Πληροφορίες
Τα Γιαννιτσά είναι πόλη της Μακεδονίας και η μεγαλύτερη της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας με 30.498 κατοίκους (2021) ενώ ανήκει στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.
Όνομα
Επικρατέστερη θεωρείται η άποψη που υποστηρίζει ότι το 1385 ο πρώτος Τούρκος στρατηλάτης που εξέδραμε στη Μακεδονία ως ουτς μπεγί των οθωμανικών ασκεριών, ο Γαζή Αχμέτ Εβρενός κατέλαβε την περιοχή, και επανίδρυσε το ρωμαίικο οικισμό «Βαρδάριον», τον οποίο και βαπτίζει με το όνομα «Γενιτσέ ι Βαρντάρ», δηλαδή «Νέο Βαρδάρη», γνωστό επίσης ως «Βαρδάρ Γενιτζεσί» ή απλά «Γενιτζέ». Η νέα πόλη καθίσταται ορμητήριο για την κατάκτηση των υπολοίπων γειτονικών χωρών της Βαλκανικής. Η πόλη κατά την περίοδο της ένταξής της στο ελληνικό κράτος ονομαζόταν Γενιτσά και το 1926 μετονομάστηκε επίσημα σε Γιαννιτσά.
Πρώτες ιστορικές μαρτυρίες
Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες συνδέονται με τους Βοττιαίους, ένα λαό που συνάντησαν οι Αργεάδες Μακεδόνες κατά την κάθοδό τους από τα Πιέρια όρη. Οι Βοττιαίοι κατοικούσαν τη λοφώδη και πεδινή ζώνη μεταξύ Αλιάκμονα και Αξιού, σε μία έκταση σχήματος πετάλου γύρω από τη λίμνη. Στα νότια γειτόνευαν με τους Πίερες, στα δυτικά με τους λεγόμενους Φρύγες, στα βόρεια με τους Άλμωπες, ενώ ψηλότερα στον Αξιό βρισκόταν οι Παίονες, που μαρτυρούνται ως σύμμαχοι των Τρώων στην Ιλιάδα. Μετά τον Αξιό, υπήρχαν θρακικές φυλές. Γύρω από τη θέση των σημερινών Γιαννιτσών, υπήρχαν οι πόλεις Κύρρος, Τύρισσα, Βούνομος (αργότερα Πέλλα), Ίχνες, Αταλάντη. Για τους Βοττιαίους, πίστευαν ότι πήραν το όνομα από τον Βόττωνα που ήταν Κρητικός και συντηρούσαν μια παράδοση πως προέρχονταν είτε από Μινωίτες που διασώθηκαν από μία εκστρατεία κατά της Σικελίας είτε πως ήταν απόγονοι των παιδιών της Αθήνας που γλύτωσαν από τον Μινώταυρο, γι΄ αυτό και είχαν ένα τραγούδι, το «ίωμεν εις Αθήνας». Η παράδοση απηχεί τις στενές επαφές του τόπου με τον κρητομυκηναϊκό πολιτισμό. Εκείνο τον καιρό, η πιο σημαντική κώμη του τόπου ήταν η τούμπα έξω από το σημερινό Αρχοντικό, έξι χιλιόμετρα ανατολικά των Γιαννιτσών. Οι Μακεδόνες, στα χρόνια του Αρχελάου, στον 5ο π.Χ. αιώνα, μετέφεραν την πρωτεύουσα του κράτους τους από τις Αιγές στην Πέλλα, η οποία υπήρξε πρωτεύον σημείο αναφοράς για όλο τον κλασικό και ελληνιστικό κόσμο. Ήταν το κέντρο των διπλωματικών και στρατιωτικών επιχειρήσεων του Φιλίππου και η γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Πληθυσμός
Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 τα Γιαννιτσά έχουν πληθυσμό 30.498 κατοίκους ενώ ο συνολικός πληθυσμός του Δήμου ξεπερνάει τους 57.039 κατοίκους. Άλλα σημαντικά κέντρα του δήμου είναι η Κρύα Βρύση, ο Νέος Μυλότοπος, η Πέλλα, οι Γαλατάδες, η Καρυώτισσα, και η Αραβησσός. Η Δημοτική Ενότητα Γιαννιτσών περιλαμβάνει την Κοινότητα Γιαννιτσών με τα χωριά Αρχοντικό, Ασβεσταριό, Δαμιανό, Ελευθεροχώρι, Λεπτοκαρυά, Μεσιανό, Παραλίμνη και παλιότερα τον Πενταπλάτανο (ο οποίος από το 2011 έχει καταργηθεί). Άλλες κοινότητες της δημοτικής ενότητας είναι οι Αμπελιές και το Μελίσσι. Αναλυτικά ο πληθυσμός της απογραφής του 2011:
Δήμος Πέλλας
Έδρα: Γιαννιτσά Ιστορική έδρα: Πέλλα Πληθυσμός: 57.039
= Δημοτική Ενότητα Γιαννιτσών
= Έδρα: Γιαννιτσά Δημοτική Ενότητα Γιαννιτσών: 32.410 Δημοτική Κοινότητα Γιαννιτσών: 30.498 Δημοτική Κοινότητα Αμπελιών: 1.003 Δημοτική Κοινότητα Μελισσίου: 909
* ο πληθυσμός αναφέρεται στην δημοτική κοινότητα Γιαννιτσών ** ο πληθυσμός αναφέρεται αποκλειστικά στην πόλη των Γιαννιτσών
Γεωγραφία και κλίμα
Το έδαφος των Γιαννιτσών είναι κυρίως πεδινό, αφού βρίσκεται στην πεδιάδα Γιαννιτσών-Θεσσαλονίκης που είναι η μεγαλύτερη πεδιάδα της Ελλάδας. Το κλίμα της περιοχής είναι μεταβατικό, δηλαδή έχει ψυχρούς και κατά τόπους βαρείς χειμώνες και ζεστά και ξηρά καλοκαίρια.
Ιστορική πορεία
Αρχαία χρόνια
Τα Γιαννιτσά κατοικούνται από την Αρχαιότερη Νεολιθική Περίοδο (τέλη 7ης αρχές 6ης χιλ. π.Χ.). Μάλιστα ο νεολιθικός οικισμός των Γιαννιτσών που εκτείνεται στον νοτιότερο λόφο της πόλης, στην ευρύτερη περιοχή της «Παλιάς Αγοράς», συγκαταλέγεται στους αρχαιότερους νεολιθικούς οικισμούς της Ευρώπης. Τα Γιαννιτσά κατοικούνται και κατά την εποχή του Χαλκού (3200-1100). Ακολουθεί η εποχή του Σιδήρου (1100-750 π.Χ.). Σ' αυτή την εποχή χρονολογείται το νεκροταφείο, με ανδρικές, γυναικείες και μια παιδική ταφή που βρίσκεται στην έξοδο της πόλης προς την Έδεσσα. Από τυχαία ευρήματα όπως νομίσματα επιγραφές γλυπτά διαπιστώνεται ότι τα Γιαννιτσά κατοικούνται και στα Ελληνιστικά χρόνια. Η θέση του οικισμού αποδεικνύεται στρατηγική, αφού βρισκόταν ανάμεσα σε πεδιάδα, θάλασσα και το βουνό Πάικο, σε σταυροδρόμι βασικών οδικών αξόνων των Βαλκανίων. Στη μέση νεολιθική περίοδο, ο οικισμός των Γιαννιτσών εγκαταλείπεται, πιθανότατα εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και της κατάκλισης εδαφών. Στην αρχαιότητα, η περιοχή των Γιαννιτσών ονομαζόταν Βοττιαία (όρια του ποταμού Αξιού και Αλιάκμονα). Οι Βοτταίοι υπήρξαν οι πρώτοι κάτοικοι των Γιαννιτσών, οι οποίοι και εκδιώχθηκαν από τους Μακεδόνες και συγκεκριμένα τον βασιλιά Περδίκα, τον 7ο αιώνα π.X.
Βυζαντινή εποχή και Τουρκοκρατία
Η αρχαιολογική και ιστορική έρευνα των τελευταίων χρόνων έδειξαν ότι τα Γιαννιτσά δεν ιδρύθηκαν από τους Τούρκους, όπως γενικά πιστευόταν, αλλά προϋπήρχε στα υστεροβυζαντινά χρόνια (ευρήματα στον χώρο της Παλαιάς Αγοράς) ως οικισμός με το όνομα «Βαρδάριον». Πρώτη αναφορά του Βαρδαρίου ως τοπωνύμιο γίνεται τον 11ο αιώνα στα χρόνια των Κομνηνών. Όταν το 1385 περίπου ο Γαζή Εβρενός εγκατέστησε τον στρατό του για να εξορμήσει κατά των βυζαντινών, συνάντησε έναν ήδη οργανωμένο οικισμό, τον οποίο και κατέλαβε. Τα Γιαννιτσά το 1500 είχαν 450 μουσουλμανικά νοικοκυριά. To όνομα Ενιτσέ Βαρντάρ (Enidje Vardar) αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ενετό Λορέντζο Μπερνάρντο το 1591. Η τουρκική φάση της πόλης ουσιαστικά ξεκινά και σφραγίζεται από την προσωπικότητα του Γαζή Εβρενός Μπέη. Το γεγονός ότι ετάφη στην πόλη των Γιαννιτσών (Μαυσωλείο Γαζή Εβρενός) θα την καταστήσει ιερή πόλη των Τούρκων και τόπο προσκυνήματος πράγμα που εξηγεί ίσως και το πείσμα με το οποίο οι Τούρκοι τα υπερασπίστηκαν κατά το 1912. Οι Τούρκοι διατηρούσαν πάντοτε σημαντικές δυνάμεις στην ιερή τους πόλη και έγιναν το ορμητήριο για την κατάκτηση των υπολοίπων χώρων των Βαλκανίων. Από τα μέσα του 15ου αιώνα, η πόλη των Γιαννιτσών γίνεται κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών. Στην πόλη, επί κυριαρχίας Αχμέτ Μπέη, ιδρύθηκαν πολλά τζαμιά, σχολεία, πτωχοκομεία και έγιναν κοινωφελή έργα. Πολλές τουρκικές αρχές έδρευαν εκεί, όπως ο κεχαγιάς των σπαχήδων, ο κεχαγιάς της πόλης, ο σερδάρης και άλλοι. Μεταξύ των εποικιστών, υπήρξαν και σημαντικές προσωπικότητες και άνθρωποι των γραμμάτων, οι οποίοι επίσης συνέβαλαν στο να αποκτήσει η πόλη ιδιαίτερη ακτινοβολία. Η μνήμη του πνευματικού ανθρώπου Σεΐχη Ιλαχή διατηρήθηκε επί αιώνες σφραγίζοντας πολλά μνημεία της πόλης. Τα Γιαννιτσά, επί Τουρκοκρατίας, υπήρξαν μία τυπικά οθωμανική πόλη με έντονα τουρκικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, από περιηγητές επισημαίνεται ότι κατά τον 16ο αιώνα στην πόλη ζούσαν χριστιανικές οικογένειες και εβραϊκές. Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, σπουδαίο ρόλο έπαιξε ο Γιαννιτσιώτης διδάσκαλος του γένους Δημήτριος Μπαρλαούτας που βρίσκονταν στη Νάουσα, καθώς και ο πατριώτης, ιατρός Αντώνιος Περδικάρης με τον γιο του Αναστάσιο που είχαν εξοριστεί από τον Ζαφειράκη Θεοδοσίου στην πόλη των Γιαννιτσών. Μετά την καταστροφή της Νάουσας, το 1822, η πόλη δέχτηκε μεγάλα κύματα προσφύγων από κατοίκους της Νάουσας και των γύρω χωριών.
Μακεδονικός Αγώνας - Λίμνη Γιαννιτσών
Η πόλη των Γιαννιτσών λόγω της θέσης της κοντά στη λίμνη, πρόσφερε πολλά στον Μακεδονικό Αγώνα. Πολλοί Γιαννιτσώτες εντάχθηκαν και πολέμησαν στα Ελληνικά αντάρτικα σώματα. Άλλοι πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους ως οδηγοί, μεταφορείς και πράκτορες των καπεταναίων της λίμνης. Με ευθύνη του Γενικού Προξενείου της Θεσσαλονίκης ορίστηκαν σε κάθε πόλη και χωριό της Μακεδονίας επιτροπές πολιτικής άμυνας, που φρόντιζαν για την οργάνωση και κινητοποίηση των κατοίκων, για την προάσπιση των συμφερόντων τους από τις αυθαιρεσίες των κατακτητών και για την ενίσχυση των αντάρτικων ομάδων της περιοχής τους. Στα Γιαννιτσά η Επιτροπή αυτή αποτελούνταν από τους Αντώνιο Κασάπη (Πρόεδρο), Παπα-Δημήτρη Οικονόμου (Γραμματέα), Χρήστο Διδασκάλου (Ταμία), οι οποίοι δολοφονήθηκαν άγρια από τους κομιτατζήδες για τη δράση τους. Ο Αντώνιος Κασάπης το 1904 (νωρίτερα είχαν δολοφονήσει βάναυσα την κόρη του, Βελίκα Ρώμα στο σπίτι της στο Πυλωρίγι στις 6 Μαρτίου 1903), ο Χρήστος Διδασκάλου κοντά στο Γυψοχώρι το 1907 και ο παπα-Δημήτρης στη Λάκκα το 1909. Για τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στον αγώνα δολοφονήθηκαν επίσης: ο Χρήστος Χατζηδημητρίου (17-7-1905) στον κεντρικό δρόμο της πόλης, στην αγορά, ο Διονύσης Σαμολαδάς το 1904, ο Αριστείδης Δουβαντζής και ο Διονύσης Τσακμάκης το 1905. Από Βούλγαρους κομιτατζήδες δολοφονήθηκε επίσης ο ιατρός Εμμανουήλ Ιωαννίδης ή Μπόσκος, μέσα στο σπίτι του και μπροστά στα μάτια της γυναίκας του το 1910. Ο Γιάννης Καραμπατάκης με την ανιψιά του, ο Σταύρος Μιτζούρης, ο Αθανάσιος Οικονόμου, ο Αθανάσιος Οργαντζής το 1906. Τα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα αποτυπώνουν τις όψεις του αιματηρού Μακεδονικού Αγώνα. Αποτελούν το αγαπημένο βιβλίο της πόλης, τον καλύτερο ίσως οδηγό της για την πιο κρίσιμη περίοδο της ιστορίας της. Στις αρχές του 20ού αιώνα και κυρίως στο διάστημα 1904-1908 η λίμνη αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα πεδία του Ελληνοβουλγαρικού ανταγωνισμού. Βούλγαροι κομιτατζήδες χρησιμοποιώντας ως ορμητήριο τους τη λίμνη των Γιαννιτσών τρομοκρατούσαν τους Ελληνικούς πληθυσμούς για να πετύχουν τον εκσλαβισμό τους. Στις αρχές του αιώνα μας λοιπόν τα Γιαννιτσά υπήρξαν το επίκεντρο του Μακεδονικού αγώνα με κορυφαίο μακεδονομάχο τον Γκόνο Γιώτα που αποτελεί τον σύγχρονο ήρωα των Γιαννιτσών. Ήταν "το στοιχειό της Λίμνης". Σημαντικοί Γιαννιτσιώτες Μακεδονομάχοι ήταν επίσης οι Δημοσθένης Βαφόπουλος, Διονύσιος Γιώτας, Αριστείδης Δοβαντζής και οι ιερείς Δημήτριος Οικονόμου και Αργύριος Παπαργυρίου. Κατά τους προϊστορικούς και ιστορικούς χρόνους ο Θερμαϊκός κόλπος κάλυπτε τον σημερινό κάμπο των Γιαννιτσών και τον κάμπο της Θεσσαλονίκης. Με τις προσχώσεις όμως των ποταμών Αλιάκμονα, Αξιού και Εχεδώρου (Γαλλικού), αποσύρεται σιγά-σιγά η θάλασσα και σχηματίζεται η Λίμνη των Γιαννιτσών. Είχε έκταση 5.000-10.000 στρέμματα και τα ελώδη περάσματα που την περιέβαλλαν έφθαναν τα 340.000 στρέμματα. Τελικά, αποξηράνθηκε κατά την περίοδο 1926-1937 από τη Foundation Company.
Ο τουρκικός στρατός στο ελληνικό μέτωπο, αφού δε συγκράτησε τις δυνάμεις του στα στενά του Σαρανταπόρου και κατάφερε μόνο να δημιουργήσει προβλήματα προέλασης στους Έλληνες στη Δυτική Μακεδονία, συγκεντρώθηκε στα Γιαννιτσά, όπου και οχυρώθηκε, θεωρώντας και σωστά, ότι η Θεσσαλονίκη δεν ήταν δυνατόν να κρατηθεί έξω από τα τείχη της. Η στρατηγική θέση των Γιαννιτσών, οι χαμηλοί λόφοι, που λειτουργούν ως άριστα εμπόδια άμυνας ενώ η παρακείμενη λίμνη έκανε υποχρεωτική την πορεία των αντιπάλων σε ένα στενό σχετικά χώρο, ενισχύθηκε περισσότερο με μονάδες πυροβολικού. 25.000 τουρκικού στρατού και 30 πυροβόλα, περίμεναν τους Έλληνες (με δύναμη πέντε μεραρχιών, από τις οποίες έλαβαν μέρος στη μάχη οι τέσσερις), που προήλασαν από τη Βέροια. Η μάχη ξεκίνησε την 19η Οκτωβρίου και διήρκεσε δυο ημέρες. Οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις έπρεπε να περάσουν μία γέφυρα στο ρέμα της Μπάλιτζας, που ήταν ήδη στοχοποιημένη από τον αντίπαλο. Υπό καταρρακτώδη βροχή, τα ελληνικά συντάγματα είχαν πολλές απώλειες και δυσκολίες στην ανάπτυξη. Έως το βράδυ, που αναγκάστηκαν να το περάσουν επί τόπου, συμπληρώθηκε η ανάπτυξη του πυροβολικού και έγιναν διορθωτικές κινήσεις υπερκέρασης από την πλευρά των βορειοδυτικών λόφων πάνω από τα Γιαννιτσά. Η έφοδος του ελληνικού στρατού ήταν ορμητική και μέσα στο πρωί της 20ής, η νίκη ήταν γεγονός. Οι απώλειες ήταν βαριές. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν τριπλάσιες. Στην πόλη είχε ξεσπάσει πυρκαγιά. Όμως, ο δρόμος για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ήταν πλέον ανοιχτός. Η μάχη της 20ης Οκτωβρίου του 1912 αποτέλεσε την πιο φονική μάχη των βαλκανικών πολέμων και ίσως την πιο σημαντική. Σήμανε την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους και την ένταξη της στο Ελληνικό κράτος. Παράλληλα όμως άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και συνέβαλε στη διαμόρφωση του σύγχρονου χάρτη της Ελλάδος. Το «Μαύρο Άγαλμα» μαρτυρεί τη θυσία των Γιαννιτσών. Ο επιτελικός αξιωματικός Μανουήλ Ρακτιβάν έγραψε για τη μάχη των Γιαννιτσών προς την Πηνελόπη Δέλτα. "20η Οκτωβρίου. Γιαννιτσά. Είναι η μέρα που πήραμε τη Θεσσαλονίκη"