Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

Ο Βαπτιστής είναι οικισμός της Κεντρικής Μακεδονίας στην Περιφερειακή Ενότητα Κιλκίς.

Γενικά στοιχεία

Ο Βαπτιστής βρίσκεται δυτικά του Κιλκίς σε υψόμετρο 140 μέτρα και απόσταση περίπου 18 χιλιόμετρα. Απέχει 55,5 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, 542 χιλιόμετρα από την Αθήνα, ενώ σε απόσταση 11,4 χιλιομέτρων βρίσκεται η ΒΙ.ΠΕ. Κιλκίς. Μαζί με τα γειτονικά Κυριακαίικα αποτελούν κοινότητα με συνολικό πληθυσμό 344 κατοίκους, η οποία ανήκει στη δημοτική ενότητα Κιλκίς του Δήμου Κιλκίς της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, σύμφωνα με το πρόγραμμα Καλλικράτης που ψηφίστηκε το 2010 με τον νόμο 3852/2010, ΦΕΚ Α’ 87/7-6-2010. Ο Βαπτιστής σαν οικισμός έχει 330 κατοίκους (2011). Μέχρι το 1997 η συγκεκριμένη τοπική κοινότητα αποτελούσε αυτόνομη κοινότητα του νομού Κιλκίς με έδρα τον Βαπτιστή. Το 1997 με τον νόμο 2539/1997, ΦΕΚ Α’244/4-12-1997, το Σχέδιο «Καποδίστριας» ένωσε πλέον την κοινότητα με τον Δήμο Κιλκίς, και από τότε, σύμφωνα και με το νέο πρόγραμμα που προαναφέραμε παραμένει στον Δήμο, η διαφορά είναι ότι πλέον ο Δήμος Κιλκίς έχει επεκταθεί γεωγραφικά, και πλέον ο οικισμός ανήκει στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.

Πληθυσμός

Τις τελευταίες δεκαετίες, ο πληθυσμός του Βαπτιστή ακολούθησε μειωτική τάση (1981: 584 κάτοικοι, 1991: 535 κάτοικοι, 2001: 449 κάτοικοι). Σήμερα ο πληθυσμός του, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, είναι 330 μόνιμοι κάτοικοι. Η μείωσή του οφείλεται κυρίως στη μετακίνηση των κατοίκων στα αστικά κέντρα της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών, όπως επίσης και την ενσωμάτωση της κοινότητας Βαπτιστού στον δήμο Κιλκίς με το σχέδιο τοπικής αυτοδιοίκησης «Καποδίστριας» που οδήγησε πολλούς κατοίκους να μετακομίσουν μόνιμα στην πόλη του Κιλκίς. Το μόνο που σταμάτησε τη μείωση του πληθυσμού του ιστορικού οικισμού ήταν η δημιουργία της ΒΙ.ΠΕ. (Βιομηχανική Περιοχή) Κιλκίς, κοντά στον οικισμό. Παρακάτω ακολουθεί πίνακας απογραφών του πληθυσμού, απο τις Ελληνικές πηγές:

Ιστορικά στοιχεία

Στα μέσα του 15ου αιώνα, γύρω στο 1450 είχε 6 οικίες μουσουλμάνων. Παρά την ίδρυση της βουλγαρικής εξαρχίας το 1870 οι κάτοικοι του Χαϊνταρλιού παρέμειναν πιστοί στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το 1879 με την εγκατάσταση του Βούλγαρου ουνίτη επισκόπου στο Κιλκίς, Νείλου Ισβόρωφ, οι κάτοικοι του χωριού ασπάστηκαν την Ουνία. Μετά το 1893, όταν ο νέος Βουλγαρουνίτης επίσκοπος, Λάζαρος Μλαντένωφ προσχώρησε στη βουλγαρική εξαρχία, οι Χαϊνταρλιώτες επανήλθαν στην ορθοδοξία, ενώ κάποιοι σταδιακά προσχώρησαν στη βουλγαρική εκκλησία. Έτσι, βάσει ανεπίσημης βουλγαρικής απογραφής του 1900, είχε 80 σλαβόφωνους Βούλγαρους ορθόδοξους (πατριαρχικούς κι εξαρχικούς) κατοίκους. Σε νέα ανεπίσημη βουλγαρική απογραφή του 1905, ο πληθυσμός ανέρχεται σε 96 Βούλγαρους εξαρχικούς κατοίκους. Η περιοχή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Μέχρι το 1912 ο οικισμός βρισκόταν κάτω από την οθωμανική κυριαρχία και έφερε το τουρκικό όνομα Χαϊνταρλί ή Χαϊδαρλή (τουρκικά: Haidarli, ονομασία που προέρχεται από τον τούρκο Αλή με το όνομα Χαϊντάρ (Χαϊντάρ Αλή) και οι κάτοικοί του ήταν σλαβόφωνοι όλοι, εκ των οποίων λιγοστοί Έλληνες. Όμως η περιοχή, έπειτα από τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο το 1912, καταλήφθηκε από τους Βουλγάρους, που ως απώτερο σκοπό τους είχαν την κατάληψη της Θεσσαλονίκης που θα τους έβγαζε στο Αιγαίο. Στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο το 1913, τα ελληνικά στρατεύματα θέλησαν να απελευθερώσουν την περιοχή του Κιλκίς και ταυτόχρονα να προστατέψουν τη Θεσσαλονίκη από την αναμενόμενη βουλγαρική επιχείρηση κατάληψής της. Στην πλέον πολύνεκρη μάχη του 1913, τη μάχη Κιλκίς-Λαχανά που κράτησε 3 ημέρες, οι ελληνικές δυνάμεις, που κατάφεραν να εκδιώξουν τους Βουλγάρους, κατέλαβαν και το λόφο του Χαϊνταρλί και στις 21 Ιουνίου απελευθέρωσαν την περιοχή. Κατά την κατάληψή του από τους Βουλγάρους, ο οικισμός είχε ερημώσει εντελώς. Σύμφωνα με απογραφή του ελληνικού στρατού μετά το τέλος των δύο βαλκανικών πολέμων που έγινε στις απελευθερωθήσες περιοχές το 1913 στον οικισμό δεν υπήρχε κανένας κάτοικος. Από τους λίγους οικισμούς που είχε ερημώσει τελείως, οι κάτοικοι μετακινήθηκαν σε πιο ασφαλείς κοντινές περιοχές, μα κυρίως βορειότερα στη Βουλγαρία, καθώς ο οικισμός ήταν πεδίο μαχών. Στην πρώτη εθνική απογραφή που διοργάνωσε το τότε Βασίλειο της Ελλάδος με τα νέα εδάφη το 1920 το τότε Χαϊνταρλί είχε 7 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι είχαν επιστρέψει από τις γύρω περιοχές όπου είχαν διαφύγει και ήταν ελληνικής καταγωγής. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922, η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν τη μεταξύ τους ανταλλαγή πληθυσμών. Έτσι Έλληνες που οι περισσότεροι ήταν από τα χωριά που ονομαζόταν Άι Γιάννης, Σοφίδες και Αϊβαλί της Ηράκλειας στην Ανατολική Θράκη εγκαταστάθηκαν στον οικισμό, φέρνοντας μαζί και τα ήθη και έθιμά τους. Προστάτη τους είχαν τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, από τον οποίο επήλθε και η μετονομασία του οικισμού σε Βαπτιστής το 1929. Πλέον η πλειονότητα στον πληθυσμό του οικισμού ήταν Θρακιώτες Έλληνες της Ανατολικής Θράκης. Κατά το έτος 1928, σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ), στο χωριό ζούσαν 110 οικογένειες (443 κάτοικοι).

Λοιπά στοιχεία

Παρά το μικρό μέγεθός του, ο οικισμός διαθέτει ένα δημοτικό Σχολείο - νηπιαγωγείο και ένα γυμνάσιο. Υπάρχουν επίσης δύο εκκλησίες, του Ιωάννη Προδρόμου Βαπτιστού και του Προφήτη Ηλία, ένας πολιτιστικός σύλλογος και ένας αθλητικός όμιλος που ονομάζεται Δόξα Βαπτιστή. Υγειονομικά ο οικισμός καλύπτεται με το αγροτικό ιατρείο Βαπτιστού που λειτουργεί εντός οικισμού.

Παραπομπές

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!