Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

Η Καμαρίνα είναι ιστορικό χωριό της Ηπείρου στον νομό Πρεβέζης, ανήκει ως τοπική κοινότητα στον ομώνυμο δήμο, με πληθυσμό 213 κατοίκους. Βρίσκεται σε υψόμετρο 390 μέτρα και απέχει 6,5 χλμ. από τη θάλασσα και 25 χλμ. από την Πρέβεζα. Φημίζεται για την υπέροχη θέα της και το καταπληκτικό της κλίμα. Στα όρια της βρίσκεται ο ηρωικός βράχος του Ζαλόγγου και η αρχαία πόλη της Κασσώπης.

Πληθυσμός

Γραφική παράσταση πληθυσμιακής εξέλιξης

Οι αριθμοί αναφέρονται στον πραγματικό πληθυσμό, σ΄αυτούς δηλαδή πού βρέθηκαν την ημέρα της απογραφής στο χωριό. Η μεγάλη μείωση του πληθυσμού τη δεκαετία του 1960 οφείλεται στη μετανάστευση (εσωτερική και εξωτερική) ενώ η αύξηση που φαίνεται στην απογραφή του 1991 ήταν αποτέλεσμα κινητοποίησης των Καμαρινιωτών της Αθήνας κυρίως, για να απογραφούν στον τόπο τους.

Ιστορική διαδρομή

Η ίδρυση του οικισμού και η ετυμολογία του ονόματος

Η παράδοση αναφέρει ως πρώτους οικιστές του χωριού τις οικογένειες Σταύρου Κεράνα, Γεωργίου Στέργιου και Βασίλη Μελή. Χτίζοντας την εκκλησία έριξαν κλήρο για την ονομασία της και κέρδισε ο τρίτος και από το όνομα του είναι αφιερωμένη στον Άγιο Βασίλειο. Η χρονολογία οικήσεως είναι περίπου στις αρχές του 1700 και στον τωρινό χώρο της κοινότητας υπήρχαν τα χωριά του Ζαλόγγου πλησίον της Μονής, του Λιμποχόβου οικούμενο από πρόσφυγες του ομώνυμου χωριού του Αργυροκάστρου για να αποφύγουν τον εξισλαμισμό, των Μαρτανιών από όπου ήταν ο αρματωλός Πούλιος Δράκος πού με τον Μαλάμο και τον Θεόδωρο Μπούα Γρίβα επαναστάτησαν εναντίον των Τούρκων το 1585 και της Τροπέλας των οποίων οι περισσότεροι κάτοικοι μετά την καταστροφή των από τους Τούρκους μετοίκησαν στην Καμαρίνα. Η πιθανότερη εξήγηση του ονόματος του χωριού είναι να προέρχεται από τη λέξη καμάρι, καμαρώνω λόγω της θέσεώς του, καθώς δεσπόζει της πεδιάδας της Λάμαρης ώστε και σήμερα ακόμη να αποκαλείται το μπαλκόνι της Πρέβεζας. Οι περιγραφές διαφόρων ξένων περιηγητών που επισκέφτηκαν το χωριό είναι χαρακτηριστικές. Το χωριό είναι κτισμένο ανάμεσα σε περιβόλια οπωροφόρων, με άφθονες πηγές, που σχηματίζουν ένα μικρό ρέμα, το οποίο ρέει προς την πεδιάδα της Λάμαρης. Δεσπόζει ωραίας θέας του Αμβρακικού κόλπου και της πεδιάδας της Άρτας με τα γύρω όρη, συμπεριλαμβανομένων του Μακρυνόρους, του Βάλτου και του Ξηρόμερου. Προς νότο φαίνεται η πόλη της Λευκάδας, το στενό της και ολόκληρο το νησί, που καταλήγει στο ακρωτήριο Δουκάτο. Στα δεξιά του ακρωτηρίου διακρίνεται η άκρη τού Φισκάρδου, στην Κεφαλονιά. Μέσα στο μεγαλοπρεπές αυτό αμφιθέατρο ξεπροβάλλει η πόλη της Πρέβεζας, οι χερσόνησοι του Ακτίου και της Νικόπολης και ακριβώς από κάτω μας μια κυματοειδής περιοχή και μια πεδιάδα με λιβάδια, χωράφια με καλαμπόκια και ελαιώνες, που αποτελούν την περιφέρεια της Λάμαρης αναφέρει ο Άγγλος στρατιωτικός Ουίλιαμ Μάρτιν Ληκ το 1805 . Η Καμαρίνα είναι κτισμένη πάνω σε όμορφα υψώματα σε μια ωραία τοποθεσία, γεμάτη δέντρα, κήπους και αμπέλια και έχει μια θαυμάσια θέα του Αμβρακικού κόλπου, των Ακαρνανικών ορέων, του Ιονίου πελάγους και των νησιών του, καθώς και του ισθμού της Νικόπολης που βρίσκεται ακριβώς από κάτω... Η θέα που έχει ο επισκέπτης από το κοίλον του θεάτρου της Κασσώπης είναι η ομορφότερη που μπορεί να βρει κανείς στην Ελλάδα, γράφει ο Άγγλος θεολόγος Τόμας Χιούζ το 1813. Υπάρχουν και άλλες δύο απόψεις λιγότερο πιθανές, η πρώτη ότι προέρχεται από τον Κόμαρο, έτσι ονομαζόταν ο κόλπος του Μύτικα και η δεύτερη να δόθηκε η ονομασία από τους Βενετούς λόγω της ομοιότητας με την αρχαία πόλη της Σικελίας Καμάρινα .

Τουρκοκρατία

Η Καμαρίνα στα χρόνια της σκλαβιάς παρέμεινε ελεύθερο κεφαλοχώρι χωρίς να ανήκει σε κανέναν πασά όπως συνέβαινε με τα περισσότερα χωριά. Αυτό οφείλεται κυρίως στην παρουσία στην περιοχή πολλών αρματωλών κυρίως δε του Γιαννάκη Γεώργη ή Γεωργίτσα ( καπετάν Γιαννάκης) από το Σακαρέτσι Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας. Ο πατέρας του καπετάν Γεωργίτσας ήταν αρματωλός στα Ζερέλια, νότια της Ζερμής (Βρυσούλας) και σκοτώθηκε σε συμπλοκή με Τουρκαλβανούς. Ο καπετάν Γιαννάκης ανέλαβε το αρματολίκι και εγκαταστάθηκε από τον Αλή πασάς στο χωριό αναλαμβάνοντας να εισπράττει τους φόρους της περιφέρειας και να επιλύει τις διαφορές μεταξύ των Χριστιανών. Το ετήσιο εισόδημα του ήταν 1000 περίπου πιάστρα. Για να κατανοήσουμε δε την αγοραστική αξία του ποσού αυτού τότε, ένα βόδι για όργωμα έκανε 100 πιάστρα, μία αγελάδα το μισό ενώ με 1 πιάστρα αγόραζες 6,150 κιλά σιτάρι ή 8,200 κιλά ρύζι ή 10 κιλά καλαμπόκι . Το 1795 με δική του χορηγία ανακαινίστηκε η Ιερά Μονή της Αγίας Πελαγίας στην Καστροσυκιά. Είχε στη δικαιοδοσία του όλη τη Λάμαρη μέχρι την Αμφιλοχία, για τις υπηρεσίες του οποίου ο Αλής του δώρισε ένα συγκρότημα οικημάτων, το περίφημο σεράγι, το οποίο ήταν η βάση τού γιου του, Βελή, στη μάχη κατά των Σουλιωτών στο Ζάλογγο, στις 23 Δεκεμβρίου 1803. Κατά τον θεολόγο Τόμας Χιούζ που επισκέφθηκε το χωριό το 1813,ήταν ευγενικός, με επιβλητική αξιοπρέπεια, συνδυασμένη με υπερβολική αβρότητα τόσο στην εμφάνισή του όσο και στους τρόπους του κάτι που σπάνια συναντάς στους ανθρώπους. Ήταν ένας από τους παλαιότερους και πιο σεβαστούς φίλους του βεζύρη και ήταν γνωστός για την ανδρεία και τους καλούς του τρόπους. Η οικογένειά του ήταν χριστιανική, αλλά ως επικεφαλής της οικογένειας έχαιρε του ιδίου σεβασμού όπως οι μωαμεθανοί της ανώτερης τάξης. Κανένας άνδρας, γυναίκα ή παιδί δεν κάθισε, ούτε έφαγε ή ήπιε, μπροστά του. Για να επιβληθεί στην περιοχή δολοφόνησε μεταξύ άλλων τον καπετάν Σπύρο Καλόγερο (Μπαρούτη), η σύζυγος του οποίου ήταν από τη φάρα των Δρακαίων από το Σούλι. Οι Σουλιώτες για να εκδικηθούν τον χαμό του, επιτέθηκαν το 1798 εναντίον του χωρίς αποτέλεσμα όμως, διότι ο Αλή Πασάς απέστειλε προς βοήθειά του στρατό υπό τον Μπεκήρ Τζογαδώρο. Ο γιος του δολοφονηθέντος, καπετάν Χρηστάκης Καλόγερος, υπηρέτησε ως λοχαγός του Γενικού Προβλεπτή της Βενετίας στην Πρέβεζα από το 1785 έως το 1797 και μετά από πολλές επιδρομές στα εδάφη τού πασά των Ιωαννίνων, κατασχέθηκε η περιουσία του κατ' απαίτηση των Τούρκων και αναγκάστηκε να βρει καταφύγιο στους Σουλιώτες. Αργότερα ως ταγματάρχης στο Ρωσικό στρατό (1800-1807) στάλθηκε το 1805 να βοηθήσει τον βασιλιά Φερδινάνδο της Σικελίας τιμηθείς με παράσημο ανδρείας. Πήρε μέρος με 60 άνδρες στην υπεράσπιση της ευρισκομένης υπό Γαλλική Διοίκηση Πρέβεζας, στις 12/10/1798 και διέφυγε στη Λευκάδα. Αναφέρονται επίσης να μετέχουν της μάχης και οι αδερφοί Απόστολος και Χρήστος Μπόντος, οι οποίοι στη συνέχεια τέθηκαν στην υπηρεσία του τακτικού στρατού της Επτανήσου Πολιτείας στη Λευκάδα με τον πρώτο να λαμβάνει τον βαθμό του Σημαιοφόρου. Ο καπετάν Γιαννάκης συμμετείχε στην κατάκτηση της Πρέβεζας από τον Αλή πασά ως εις εκ των δύο αρχηγών του ιππικού και έλαβε ως αντάλλαγμα αρχοντικό στην πόλη και κτήματα, όπως και ο αδερφός του Πάνος, στην πεδιάδα της Λάμαρης ως φέουδο (τσιφλίκια). Ο καπετάν Χρηστάκης ήταν παρών και στην ιστορική συνάντηση των οπλαρχηγών στη Λευκάδα τον Ιούλιο του 1807, όπου για πρώτη φορά με πρόποση του Ιωάννη Καποδίστρια ορκίστηκαν για την απελευθέρωση της πατρίδος. Με την εκχώρηση των Επτανήσων στους Γάλλους στις 7 Ιουλίου 1807, μπήκε στην υπηρεσία τους στο απαρτιζόμενο από 6 τάγματα ΄΄Αλβανικό Σύνταγμα΄΄ με το βαθμό του Ταγματάρχη, ως διοικητής δηλαδή του εδρεύοντος στη Λευκάδα 4ου τάγματος το οποίο αποτελείτο από 6 λόχους. Είχε λαμπερά όπλα και θώρακα καλυμμένο με χρυσό και είχε στην ακολουθία του πολυάριθμους Σουλιώτες, ντυμένους το ίδιο πλούσια. Ήταν άνδρας υψηλού αναστήματος, υγιής, αρρενωπός και εκφραστικός, χωρίς να στερείται αξιοπρέπειας. Σαν τους αρχαίους μας ιππότες κι εκείνος συνοδευόταν, όταν πήγαινε για περπάτημα, από τον ιπποκόμο του που έφερε τα όπλα του και τα εμβλήματα της εξουσίας του. Μιλούσε και Ιταλικά, η δε προσωπική του γοητεία επισκίαζε τις προκαταλήψεις που η συμπεριφορά του στο παρελθόν είχε δημιουργήσει αναφέρουν γι' αυτόν οι Γάλλοι στρατιωτικοί Μπελέρ και Ρισμόντ. Αργότερα χάριν τού εθνικού συμφέροντος, οι Σουλιώτες συμφιλιώθηκαν με τον καπετάν Γιαννάκη δίνοντας ως σύζυγο στον γιο του Κωνσταντίνο Σαφάκα την αδερφή του Μάρκου Μπότσαρη Αγγελική, η οποία έζησε και πέθανε σε βαριά γεράματα στην Καμαρίνα συνταξιοδοτούμενη από το Ρωσικό Προξενείο. Ο Μάρκος Μπότσαρης είχε παντρευτεί την Χρυσούλα κόρη του Δημητρίου Καλογήρου, αδελφού του καπετάν Χρηστάκη. Με τον πόλεμο του σουλτάνου εναντίον του Αλή Πασά το 1821 για να διατηρήσει τα προνόμια του ο καπετάν Γιαννάκης, τέθηκε στο πλευρό του σουλτάνου εγκαταλείποντας τον Αλή. Έστειλε δε, όπως του ζητήθηκε, τον γιό του Δημήτριο όμηρο στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος με την ευκαιρία σπούδασε νομικά. Αυτός τον διαδέχθηκε στην αρχηγία του καπετανάτου και παντρεύτηκε την κόρη του εγκατεστημένου στην Πρέβεζα Ιταλού ευγενή Πέτρου Βαλεντίνι Ελένη, παίρνοντας ως προίκα τεράστια κτηματική περιουσία. Πέθανε δολοφονημένος στις 30 Ιουλίου του 1830. Το 1845 για να αποφευχθεί η τσιφλικοποίηση του χωριού από τον Αχμέτ Ντίνο εστάλη στην Κωνσταντινούπολη ο Κίτσο-Πάνος, ανιψιός του καπετάν Γιαννάκη, μαζί με έναν επίτροπο της Μονής Ζαλόγγου και με αυτοκρατορικό φιρμάνι πέρασε στην ιδιοκτησία της. Αργότερα εστάλη ο Σούλας Κατσάνος ο οποίος κατόρθωσε και ακύρωσε απόφαση του Χουσεΐν Ντίνου, η οποία απαγόρευε στους Καμαρινιώτες να καλλιεργούν τα χωράφια στη Λάμαρη. Αυτό το πλήρωσε με τη ζωή του αφού δολοφονήθηκε από δύο Τούρκους σε καφενείο της Πρέβεζας. Ο Βεησέλ Ντίνος κατέστρεψε το χωριά του Λιμποχόβου (1873) και ο Χουσεΐν Ντίνος τους Μαρτανιούς(1896) μετατρέποντας τα σε λιβάδια, ενώ ενοικιάσας το δάσος του Ζαλόγγου το κατέκοψε μην αφήνοντας δέντρο και σε απλή παρατήρηση βοσκού δεν δίστασαν οι υπηρέτες του να τον σκοτώσουν. Γενικότερα όμως λόγω της προνομιούχας θέσης της και ως έδρα του καπετανάτου η Καμαρίνα στα χρόνια εκείνα αναπτύχθηκε και αποτελούσε το πρώτο χωριό της περιοχής. Με τις κατάλευκες και λιθόκτιστες οικίες, σε αντίθεση με τις μικρές και ρυπαρές των χωριών του κάμπου, εμφανίζεται στα μάτια του ταξιδιώτη ως συνοικισμός ευπορούντων ανθρώπων. Οι άνδρες ευσταλείς και αρειμάνιοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία αλλά και με την τέχνη των όπλων, οι δε γυναίκες τους είναι ωραίες σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδος Αγών. Διέθετε δημοδιδασκαλείο με δαπάνες της Μονής Ζαλόγγου και οι κάτοικοι εκκλησιάζονταν με τρεις λειτουργούντες ιερείς.

=== "Ο χορός του Ζαλόγγου"

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!