Πληροφορίες
Οι Φίλιπποι αποτελούν οικισμό του Νομού Καβάλας. Απέχουν 18 χιλιόμετρα από την πόλη της Καβάλας. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2021) είχαν μόνιμο πληθυσμό 796 κατοίκους, από 894 το 2011. Ο οικισμός ανήκει στα όρια δικαιοδοσίας του δήμου Καβάλας.
Γενικά και ιστορικά στοιχεία
Θρακικός οικισμός με πιθανή ονομασία "Σατρικινή" ακολούθησε τη μοίρα των Αρχαίων Φιλίππων. Οι κάτοικοι του Θράκες, Μακεδόνες και Ρωμαίοι, με τα χρονια, είχαν αποκτήσει κοινή γλώσσα την Ελληνική και ο Χριστιανισμός είχε γίνει η κοινή τους πίστη. Αποτελούσε οικονομικό πνεύμονα της αρχαίας πόλης με πολλά μεταλλεία, αγροτική παραγωγή και κτηνοτροφία. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο συναντάμε τον οικισμό με την ονομασία Viniacis. Μετά την παρακμή και ερήμωση των Φιλίππων ο οικισμός εξακολούθησε να υπάρχει ακολουθώντας πια αυτόνομη πορεία. Στο τέλος του 17ου αιώνα τον βρίσκουμε με την τούρκικη ονομασία Σελιάν και κατοίκους μουσουλμάνους. Το 1770 περίπου εξισλαμίστηκαν βίαια, αλλά μέχρι το 1922, που έφθασαν στο χωριό οι πρώτοι πρόσφυγες, διατήρησαν την ελληνική γλώσσα.Υπάρχουν ενδείξεις ότι το χωριό δεν εποικίστηκε από τους Τούρκους αλλά οι κάτοικοι του εξισλαμίστηκαν από το Τάγμα Μπεκτασήδων στα μέσα του 17ου αιώνα. Διατήρησαν όμως την ελληνική γλώσσα μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών και την αποχώρηση τους το 1924. Η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας ήταν ο λόγος που το χωριό από το 1900 έγινε στόχος των Κομιτατζήδων με σκοπό των εκβουλγαρισμό των κατοίκων. Αυτή την περίοδο (1911-1912) κατασκευάστηκε το κτίριο που σήμερα στεγάζεται το ΚΠΕ (Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Φιλίππων) με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως σχολείο. Το κτήριο αυτό χρησιμοποιήθηκε σαν στρατιωτικό νοσοκομείο στη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής. Η Σελιανη το 1922 ήταν σημαντικό κεφαλοχώρι της περιοχής με πέντε συνοικισμούς (Σέλιανη, Πούρνατζικ, Σαρή-Καγιά, Ραχτσά, Ματζάρ Τσιφλίκ) και με κατοίκους Ελληνόφωνους Μουσουλμάνους. Η περιοχή της Καβάλας τότε αποτελούσε υποδιοίκηση που υπαγόταν στο Νομό Δράμας. Τον Οκτώβριο του 1922 έφθασαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό οι πρώτοι πρόσφυγες. Ήταν δεκαπέντε οικογένειες από τα Γανοχώρια της Ανατολικής Θράκης. Στις αρχές του 1924, σε εφαρμογή της συνθήκης της Λωζάνης, όλοι οι ντόπιοι Μουσουλμάνοι κάτοικοι έφυγαν για μετεγκατάσταση στην Τουρκία ενώ το χωριό είχε ήδη γεμίσει με πρόσφυγες από κάθε γωνιά της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Καππαδοκίας. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ Οι Φίλιπποι αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά σαν Κοινότητα με το όνομα Σέλιανη με ΒΔ 13-11-1919, ΦΕΚ Α215/1919 και την αποτελούσαν αρχικά οι συνοικισμοί Σέλιανη, Ραχτσά, Πούρνατζικ, Σαρή Καγή και Ματζάρ Τσιφλίκ ή Φιλιππετζίκ. Ο συνοικισμός και η Κοινότητα Σέλιανης μετονομάσθηκαν σε συνοικισμό και Κοινότητα Μεσορέματος με Δ 15-11-1926, ΦΕΚ Α413/1926. Ο συνοικισμός και η Κοινότητα Μεσορέματος μετονομάσθηκε σε Συνοικισμό και Κοινότητα Φιλίππων με το Δ. 10-5-1932, ΦΕΚ Α157/1932. Ο συνοικισμός Ραχτσά μετονομάσθηκε σε Κρηνίδες με το Δ.9-2-1926 ΦΕΚ Α55/1926 και αναγνωρίστηκε σαν ξεχωριστή Κοινότητα με το Δ.18-9-1928,ΦΕΚ 203/1928. Ο συνοικισμός Ματζάρ-Τζιφλίκ ή Φίλιπποι μετονομάστηκε σε Υδρόμυλους με το Δ.14-1-1932, ΦΕΚ Α19/1932 και αναγνωρίσθηκε σαν ξεχωριστή κοινότητα με το Δ.31-12-1934, ΦΕΚ Α3/1935. Ο συνοικισμός Πούρνατζικ μετονομάστηκε σε Βρυσούλες το 1961. Με το ΠΔ 161/ΦΕΚ.Α105/6-7-1994 η Κοινότητα Φιλίππων συνενώθηκε από 1-1-95 με τις Κοινότητες Κρηνίδων, Λυδίας, Πολυστύλου και Δάτου δημιούργησαν τον Δήμο Φιλίππων με έδρα τις Κρηνίδες. Με το Ν.2539/ΦΕΚ.Α.244/4-12-1997 συνενώθηκαν από τις 1-1-1999 με τον Δήμο Φιλίππων και οι Κοινότητες Ζυγού, Κρυονερίου, Λημνιών, Πολυνέρου, Παλιάς Καβάλας, Κορυφών και Αμυγδαλεώνα. Με τον Ν.3852/2010 και το Πρόγραμμα "Καλλικράτης" ο Δήμος Φιλίππων συνενώθηκε με τον Δήμο Καβάλας και συστάθηκε ο Δήμος Καβάλας. Με την απογραφή του 2011 το χωριό Φίλιπποι έχει 894 κατοίκους. ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ Οι πρόσφυγες που ήρθαν στο χωριό προέρχονταν από Χώρα, Μηλιό, Γάνο, Στέρνα, Σιμιτλή, Σκεπαστό, Μάδυτο, Πασάκιοϊ, Κερμαστή, Κιουπλού, Προύσα, Αζατλί, Σπάρτη, Βουρνόβα, Σμύρνη, Άδανα, Νικόπολη, Νίγδη, Μάδεν, Κιολτσούκ, Νικομήδεια, Κεσσάνη, Μπάφρα, Αμισό, Μερζιφούντα, Κάβζα, Χορτόλιμνη, Κερασούς, Οδεμήσιο, Αϊδίνιο, Τσορούμ, Άγκυρα, Γκεϊβέ, Μενεμένη, Βέϊκο και Καισάρεια. Στο χωριό εγκαταστάθηκαν και Αρμένικες οικογένειες. Η υποδοχή των προσφύγων γινόταν στο κτήριο που προορίζονταν για βουλγαρικό σχολείο και στη συνέχεια τους εγκαθιστούσαν σε κενά σπίτια ή σε τμήματα σπιτιών που κατοικούσαν οι ντόπιοι κάτοικοι. Πρόεδρος του χωριού το 1924 διορίστηκε ο Χρήστος Λυμπερίδης. Το 1926 έγιναν κοινοτικές εκλογές και αναδείχτηκε αιρετός πρόεδρος αυτήν τη φορά ο Χρήστος Λυμπερίδης. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία και συγκεκριμένα με την καλλιέργεια αραβόσιτου, σιτηρών, αμπέλου και την καπνοκαλλιέργεια. Με την κτηνοτροφία ασχολούνταν κυρίως οι Σαρακατσάνοι που διέμεναν σε σκηνές και καλύβες στις δυτικές παρυφές. Το 1927 χτίστηκε το κοινοτικό κατάστημα και το 1929 Κέντρο Υγείας. Μέχρι το 1930 κατασκευάστηκαν τρεις ανοικτές δεξαμενές άρδευσης. Το 1939 ήρθαν στο χωριό πρόσφυγες Πόντιοι από τη Ρωσία οι οποίοι είχαν αποκλειστεί εκεί κατά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-1924. ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ Ένα ξεχωριστό κομμάτι της ιστορίας του χωριού μας αποτελούν οι Σαρακατσαναίοι. Μετά τη συνθήκη της Λωζάνης και την ανταλλαγή πληθυσμών αποφάσισαν να εγγραφούν στις κοινότητες που βρίσκονταν κοντά στις βοσκές που χρησιμοποιούσαν εκείνη την εποχή. Έτσι το 1924 γράφτηκαν οι πρώτες οικογένειες στα μητρώα της Κοινότητας Σέλιανης και στην απογραφή του 1928 εμφανίζονται 76 άτομα σαν Σκηνίτες- Κτηνοτρόφοι. Αρχικά διέμεναν σε σκηνές στο ανατολικό τμήμα του συνοικισμού Πούρνατζικ που αργότερα τις μετέτρεψαν σε καλύβες και ασχολούνταν αποκλειστικά με την κτηνοτροφία. Από τις αρχές του 1960 άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία ενώ τα κοπάδια λιγόστευαν όλο και περισσότερο. Σταδιακά εγκατέλειψαν τις καλύβες φτιάχνοντας σπίτια. Σήμερα το Πούρνατζικ πλέον αναφέρεται παντού ως Βρυσούλες. ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ - ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ Στις 4 Οκτωβρίου του 1941, 25 κάτοικοι των Φιλίππων εκτελέστηκαν από τις βουλγαρικές δυνάμεις Κατοχής, ενώ παράλληλα ο οικισμός βομβαρδίστηκε από δυνάμεις πυροβολικού του βουλγαρικού στρατού ως αντίποινα για το ξέσπασμα της εξέγερσης της Δράμας. Καλοκαίρι του 1941. Οι Βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής ξεκίνησαν από τα μεγάλα χωριά της Δράμας ένα πρόγραμμα τρομοκράτησης των κατοίκων με στόχο την οριστική επιβολή της κατοχικής εξουσίας, την υποταγή και πιθανόν τον εκβουλγαρισμό του πληθυσμού. Τέλος Σεπτεμβρίου κυκλοφόρησε η φήμη ότι ήρθε η σειρά της Καβάλας. Οι Φίλιπποι, εκείνη τη εποχή, ήταν το κεφαλοχώρι της περιοχής και έτσι ο φόβος άρχισε να κυριεύει τους κατοίκους του. Πολλοί εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και κρύφτηκαν στους γύρω λόφους. 3η Οκτωβρίου 1941. Φεύγει από το χωριό ο βούλγαρος πρόεδρος Μπόρις Στόεφ πληροφορώντας τους κατοίκους ότι πρόκειται να γίνει επιδρομή ανταρτών στο αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα και έτσι το χωριό κινδυνεύει να γίνει πεδίο μάχης. Διαβεβαίωσε όμως ότι ο βουλγάρικος στρατός θα κάνει ότι είναι δυνατόν να προστατεύσει το χωριό. Η υπόθεση ήταν προφανώς κατασκευασμένη από τη δύναμη κατοχής αφενός γιατί δεν υπήρχαν βέβαιες πληροφορίες για δράση οργανωμένου αντάρτικου στην περιοχή, αφετέρου δε επειδή η μορφολογία του εδάφους δεν δικαιολογούσε τέτοια ενέργεια. Τη διοίκηση του χωριού ανέλαβε ο αστυνόμος Ιβάν Στογιάνοφ με πρωτοπαλίκαρο τον χωροφύλακα Γκιόσο, που με φρίκη τους θυμόντουσαν για πολλά χρόνια στο χωριό. Το απόγευμα της ίδιας μέρας άρχισε από το αεροδρόμιο ο κανονιοβολισμός της περιοχής γύρω από το χωριό και κράτησε για μια περίπου ωραία. Η σκηνοθεσία για δήθεν απόκρουση της επίθεσης άρχισε. Στη διάρκεια της νύχτας όσοι κάτοικοι του χωριού μπόρεσαν, έφυγαν στα γύρω βουνά, πολλοί κρύφτηκαν στα πηγάδια του καπνού ή όπου αλλού νόμισαν ότι είναι ασφαλείς. Ήταν όμως και αρκετοί που δεν πίστευαν ότι θα συμβεί κάτι κακό και πως όλα τελείωσαν με τους κανονιοβολισμούς. 4η Οκτωβρίου 1941. Πριν ξημερώσει ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί στο χώρο του ιατρείου όπου στεγάζονταν ο Βουλγαρικός αστυνομικός σταθμός. Αυτοί που έμειναν κοντά στον σταθμό είδαν τους Βούλγαρους χωροφύλακες να πυροβολούν και να σπάζουν τα τζάμια του σταθμού ή να τρέχουν άσκοπα γύρω από το κτίριο και να πυροβολούν στον αέρα. Το πρωί βρήκε το χωριό σε ησυχία, δε φάνηκε να δίνεται συνέχεια στα γεγονότα της νύχτας. Μερικοί άρχισαν να πηγαίνουν στις δουλειές τους. Στις 9 άρχισε και πάλι ο κανονιοβολισμός της περιοχής από το αεροδρόμιο που κράτησε για μισή περίπου ώρα. Κατόπιν δύο ομάδες ιππικού, η μία από τις πλαγιές του Προφήτη Ηλία και η άλλη από τον κεντρικό δρόμο πλησιάζουν το χωριό με πρόφαση την επιβολή της τάξης. Πρώτα θύματα ο Ηλίας Χατζηχαραλάμπους 18 ετών και ο Γιάννης Αρτοποιάδης 18 ετών που συλλαμβάνονται από τους στρατιώτες και μόλις τους παραδίδουν στον Στογιάνωφ τους εκτελεί. Την ίδια περίπου ώρα στον συνοικισμό του Σαρρή Καγιά σκοτώνουν στην αυλή του σπιτιού του τον ανάπηρο Χρήστο Γεωργιάδη 48 ετών. Οι Βούλγαροι έφιπποι φεύγουν για λίγο προς τα υψώματα του Βουνοχωρίου δήθεν για να κυνηγήσουν αντάρτες. Μέσα στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία βρίσκουν κρυμμένους και εκτελούν δύο βοσκούς, τον Γιάννη Βδέλλα 54 ετών και τον Στράτο Καυκαλίδη 64 ετών. Την ίδια ώρα στο χωριό ο Στογιάνοφ με τους χωροφύλακες του ξεκινά ένα ανεπανάληπτο όργιο. Φόνοι, λεηλασίες, αρπαγές, εμπρησμοί και βιασμοί. Ξεκινούν από το σπίτι του Κώστα Πούλια που, αφού φόρτωσαν όλα τα υπάρχοντα σε κάρα, το παραδίδουν στις φλόγες. Η προσπάθειά τους να εντοπίσουν την οικογένεια ήταν μάταιη. Στη συνέχεια εκτελούν τον Θεμιστοκλή Μωραϊτίδη 69 ετών, τη γυναίκα του Πολυξένη 52 ετών, λεηλατούν το σπίτι τους και το παραδίδουν στις φλόγες. Ακολουθεί ο βιασμός σε ένα στάβλο της Αλίκης Τσιμπερή 17 ετών και της Ξανθίππης Κλίκη 17 ετών επίσης. Στον ίδιο στάβλο οδηγούν και την υπόλοιπη οικογένεια Τσιμπερή, τη Θωμαή 52 ετών, τον Κοσμά 35 ετών, τον Παναχάρη 28 ετών, την Πελαγία 22 ετών και την Κασσάνδρα 3 ετών καθώς και τη Σουλτάνα Κλίκη 48 ετών και τους σκοτώνουν με χειροβομβίδες. Κατόπιν ήρθε η σειρά του συνοικισμού Πούρνατζικ. Στον δρόμο προς τον συνοικισμό συναντούν τον Γιώργο Παπαδήμα 50 ετών και τον εκτελούν. Λεηλατούν το σπίτι του Βρασίδα Παναγιωτίδη αλλά δεν βρίσκουν την οικογένειά του. Την ώρα όμως που αποχωρούσαν από το πηγάδι του καπνού ακούστηκε το κλάμα ενός μωρού. Χωρίς να διστάσουν ανοίγουν το πηγάδι και εκτελούν επί τόπου τη Φλωρεντία 42 ετών, τις κόρες της Ζωή 16 ετών και Βασιλική Μπακαλοπούλου 21 ετών μαζί με το 9 μηνών αβάπτιστο μωρό της. Ο Βρασίδας βαριά τραυματισμένος κατόρθωσε να επιζήσει. 5η Οκτωβρίου 1941. Το όργιο συνεχίζεται. Εκτελούνται ο Δημήτριος Τσιρόπουλος 46 ετών, ο Απόστολος Κυριακού 50 ετών, ο Απόστολος Μηλιάδης 52 ετών ο Πέτρος Μεκίκης 32 ετών και ο Σπύρος Μυτιληναίος 55 ετών. Ο τρόμος κι ένα σύννεφο μαύρου καπνού σκεπάζουν το χωριό. Το απόγευμα της ίδιας μέρας οι στρατιώτες και οι χωροφύλακες συγκεντρώνουν όλους τους κατοίκους του χωριού στο χώρο μπροστά από τον αστυνομικό σταθμό. Απέναντι τους είναι στημένα μία σειρά πολυβόλα. Οι στιγμές είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Γίνονται έντονες διαβουλεύσεις μεταξύ του στρατού και της χωροφυλακής. Κάποια στιγμή οι στρατιώτες παίρνουν θέση μπροστά στα πολυβόλα. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ο θόρυβος μιας μηχανής και σε λίγο έφτασε ένας γερμανός στρατιώτης. Αναζήτησε τον επί κεφαλής των στρατιωτών και του παρέδωσε ένα φάκελο. Αυτός αφού τον άνοιξε και διάβασε το περιεχόμενο διέταξε αμέσως τους συγκεντρωμένους να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Την τελευταία στιγμή απετράπησαν τα χειρότερα, δηλαδή η μαζική σφαγή των κατοίκων του χωριού. 6η Οκτωβρίου 1941. Επιστρέφει στο χωριό ο Πρόεδρος Βόρις Στόεφ και συγχαίρει τον Στογιάνοφ γιατί, δήθεν, κατόρθωσε να επιβάλει την τάξη. Το απόγευμα της ίδιας μέρας μια σειρά από κάρα φορτωμένα με τα προϊόντα της λεηλασίας ξεκινά για την Καβάλα. Όμως ο χορός του αίματος δεν τελείωσε ακόμη. ΄Εξω από το χωριό στη θέση Αλώνια εκτελούν τον Γιώργο Μωραιτίδη 33 ετών. Ήταν το τελευταίο θύμα της επιχείρησης εκκαθάρισης και τρομοκρατίας των φασιστικών βουλγάρικων δυνάμεων κατοχής.4 Το 1948 το χωριό επεκτείνεται. Σε αυτό το διάστημα εγκαταστάθηκαν στο χωριό αρκετές οικογένειες από τα χωριά Βουνοχώρι, Λημνιά και Λυκόστομο. Ο συνοικισμός Σαρή-Καγιά εγκαταλείπεται. Το 1961 το χωριό αποκτάει ρυμοτομικό σχέδιο. Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ Ο Ιερός Ναός των Φιλίππων είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, τον Ευαγγελιστή Ιωάννη το Θεολόγο και τον Απόστολο Παύλο. Θεμελιώθηκε το 1932 και εγκαινιάστηκε το 1938. Από το 1922-1924 σαν ναός χρησιμοποιήθηκε η ΒΑ αίθουσα του κτηρίου του ΚΠΕ. Τον Μάρτιο του 1924 μετά την αναχώρηση των Μουσουλμάνων μετατράπηκε σε ναό μετά από ανακαίνιση ένα τζαμί. Το τζαμί που μετετράπη σε εκκλησία αφιερώθηκε στον Ευαγγελιστή Ιωάννη το Θεολόγο σε ανάμνηση του ναού, με το ίδιο όνομα, στο χωριό Μηλιό από όπου προέρχονταν οι πρόσφυγες. Ιερέας ήταν ο Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Κρυστάλλης. Όταν κατασκευάστηκε ο νέος ναός υπήρχε διαμάχη μεταξύ των κατοίκων για το όνομα που θα έδιναν στο ναό, αφού οι Μικρασιάτες ήθελαν να αφιερωθεί ο ναός στην Παναγία για να τιμήσουν την εικόνα που έφεραν από το Αζατλί της Προύσας και οι Θρακιώτες ήθελαν να αφιερωθεί ο ναός στον Ευαγγελιστή Ιωάννη το Θεολόγο. Τελικά τη λύση έδωσε ο τότε Μητροπολίτης Φιλίππων Νεαπόλεως Χρυσόστομος. Την εικόνα έφεραν στο χωριό ο Νίκος Μιχαηλίδης και ο Νίκος Χατζηκυριάκος από το Αζατλί. Την πήραν με κίνδυνο της ζωής τους την ώρα του διωγμού ενώ η εκκλησία του χωριού είχε παραδοθεί στις φλόγες από τους Τούρκους. Την εικόνα αυτή την είχε βρει κάποιος Τούρκος σκάβοντας στα χωράφια του στη θέση Μπελίκ - Τσιφλίκ. Ήταν μια περιοχή με την ονομασία Φιλιππούπολη δίπλα στο Αζατλί. Πίσω από την εικόνα υπάρχουν κάποια σημάδια από μαχαίρι τα οποία, λέγεται, ότι έγιναν επειδή ο Τούρκος έκοβε εκεί τον καπνό του. Μετά από καβγά την εικόνα την πήρε κάποιος άλλος Τούρκος και την τοποθέτησε στο σπίτι του. Όταν το έμαθαν οι Χριστιανοί του Αζατλί ζήτησαν να τους την παραδώσει αλλά αυτός αρνήθηκε κατηγορηματικά. Τελικά μετά από παρέμβαση του Νομάρχη Προύσας και την καταβολή ενός σημαντικού χρηματικού ποσού η εικόνα παραδόθηκε στους Χριστιανούς. Το 1837 έστειλαν την εικόνα στην Προύσα όπου ένας τεχνίτης ο Χατζής Ιωάννης Καλπάκογλου την έντυσε με ασήμι και χρυσό. Κατόπιν ή εικόνα τοποθετήθηκε στο Ναό του χωριού που μετονομάστηκε προς χάριν της σε Ιερό Ναό Παναγιάς Φανερωμένης. Η εικόνα απέκτησε τη φήμη της θαυματουργού και κάθε Δεκαπεντάυγουστο συνέρρεαν στο Αζατλί χιλιάδες πιστοί από όλη την περιοχή της Προύσας, για να προσκυνήσουν. ΞΩΚΛΗΣΙΑ Τα δυο ξωκλήσια του χωριού των Φιλίππων που είναι αφιερωμένα στον Προφήτη Ηλία και την Αγία Παρασκευή αποτελούσαν χώρο λατρείας και για τους παλιούς μουσουλμάνους κατοίκους του χωριού. Προφήτης Ηλίας Το παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία κτίστηκε περίπου το 1780 από Μουσουλμάνους και ήταν αφιερωμένο σε ένα "Μπαμπά" του Τάγματος Μπεκτασήδων. Μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία και αφιερώθηκε στον Προφήτη Ηλία το 1924. Επειδή η πρόσβαση στην κορυφή του λόφου ήταν δύσκολη, το 1973 κτίστηκε ένα παρεκκλήσι, στους πρόποδες του ίδιου λόφου με την ίδια ονομασία. Αγία Παρασκευή Την πηγή της Αγίας Παρασκευής, αν τη συνδυάσουμε με τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής, βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι υπάρχει χιλιάδες χρόνια. Οι μουσουλμάνοι που κατοικούσαν το χωριό μέχρι το 1924 θεωρούσαν ότι το νερό της ήταν θαυματουργό και θεράπευε από την ελονοσία. Για τον λόγο αυτό την ονόμαζαν Σιτμά-Σού δηλαδή νερό της θέρμης. Όσοι προσβάλλονταν από ελονοσία λούζονταν στο νερό της πηγής και άφηναν σαν αφιέρωμα ένα ρούχο τους, πάνω σε ένα πουρνάρι από αυτά που βρίσκονταν γύρω από την πηγή. Υπάρχει επίσης μια πληροφορία ότι ο τόπος ήταν ιερός για το Τάγμα των Μπεκτασήδων επειδή στο σημείο εκείνο πέθανε ένας "Μπαμπά" και χαρακτήρισαν τον χώρο γύρω από την πηγή "Ντεντέ". Πριν από χρόνια και σε απόσταση 30 περίπου μέτρων ΒΑ από την πηγή αποκαλύφθηκε ένας τάφος. Στο πλατάνι που ήταν δίπλα στην πηγή οι μουσουλμάνοι είχαν τοποθετημένες εικόνες χριστιανών Αγίων. Το φαινόμενο να βρίσκονται εικόνες χριστιανικές σε αμιγώς μουσουλμανικά χωριά παρατηρήθηκε και αλλού στην περιοχή. Ίσως να ήταν κατάλοιπο της παλιάς θρησκείας των κατοίκων αφού οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού των Φιλίππων ήταν Ελληνόφωνοι που εξισλαμίστηκαν βίαια το 1770. Πάντως η περιοχή γύρω από την πηγή, τόσο την εποχή που κατοικούσαν μουσουλμάνοι όσο και μετά τον εποικισμό από τους πρόσφυγες συνοδεύονταν από διάφορους θρύλους που αφορούσαν ιδίως κρυμμένους θησαυρούς. Ίσως σε αυτό να έχουν συντελέσει οι πολλές στοές μεταλλείων που υπάρχουν γύρω από την πηγή, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη της Κλασσικής, Ρωμαϊκής και Βυζαντινής περιόδου καθώς επίσης και πλήθος βραχογραφιών. Οι χριστιανοί κάτοικοι θεώρησαν το νερό σαν αγίασμα και έκτισαν ένα μικρό εκκλησάκι σε μορφή φούρνου πάνω σε ένα μεγάλο βράχο απέναντι από την πηγή και το αφιέρωσαν στην Αγία Παρασκευή. Επίσης κράτησαν και αυτοί το έθιμο να αφήνουν, σε ένδειξη λατρείας, ένα ρούχο τους πάνω στους θάμνους, γύρω από την πηγή. Η συνήθεια αυτή διατηρείται μέχρι σήμερα. Το 1980 γκρεμίστηκε το εκκλησάκι, κομματιάστηκε ο βράχος και στη θέση του κτίστηκε η εκκλησία που υπάρχει σήμερα. ΒΡΑΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΦΙΛΙΠΠΩΝ Στην περιοχή των Φιλίππων υπάρχουν μνημεία της φύσης αλλά και μνημεία, ανεκτίμητης πολιτιστικής αξίας, της ανθρώπινης παρουσίας διαχρονικά. Ένα τέτοιο μνημείο αποτελούν οι Βραχογραφίες των Φιλίππων. Οι Βραχογραφίες είναι παραστάσεις ζώων, εργαλείων, ανθρώπων και άλλων πραγμάτων που βρίσκονται χαραγμένες πάνω σε επίπεδες επιφάνειες βράχων. Ίσως ν’ αποτελούν και τα πρώτα σημάδια της προσπάθειας του ανθρώπου να εκφραστεί καλλιτεχνικά. Οι βραχογραφίες έγιναν για πρώτη φορά ευρύτερα γνωστές απο ανακοίνωση του Γεωλόγου Λαζάρου Χατζηλαζαρίδη στο Α' Πανελλήνιο Συμπόσιο που έγινε απο την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία στις 13-15 Δεκεμβρίου 1981 στην Αθήνα, με την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού. Σημαντική πάνω στην καταγραφή, αποτύπωση, ερμηνεία και συγκριτική μελέτη των βραχογραφιών είναι η εργασία του ειδικού ερευνητή Γεώργιου Δημητριάδη του Centro Camuno di Studi Preistorici. Το ίδρυμα αυτό με εξουσιοδότηση της UNESCO ανέλαβε την καταγραφή του παγκόσμιου ιστού των βραχογραφιών. Από τη συγκριτική μελέτη του κ. Δημητριάδη διαπιστώνεται η ομοιότητα που παρουσιαζουν ορισμένες βραχογραφίες των Φιλίππων με βραχογραφίες της Valcamonica στην Ιταλία και του Tanum στη Σουηδία, ενώ δυο βραχογραφίες θυμίζουν έντονα κάποια αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν οι Κέλτες. Τα μοτίβα έχουν ως κεντρικό θέμα τον πολεμιστή με δόρατα, ασπίδες, τόξα, σπαθιά και αναπαραστάσεις αλόγων και έφιππων πολεμιστών.
Παραπομπές
4.Από το βιβλίο του Πολιτιστικού Συλλόγου Φιλίππων «ΣΕΛΙΑΝΗ – ΜΕΣΟΡΕΜΑ – ΦΙΛΙΠΠΟΙ. Ένας αιώνας». Συγγραφή: Κώστας Πούλιας, σελ.63-65.