Πληροφορίες
Το Πετρωτό είναι χωριό του νομού Τρικάλων και βρίσκεται πλησίον του οδικού άξονα Τρικάλων-Λάρισας. Απέχει 19 χιλιόμετρα ανατολικά των Τρικάλων και 45 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης της Λάρισας. Γεωγραφικά τοποθετείται στις νότιες υπώρειες της οροσειράς των Αντιχασίων. Βορειοανατολικά σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων βρίσκεται το χωριό Οιχαλία. Ανατολικά και νότια του χωριού εκτείνεται ο Θεσσαλικός Κάμπος ενώ δυτικά και βόρεια το έδαφος είναι ορεινό. Επίσης νότια σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων διέρχεται ο σημαντικότερος ποταμός του θεσσαλικού κάμπου, ο Πηνειός και ανατολικά ο Νεοχωρίτης που αποτελεί παραπόταμο του Πηνειού. Το χωριό έχει υψόμετρο 99-100 μέτρα.
Ιστορία
Το χωριό Πετρωτό μέχρι το 1955 ονομαζόταν Μπάγια. Τότε η Ελληνική Πολιτεία, στα πλαίσια της προσπάθειάς της να αντικαταστήσει τα ξενικά ονόματα των πόλεων και των χωριών με Ελληνικά, ενεργοποίησε τη Νομαρχιακή Επιτροπή ονοματοδοτήσεων, προς την οποία η κοινότητα Μπάγιας πρότεινε τρία ονόματα, από τα οποία η Επιτροπή προέκρινε το όνομα Πετρωτό. Η λέξη Μπάγια, κατά μία άποψη, έχει πρόελευση Σλαβική (οι Σλάβοι κυριάρχησαν στη Θεσσαλία μετά τον 8ο αιώνα μΧ) και, κατά μία άλλη άποψη, έχει προέλευση Αλβανική(η παρουσία των Αλβανών αναφέρεται μετά τον 14ο αιώνα μΧ). Πάντως, είτε το ένα ισχύει είτε το άλλο, λίγη σημασία έχει, διότι και στις δύο περιπτώσεις η σημασία της λέξης είναι ίδια περίπου και έχει σχέση με το νερό. Εξάλλου, μέσα από τη Μπάγια περνούσε ένας χείμαρρος, ονόματι Κουραδιάης, και από τους πρόποδες επίσης του βουνού, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ανάβλυζε αρκετό νερό. Επομένως δικαιολογείται η ονομασία Μπάγια. Για τον οικισμό Μπάγια δεν ξέρομε ακριβώς πότε δημιουργήθηκε. Στα τουρκικά απογραφικά κατάστιχα του 1455 δεν υπάρχουν στοιχεία για την Μπάγια. Στην πρόθεση(είναι το βιβλίο των μοναστηριών, όπου καταγράφονταν, εκτός των άλλων, οι προσφορές των κατοίκων και τα στοιχεία των οικισμών κάθε περιοχής) στην "πρόθεση 401" του Μεγάλου Μετεώρου (18ος και19ος αιώνας) "ΟΙ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ",αναφέρεται η "ΜΠΑΪΑ" με τέσσερις (4) αφιερωτές και τα εξής ονόματα:Βάρσου Θεοδώραc, Κοντίλος Αργήροιc.Πληροφορίες επίσης βρίσκουμε στην "πρόθεση 215" της μονής Βαρλαάμ(1613-1614). Στην πρώτη γραφή της πρόθεσης των ετών 1613-1614 αναφέρεται ο οικισμός Μπάια με αριθ. 163 και στις σελίδες 60 και 90 (χωρίς ονόματα) με έναν(1) αφιερωτή και με δεκαπέντε άλλους, μεταγενεστέρων εποχών, στη σελίδα 100. Στη γραφή του 18ου και 19ου αιώνα της ίδιας πρόθεσης, τόμος 24ος, αναφέρεται στη σελίδα 167 Μπάια/Μπάyα και στη δεύτερη στήλη με τους εξής αφιερωτές: Μάρως, Κωνστά/κι, Στέριου, Έλενως, Βασιλικής, Στέργιου. Λεϊμονιάς. Βαΐτζι Ιερέος, Δήμου, Παγώνας, Πούλιου, Χάιδως, θεωχάρη, Κώνστα, Αναστασία, Μαρίας. Αναφορά στον οικισμό Μπάγια γίνεται και στον κώδικα της Τρίκκης (1688-1857), όπου στην υπ' αριθμ.51 αρίθμηση του κώδικα γίνεται καταγραφή των οσπιτίων του Βιλαετίου των Τρικάλων (29-09-1820) στη σελίδα 42 και στη β' στήλη ως εξής: οσπίτια 14: μπάγια δεκατέσσερα. Επίσης στην αρίθμηση 193 του κώδικα με θέμα: επανίδρυση της Επισκοπής Γαρδικίου (1542) και στη σελίδα 220 γίνεται αναφορά στα χωριά, που υπάγονται στην επισκοπή αυτή, μεταξύ των οποίων είναι και η μπάγια. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο οικισμός Μπάγια δημιουργήθηκε μετά τον 15ο αιώνα μ.Χ. Για την προέλευση των πρώτων κατοίκων του οικισμού, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο πυρήνας τους προήλθε από τον οικισμό του Κοτσίκοβου (τέσσερα χιλιόμετρα βόρεια), όταν αυτός διαλύθηκε. Τότε ένα μέρος των κατοίκων δημιούργησε τον οικισμό Νεοχώρι και ένα άλλο μέρος τον οικισμό Μπάγια. Οι δύο αυτοί οικισμοί είναι απ' τους νεότερους της περιοχής Φαρκαδόνας, όπως προκύπτει από τις γραπτές μαρτυρίες, και η ίδρυσή τους συμπίπτει με την εποχή της διάλυσης του Κοτσίκοβου.Ο ένας ονομάστηκε Νεοχώρι (καμιά σχέση με την Οιχαλία και άλλες τέτοιες ευφάνταστες θεωρίες) και ο άλλος ονομάστηκε Μπάγια από την τοποθεσία εγκατάστασής του, την οποία γνώριζαν οι κάτοικοι του Κοτσίκοβου. Απόδειξη ότι οι δύο αυτοί οικισμοί έχουν κοινή καταγωγή είναι και το εξής: ότι θεωρούν την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, στη θέση του παλιού Κοτσίκοβου, ως κοινή εκκλησία, στην οποία μάλιστα συνεόρταζαν, μέχρι πρόσφατα, κάθε δεύτερο χρόνο οι δύο αυτοί οικισμοί. Στη συνέχεια ο πληθυσμός της Μπάγιας ενισχύθηκε από μετεγκατάσταση ανθρώπων του ορεινού όγκου των Αντιχασίων, κυρίως, αλλά και άλλων περιοχών.
Αρχαιότητα
Η κατοίκηση της περιοχής ανάγεται τουλάχιστον στην εποχή του χαλκού. Μια ανασκαφή στη θέση «Ασβεσταριά» που ξεκίνησε σαν σωστική ανασκαφή με αφορμή το έργο κατασκευής της εθνικής οδού Λάρισας -Τρικάλων, έφερε στο φως οικισμό της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Το εύρημα αυτό αποτελεί για τη δυτική Θεσσαλία μοναδική γνωστή περίπτωση οικισμού της Τελικής Νεολιθικής ή και ακόμα πρωιμότερων φάσεων. Ανάμεσα στα πολυάριθμα ευρήματα ξεχωρίζουν:
Τα τμήματα 14 κτιρίων Πρωτοελλαδικής έως Υστεροελλαδικής περιόδου. 42 ταφές σε κιβωτιόσχημους ή σε λακκοειδείς τάφους. Ένας λακκοειδής τάφος πλούσια κτερισμένος της ρωμαϊκής περιόδου, Η ταφή οικογένειας (πατέρας, μητέρα και βρέφος) σε λακκοειδή τάφο. Ταφή μητέρας επίσης σε λακκοειδή τάφο η οποία έφερε το βρέφος στο στήθος της. Σε θήκη δίπλα σε κιβωτιόσχημο παιδικό τάφο ανάμεσα στα άλλα κτερίσματα ήρθε στο φως και ο σκελετός σκύλου. στ) Πολλά αγγεία ντόπιας παραγωγής, αλλά και αρκετών από την Αργολίδα και ίσως και από την Κρήτη. Οστά ζώων κάτω από τη θεμελίωση κτιρίου τα οποία χρονολογήθηκαν στη Μεσοελλαδική εποχή, ανάμεσα στο 2134 και το 1939 π. Χ., τα οποία πιθανόν να παραπέμπουν σε τελετουργικό θεμελίωσης καθώς και η ταφή χοιριδίου. Οι ανασκαφικές έρευνες που διεξήχθησαν υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καρδίτσας Μαρίας Βαϊοπούλου, με τη συνεργασία διεπιστημονικής ομάδας ερευνητών κατά τη διάρκεια πενταετούς προγράμματος έδωσαν ενδιαφέροντα στοιχεία για τη διαχρονική καθώς και τη χωροταξική χρήση του οικισμού.
Τουρκοκρατία
Το χωριό αναφέρεται σε Πατριαρχικό έγγραφο από τα μέσα του 16ου αιώνα με την ονομασία Μπάγια. Η παράδοση αναφέρει ότι περί το 1395, όταν η περιοχή των Τρικάλων υποτάχθηκε στους Τούρκους, μια ομάδα έφιππων Οθωμανών επιχείρησε να εισέλθει στο χωριό. Κατά παράδοξο τρόπο τα άλογα στύλωσαν τα πόδια, σηκώνονταν στα πίσω και αρνούνταν να προχωρήσουν. Εκείνη τη στιγμή κάποιος από τους επιδρομείς αδυνατώντας να εξηγήσει το γεγονός το απέδωσε στην ιερότητα του χώρου, λέγοντας τη φράση: "Μπα, άγια πρέπει να είναι τούτα τα μέρη". Από τη φράση λοιπόν "Μπα, άγια" το χωριό ονομάστηκε Μπάγια. Η λέξη Μπάγια είναι σλάβικη και σημαίνει "λουτρό", υγρότοπο, υδροβιότοπο, τοποθεσία στην οποία υπάρχουν πολλά νερά κυρίως αναβλύζοντα. Στο συγκεκριμένο χωριό, που είναι χτισμένο στις υπώρειες των Αντιχασίων, υπήρχαν πολλές βρύσες που ανάβλυζαν πολύ νερό, σχημάτιζαν δυο μικροποταμάκια από τα οποία το ένα διέσχιζε το χωριό με το όνομα "Κουραϊδιάης" και το άλλο με κατεύθυνση το Νεοχώρι -σημερινή Οιχαλία- και τα οποία έσμιγαν στο περίφημο σημείο "Σμίξη" και στη συνέχεια χύνονταν στον Πηνειό ποταμό. Το όνομά του το χωριό το πήρε ακριβώς από αυτή την εδαφική μορφολογία. Προς επίρρωση αυτής της ερμηνείας, υπάρχει ακόμη ένα χωριό στην Ήπειρο, στα Ζαγοροχώρια, οι Κήποι, που είχαν την ονομασία Μπάγια, ακριβώς από την ύπαρξη πολλών νερών που διαρρέουν την περιοχή. Όσον αφορά την προέλευση του ονόματος "Μπα, άγια" από το ξάφνιασμα των αλόγων και την απορία των Οθωμανών καβαλάρηδων, αυτό αποτελεί υπόθεση-επινόηση και αυθαιρεσία των τελευταίων τριών δεκαετιών. Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού το ονόμασαν Μπάγια επειδή ακριβώς ήταν υγρότοπος.
Νεότερα χρόνια
Οι κάτοικοι συμμετείχαν σε όλους του απελευθερωτικούς αγώνες του έθνους και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος. Την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου η περιοχή έγινε θέατρο επιχειρήσεων.