Πληροφορίες
Ο ναός της Αγίας Αικατερίνης είναι βυζαντινός ναός κτισμένος τον 11ο αιώνα ο οποίος βρίσκεται στην Πλάκα της Αθήνας. Είναι τετρακίονος σταυροειδής εγγεγραμμένος και έχει αθηναϊκό τρούλο. Στο παρελθόν υπήρξε μετόχι της μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Η σημερινή μορφή του ναού προέκυψε μετά από εργασίες αποκατάστασης και επέκτασης κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι εργασίες αποκατάστασης που έλαβαν χώρα στο δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα είναι από τα παλαιότερα έργα αποκατάστασης βυζαντινού μνημείου στα πλαίσια του ελληνικού κράτους.
Ιστορία
Ο ναός βρίσκεται στην πλατεία Αγίας Αικατερίνης, κοντά στο μνημείο Λυσικράτους. Στην άκρη της πλατείας σώζονται δύο κίονες της ρωμαϊκής εποχής, τμήμα περιστύλιου ή αιθρίου. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Τραυλό, στη θέση του ναού βρισκόταν παλαιοχριστιανική βασιλική, η οποία με τη σειρά της φαίνεται ότι κτίστηκε στη θέση ναού αφιερωμένου στην Άρτεμη. Κατά την αρχαιότητα κοντά βρίσκονται επίσης τα λουτρά του Αδριανού και ίσως το Πρυτανείο. Ο σημερινός ναός κτίστηκε στο δεύτερο τέταρτο του 11ου αιώνα σύμφωνα με τον Πίτερ Μέγκο, χρονολόγηση που συμφωνεί με τις εκτιμήσεις του Χαράλαμπου Μπούρα και του Νίκου Νικονάνου. Σύμφωνα με την αφιερωτική επιγραφή στον κίονα της Αγίας Τράπεζας ήταν αρχικά αφιερωμένη στους αγίους Θεοδώρους. Ο ναός φαίνεται στη συνέχεια να εγκαταλείφθηκε. Στις 19 Φεβρουαρίου 1767 ο μητροπολίτης Αθηνών Βαρθολομαίος με τη συγκατάθεση των προυχόντων της Αθήνας δώρισε το ναό στη μονή της Αγίας Αικατερίνης του όρους Σινά, με αποτέλεσμα να γίνει μετόχι της μονής. Ο πρωτοσύγκελος της μονής Ιωνάς επισκεύασε το ναό και τον αφιέρωσε την αγία Αικατερίνη. Οι Σιναΐτες αγόρασαν επίσης παρακείμενες εκτάσεις εμβαδού περίπου τεσσάρων στρεμμάτων. Ο χώρος χρησιμοποιούνταν από τους Σιναΐτες κατά την παραμονή τους στην Αθήνα. Ο ναός υπέστη ζημιές κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 ή και από σεισμό το 1837. Το μετόχι έπρεπε να διαλυθεί βάση νόμου το 1834, όμως πέντε χρόνια αργότερα εξακολουθούσε να υφίσταται. Καθώς ο κοντινός ναός της Παναγίας Κανδήλη εγκαταλείφθηκε το 1839 και οι ενορίτες έπρεπε να πάνε να εκκλησιαστούν στη Σωτείρα Κοττάκη, η οποία όμως βρισκόταν μακριά, ζητήθηκε από τους πιστούς να εκκλησιάζονται στο ναό της Αγίας Αικατερίνης, αίτημα με το οποίο συμφώνησε ο δήμος, η κεντρική διοίκηση και ο επισκόπος Αθηνών. Το αίτημα εγκρίθηκε από το δημοτικό συμβούλιο το 1840 και ο ναός δόθηκε στους ενορίτες, παρά τις αντιδράσεις της μονής. Ο αρχιτέκτονας της πόλης Λοράντ επιθεώρησε το ναό το καλοκαίρι του 1840 με στόχο την επισκευή του και ανέφερε ότι βρισκόταν σε κακή κατάσταση διατήρησης. Τον Ιανουάριο 1841 συστάθηκε έπειτα από εκλογές πενταμελής επιτροπή για την επισκευή του ναού, της οποίας μέλος ήταν ο Μακρυγιάννης, ο οποίος κατοικούσε κοντά στο ναό. Οι εργασίες πιθανότατα είχαν ολοκληρωθεί πριν το 1850 με δαπάνες των ενοριτών. Ο ναός επεκτάθηκε πριν το 1870, όπως προκύπτει από φωτογραφία της εποχής, με προσθήκη περίστωου στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά, ώστε να στεγάσει τον αυξανόμενο αριθμό των εκκλησιαζόμενων. Το 1880 το κωδωνοστάσιο είχε μεταφερθεί από την απόληξη της δυτικής κεραίας στη νοτιοδυτική γωνία του περιστώου και από μονόλοβο έγινε δίλοβο. Επίσης ο ναός επιχρίστηκε, καλύπτοντας τη βυζαντινή τοιχοποιία. Την ίδια περίοδο διαμορφώθηκε και ο κήπος στην πλατεία με τη φύτευση φοινίκων. Το 1889 το μετόχι πουλήθηκε στη μητρόπολη Αθηνών στο μισό της αξίας του. Την περίοδο 1917-1927 ανακατασκευάστηκε ο τρούλος, ο οποίος έγινε ψηλότερος, παραμορφώνοντας το μνημείο σύμφωνα με τον Γεώργιο Σωτηρίου. Την ανακατασκευή του τρούλου είχε αναλάβει ο μηχανικός Φίλιππος Οικονόμου. Παράλληλα αφαιρέθηκαν τα επιχρίσματα από την εξωτερική τοιχοποιία. Το περίστωο έλαβε τη σημερινή του μορφή την περίοδο 1950-1953. Μετά το σεισμό του 1999, έγιναν εργασίες στεγάνωσης του τρούλου και αντικατάσταση κεραμιδιών.
Περιγραφή
Ο ναός είναι σύνθετος τετρακίονος σταυροειδής εγγεγραμμένος, από τους παλαιότερους του είδους στην Αθήνα. Ο τρούλος είναι αθηναϊκού τύπου και σήμερα είναι ανακατασκευασμένος, όπως και η δυτική κεραία. Η στέγαση του κεντρικού τμήματος του ναού αρχικά έμοιαζε με σταυρό. Στα ανατολικά ο ναός έχει τρεις αψίδες. Η τοιχοποιία του ανατολικού τμήματος είναι πλινθοπερίβλητη με κουφικά στοιχεία και αργολιθοδομή στο κάτω μέρος, χαρακτηριστική της βυζαντινής εποχής. Στη μεσαία αψίδα βρίσκεται τρίλοβο παράθυρο. Οι άλλες δύο αψίδες έχουν μονόλοβα παράθυρα. Η δυτική, νότια και βόρεια πλευρά φέρουν επεκτάσεις του 19ου αιώνα. Ο ναός έχει ιερό με μικρό ύψος και νάρθηκα. Η αγία τράπεζα εδράζεται πάνω σε κίονα της κλασικής εποχής με επιγραφή. Το τέμπλο του ναού είναι νεότερο και βρίσκεται ανάμεσα στους ανατολικούς κίονες. Έχει έξι εικόνες με αργυρή επένδυση έργο αθηναϊκών εργαστηρίων αργυροχοΐας των αρχών του 20ού αιώνα. Η εικόνα της αγίας μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης του 17ου αιώνα στο τέμπλο είναι λαϊκής τεχνοτροπίας. Επίσης στο ναό βρίσκονται αξιόλογες φορητές εικόνες, όπως ο Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος, χρονολογούμενη από τον 15ο αιώνα, δείγμα της Κρητικής Σχολής, η εικόνα της ένθρονου Αγίας Αικατερίνης σε ξύλινο προσκυνητάριο, της εποχής της Τουρκοκρατίας και ο Άγιος Σπυρίδων, του 18ου αιώνα, δείγμα της Επτανησιακής Σχολής. Τα δύο κιονόκρανα των ανατολικών κιόνων του ναού, διαφορετικά μεταξύ τους, είναι σε δεύτερη χρήση, διακοσμημένα με φύλλα καλάμου και χρονολογούνται από την παλαιοχριστιανική περίοδο. Οι τοιχογραφίες χρονολογούνται στα τέλη του 19ου αιώνα και είναι έργο του Γ. Δ. Καφή ή Καφετζιδάκη. Το δάπεδο είναι νεότερο.