επίθεσή του στις 9 Σεπτεμβρίου. Η Στρατιά του Πόζναν θα κατευθυνόταν προς το Λοτζ, ενώ η Στρατιά του Πομόρζε θα κατευθυνόταν στα ανατολικά για να άρει την πολιορκία της Βαρσοβίας. Απολαμβάνοντας υπεροχή σε υποστήριξη του πυροβολικού, οι Πολωνοί επιτέθηκαν από τον Μπζούρα και αιφνιδίασαν πλήρως την 30ή Μεραρχία Πεζικού, αναγκάζοντάς την σε άτακτη υποχώρηση. Η πολωνική επίθεση κατάφερε πράγματι να κερδίσει έδαφος και κατευθύνθηκε προς το Λοτζ. Καθώς το XIII Σώμα Στρατού κατευθυνόταν προς τη Βαρσοβία, το Λοτζ ήταν εντελώς ανυπεράσπιστο. Έτσι ο Βάιξ αναγκάστηκε να διατάξει τις μεραρχίες του να γυρίσουν πίσω και να υπερασπιστούν την πόλη. Εν τω μεταξύ η αντεπίθεση του 23ου Συντάγματος Πάντσερ στις 11 Σεπτεμβρίου στα νοτιοδυτικά απέτυχε λόγω της ισχυρής αντιαρματικής άμυνας. Την κρίσιμη αυτή στιγμή ο Χίτλερ επέλεξε να επισκεφθεί τον Μπλάσκοβιτς, περνώντας και από το αρχηγείο του XIII Σώματος Στρατού. Σύντομα οι Γερμανοί ανέκτησαν και πάλι την πρωτοβουλία στις επιχειρήσεις, καθώς δέσμευσαν την 10η Στρατιά και μονάδες του 4ου Αεροπορικού Στόλου του Στρατηγού των Ιπταμένων Αλεξάντερ Λερ. Έχοντας την απόλυτη κυριαρχία στους αιθέρες, κατάφεραν να την αποκτήσουν και στην ξηρά. Μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου οι πολωνικές επιθέσεις σταμάτησαν ολοκληρωτικά. Πιεζόμενοι από συντριπτικά ανώτερες δυνάμεις μεταξύ του Μπζούρα και του Βιστούλα, 170.000 περίπου Πολωνοί κατέθεσαν τα όπλα. Το XIII Σώμα Στρατού συνέχισε κατόπιν την πορεία του προς τη Βαρσοβία. Η πολωνική πρωτεύουσα περικυκλώθηκε από όλες τις πλευρές, αλλά οι 58.000 περίπου υπερασπιστές της συνέχιζαν να αντιστέκονται. Οι Γερμανοί απάντησαν με καταστροφικούς βομβαρδισμούς, καταστρέφοντας περίπου το 20% της πόλης. Οι επιθέσεις του πεζικού XIII Σώματος Στρατού καθηλώθηκαν σύντομα και ο Βάιξ εξέφρασε την ανησυχία του για την εξέλιξη των επιχειρήσεων στο ημερολόγιό του. Ήταν πια προφανές πως για την κατάληψη της πόλης, οι Γερμανοί θα έπρεπε να υποστούν τεράστιες απώλειες σε μάχες εκ του σύνεγγυς στο εσωτερικό της πόλης. Έχοντας αντιληφθεί πλέον το μάταιο της αντίστασης, ο διοικητής της πόλης Γιούλιους Ρόμελ αποφάσισε να παραδώσει την πόλη. Ήδη η Βαρσοβία είχε σχεδόν ισοπεδωθεί. Στις 27 Σεπτεμβρίου η παράδοση υπεγράφη. Η Πολωνική Εκστρατεία είχε φτάσει σχεδόν στο τέλος της. Στο ημερολόγιό του ο Βάιξ αποτύπωσε τον θαυμασμό του για την εγκαρτέρηση των Πολωνών που βάδιζαν στην αιχμαλωσία.
= Αντιδράσεις στην κατοχική πολιτική
= Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, ο Βάιξ ήρθε αντιμέτωπος με πολυάριθμα εγκλήματα πολέμου στην περιοχή ευθύνης του Σώματός του. Ο ίδιος ήταν σε κάποιο βαθμό αντισημίτης και εκφραζόταν με υποτιμητικά λόγια για τους Εβραίους του Λοτζ, επικρίνοντας κυρίως τις συνθήκες υγιεινής στις οποίες ζούσαν. Έτσι έλαβε την απόφαση να αποκλείσει την πρόσβαση των στρατιωτών του στην εβραϊκή συνοικία, προειδοποιώντας παράλληλα τους στρατιώτες του να μην προβούν σε αυθαιρεσίες. Όταν ένας Ανθυπολοχαγός της Στρατονομίας πυροβόλησε έναν Εβραίο, ο Βάιξ διέταξε να περάσει από στρατοδικείο, αποσκοπώντας όπως έγραφε αργότερα, να παραδειγματίσει τους στρατιώτες του. Η δίκη ανακλήθηκε άνωθεν και ανατέθηκε σε άλλο είδος δικαστηρίου, πέρα από την εξουσία του Βάιξ, αθωώνοντας τον κατηγορούμενο. Αλλά και η Leibstandarte SS Adolf Hitler που υπαγόταν στο XIII Σώμα Στρατού, προέβη σε εκτεταμένες σφαγές του εβραϊκού πληθυσμού της Πολωνίας. Όποια προσπάθεια να καταδικαστούν οι ένοχοι έμενε άκαρπη, καθώς με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο οι Ναζί κατάφερναν να αποτρέπουν τις εκδικάσεις των υποθέσεων ή τουλάχιστον να επιβάλλουν εξαιρετικά ελαφριές ποινές. Μετά από συζητήσεις με τον Βάιξ, τον Ράιχεναου και τον Φέντορ φον Μποκ, ο Γκύντερ φον Κλούγκε διαμαρτυρήθηκε στον Ανώτατο Διοικητή της κατεχόμενης Πολωνίας, Αρχιστράτηγο Γιοχάνες Μπλάσκοβιτς. Η Ανώτατη Διοίκηση Ενόπλων Δυνάμεων (Oberkommando der Wehrmacht, OKW) κώφευε. Ο ηγέτης των SS, Χάινριχ Χίμλερ, ανέλαβε να πείσει με ομιλία του τους στρατηγούς στο αρχηγείο της Ομάδας Στρατιών «Α» στο Κόμπλεντς στις 13 Μαρτίου 1940. Υπεραμύνθηκε της πολιτικής που ακολουθούσε ως τότε και αποκάλεσε τις εκτελέσεις «πολύ σκληρές — αλλά απαιραίτητες». Ο Βάιξ δεν φαινόταν να πείθεται. Εν όψει της εκστρατείας στη Δύση το θέμα έληξε. Πολλοί από τους στρατηγούς που διαμαρτύρονταν θα έφταναν να διαπράξουν οι ίδιοι ακρότητες στην εκστρατεία κατά της Σοβιετικής Ένωσης έναν χρόνο αργότερα.
Μάχη της Γαλλίας
Στην Πολωνική Εκστρατεία ο Βάιξ αναδείχθηκε ικανός ως στρατιωτικός ηγέτης και επέδειξε προσωπική γενναιότητα. Έτσι του ανατέθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1939 η ηγεσία της 2ης Στρατιάς εν όψει της εισβολής στη Δύση. Η 2η Στρατιά δεν έλαβε μέρος στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων, ευρισκόμενη στην εφεδρεία της Ομάδας Στρατιών «Α». Μετά την περικύκλωση της Δουνκέρκης από τους μηχανοκίνητους σχηματισμούς κι ενώ η μάχη είχε κριθεί, η δεύτερη φάση των επιχειρήσεων κηρύχθηκε στις 4 Ιουνίου. Η Κόκκινη Περίπτωση, όπως ονομαζόταν η επιχείρηση, είχε ως σκοπό να περικυκλώσει ό,τι είχε απομείνει από τις συμμαχικές δυνάμεις στο εσωτερικό της Γαλλίας, από τη Γραμμή Μαζινό ως την Ελβετία. Η 2η Στρατιά επιτέθηκε στις 9 Ιουνίου και αντιμετώπισε ισχυρή αντίσταση, κατορθώνοντας παρ' όλα αυτά να διαρρήξει την εχθρική άμυνα στον ποταμό Αιν. Για τις επιτυχίες στη Γαλλία της Στρατιάς που διοικούσε, ο Βάιξ παρασημοφορήθηκε με τον Σταυρό των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού στις 29 Ιουνίου 1940. Στις 19 Ιουλίου 1940, στο κύμα προαγωγών στο Ράιχσταγκ, μαζί με πολλούς άλλους συνάδελφούς του, προήχθη σε αρχιστράτηγο. Μετά την επιτυχία στη Γαλλία, ο Βάιξ στάλθηκε στο Μόναχο, για να επιβλέψει την εκπαίδευση των καινούριων γερμανικών μεραρχιών.
Βαλκανική Εκστρατεία
Η εισβολή στα εδάφη της Γιουγκοσλαβίας την άνοιξη του 1941 ήταν μια επιχείρηση που δεν είχε θεωρηθεί απαραίτητη από τη γερμανική ηγεσία. Για την προστασία της νότιας πτέρυγας ενόψει της σχεδιαζόμενης εισβολής στη Σοβιετική Ένωση, η κατάληψη της Ελλάδας και η εκδίωξη της Βρετανικής στρατιωτικής δύναμης από εκεί κρίθηκε απαραίτητη. Αμφιταλαντευόμενος, ο ηγεμόνας της Γιουγκοσλαβίας Πρίγκηπας Παύλος πείστηκε τελικά να προσχωρήσει στις δυνάμεις του Άξονα στις 25 Μαρτίου 1941. Την επόμενη ημέρα η κυβέρνησή του ανατράπηκε με πραξικόπημα. Παρά τις διαβεβαιώσεις πως η χώρα δεν θα στρεφόταν εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, ο Χίτλερ ήταν πεπεισμένος πως το νέο καθεστώς σύντομα θα έπαιρνε το μέρος των Συμμάχων. Για τον λόγο αυτό ανακοίνωσε στις 27 Απριλίου την απόφασή του να «καταστρέψει τη Γιουγκοσλαβία ως στρατιωτική δύναμη και ανεξάρτητο κράτος». Οι προετοιμασίες για την εκστρατεία έγιναν βιαστικά, λόγω έλλειψης χρόνου και της επιθυμίας του Χίτλερ να μην διαταραχθεί το χρονοδιάγραμμα της Επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα». Ο Βάιξ και το επιτελείο του στάλθηκαν εσπευσμένα στο Γκρατς της Αυστρίας για να διευθύνουν τις επιχειρήσεις. Στη δεύτερη Στρατιά υπήχθησαν το XLIX Ορεινό Σώμα Στρατού, το LI και το LII Σώμα Στρατού και το XLVI Σώμα Πάντσερ. Το σχέδιο της OKW προέβλεπε την κύρια επίθεση της 2ης Στρατιάς στις 10 Απριλίου με κατεύθυνση το Βελιγράδι, μεταξύ των ποταμών Δράβου και Σάβου, που θεωρούνταν κατάλληλη περιοχή για την ανάπτυξη των μηχανοκίνητων σχηματισμών της 2ης Στρατιάς. Το XLVI Σώμα Πάντσερ ξεκίνησε στις 6 Απριλίου για να εξασφαλίσει, σε συνεργασία με την Ομάδα Πάντσερ 1, τις γέφυρες για τη διάβαση του πεζικού. Στις 6 Απριλίου, μονάδες του 4ου Αεροπορικού Στόλου βομβάρδισαν το Βελιγράδι και κατέστρεψαν στόχους εδάφους. Ο Βάιξ αντιμετώπιζε ιδιαίτερες δυσχέρειες με τις κινήσεις των μονάδων του, καθώς οι περισσότερες μονάδες έπρεπε να μεταφερθούν στη γραμμή εκκίνησης από τη Γαλλία και την ανατολική Πολωνία. Στις 6 Απριλίου μόνο το XLVI Σώμα Πάντσερ ήταν πλήρως προετοιμασμένο να επιτεθεί. Οι πρώτες επιθέσεις ήταν μικρής κλίμακας, αλλά ενθάρρυναν τους επιτιθέμενους. Όταν η κύρια επίθεση εξαπολύθηκε στις 10 Απριλίου, οι Κροάτες στρατιώτες που ήταν απρόθυμοι να πολεμήσουν για τη Σερβία άρχισαν να λιποτακτούν μαζικά και η αντίσταση κατέρρευσε. Αντιμετωπίζοντας ως επί το πλείστον αμελητέα αντίσταση, οι μονάδες της 2ης Στρατιάς κατευθύνθηκαν προς το Βελιγράδι. Είναι χαρακτηριστικό πως οι καθυστερήσεις που σημειώθηκαν στην κίνηση των μονάδων οφείλονταν περισσότερο στην κακή κατάσταση του οδικού δικτύου παρά στην εχθρική αντίσταση. Στις 11 Απριλίου κατελ