Παλιός Σιδηροδρομικός Σταθμός - Ξυλάδικα (Θεσσαλονίκη)

Νομός: Θεσσαλονίκης - Δήμος: Θεσσαλονίκης
Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

Ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός του Κατοβίτσε ήταν ο κύριος σιδηροδρομικός σταθμός του Κατοβίτσε, στην περιοχή της Σιλεσίας της σημερινής Πολωνίας. Χτίστηκε το 1859 και ανακατασκευάστηκε και επεκτάθηκε πολλές φορές, κρίθηκε ξεπερασμένος μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το 1972 παροπλίστηκε και αντικαταστάθηκε από τον νεόκτιστο κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό του Κατοβίτσε. Τρία χρόνια αργότερα ανακηρύχθηκε Εθνικό Μνημείο. Είναι μερικώς ερειπωμένο και ανήκει σε ιδιώτη εργολάβο, που σχεδιάζει να ανακαινίσει τα κτίρια του σταθμού και να μετατρέψει το συγκρότημα σε πολυλειτουργικό κέντρο. Ο σταθμός συνδυάζει νεοκλασικά και μοντερνιστικά στυλ ιστορικής αρχιτεκτονικής και έχει περιγραφεί ως «ένας από τους πιο ενδιαφέροντες ευρωπαϊκούς σιδηροδρομικούς σταθμούς από την αρχιτεκτονική άποψη».

Ιστορία

Η γραμμή του Σιδηρόδρομου Άνω Σιλεσίας (ΣΑΣ, Oberschlesische Eisenbahn), ήταν η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή στη σημερινή Πολωνία. Το 1842 επεκτάθηκε από το Βρότσλαβ μέσω Οουάβα στο Μπζεγκ. Στα χρόνια που ακολούθησαν επεκτάθηκε σταθερά μέχρι που έφτασε στο Κατοβίτσε και στο Μισουοβίτσε το 1846. Λίγο αργότερα, το 1848, ο ΣΑΣ συνδέθηκε με τον Αυστριακό Σιδηρόδρομο Κρακοβίας και Άνω Σιλεσίας και τη διεθνή σιδηροδρομική γραμμή Βαρσοβίας-Βιέννης. Ο σιδηροδρομικός σταθμός στο Κατοβίτσε άνοιξε στις 7 Οκτωβρίου 1846. Στην αρχή του, ο σταθμός προοριζόταν κυρίως ως στάση συντήρησης και ανεφοδιασμού για διερχόμενα τρένα. Το Κατοβίτσε ήταν απλώς μια βολική τοποθεσία καθ΄ οδόν προς το Μισουοβίτσε και τις άλλες σιδηροδρομικές γραμμές. Αλλά το Κατοβίτσε σύντομα απέκτησε σημασία λόγω της ύπαρξης του σιδηροδρομικού σταθμού. Με το Χαλυβουργείο Μπάιλντον και πολλά ανθρακωρυχεία να επεκτείνονται και να εκμεταλλεύονται τον σιδηροδρομικό σταθμό, το Κατοβίτσε έγινε γρήγορα μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Άνω Σιλεσίας, λαμβάνοντας δικαιώματα πόλης το 1865. Η πόλη συνέχισε να αναπτύσσεται, και έγινε η πρωτεύουσα του Αυτόνομου Βοεβοδάτου Σιλεσίας στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο αντιπροσωπευτικός νεοκλασικός σταθμός, που ολοκληρώθηκε το 1859, αναπτύχθηκε μαζί με την πόλη, και επεκτάθηκε γρήγορα πέρα από τον αρχικό μικρότερο σκοπό, και κατά συνέπεια, το μέγεθός του. Κοντά στα τέλη του 19ου αιώνα, ο σταθμός χωρίστηκε σε τερματικό σταθμό επιβατών, που βρίσκεται στην ιστορική τοποθεσία, και σε νέο τερματικό φορτίου στη θέση του σύγχρονου σιδηροδρομικού σταθμού Κατοβίτσε. Μια σημαντική επέκταση και ανακατασκευή στο ιστορικό μοντερνιστικό στυλ ολοκληρώθηκε το 1906, που είναι το έτος που συχνά δίνεται ως έτος ολοκλήρωσης του σταθμού. Ο κατάλογος μνημείων της Πολωνίας χρονολογεί επίσης τον σταθμό σε εκείνο το έτος, αλλά άλλες πηγές αναφέρουν το 1908 ως έτος ανοικοδόμησης. Ο επιβατικός σταθμός, αρχικά ένας όροφος με διώροφα avant-corps, αυξήθηκε σε τρεις ορόφους. Κατασκευάστηκαν δύο πλευρικά τερματικά κτίρια, τα οποία δέχθηκαν άλλη μια επέκταση και ανακατασκευή τη δεκαετία του 1920. Το κεντρικό κτίριο χρησιμοποιήθηκε από τη διοίκηση, ενώ οι πλευρικοί τερματικοί σταθμοί, που ενσωμάτωναν τις αποβάθρες του τρένου, ήταν για επιβάτες. Οι τερματικοί σταθμοί ήταν αρκετά μεγάλοι για να παρέχουν πρόσθετες υπηρεσίες, από τη φιλοξενία εμπορικών καταστημάτων έως αθλητικές εγκαταστάσεις. Μέχρι το 1912 ο σταθμός είχε επτά αποβάθρες. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο σιδηροδρομικός σταθμός κρίθηκε παρωχημένος, κυρίως λόγω της αναποτελεσματικής διάταξης των αποβαθρών. Η κατασκευή του νέου σταθμού ξεκίνησε τη δεκαετία του 1950 και ο παλιός σταθμός έκλεισε το 1972, τη χρονιά που άνοιξε ο νέος σταθμός. Χαρακτηρίστηκε ως μνημείο το 1975 και καταχωρήθηκε στο Εθνικό Μητρώο Μνημείων με τον αριθμό «Α - 1218/75». Έκτοτε, ο παλιός σιδηροδρομικός σταθμός ερειπώθηκε. Μερικώς ερειπωμένος, ανήκει από το 2007 σε ιδιώτη εργολάβο, που σχεδιάζει να ανακαινίσει τα κτίρια του σταθμού και να μετατρέψει το συγκρότημα σε πολυλειτουργικό κέντρο. Η ανοικοδόμηση έχει υποστεί επανειλημμένες καθυστερήσεις, προς μεγάλη ενόχληση των κατοίκων του Κατοβίτσε. Η ερειπωμένη κατάσταση αυτού του ιστορικού κτιρίου είναι ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα στη σύγχρονη ιστορία του Κατοβίτσε, που οδηγεί σε επανειλημμένες ειδήσεις για περιστασιακές διαδηλώσεις από ενδιαφερόμενους πολίτες.

Παραπομπές

Περαιτέρω ανάγνωση

Wojciech Janota: Katowice między wojnam. Miasto i jego sprawy 1922–1939. Λοτζ: Księży Młyn, 2010, σελ. 60. (ISBN 978-83-7729-021-7)ISBN 978-83-7729-021-7.

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!