Πληροφορίες
Το Κεφαλόβρυσο (πρώην Μετζιτιέ ή Μετζητιές, βλάχικα: Μιτζιντέι) είναι ορεινό χωριό του Δήμου Πωγωνίου στον Νομό Ιωαννίνων, που συστάθηκε με το πρόγραμμα Καλλικράτης. Βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Βαλαώρα. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είχε 838 κατοίκους.
Γενικά και ιστορικά στοιχεία
Σύμφωνα με μαρτυρίες, το χωριό ιδρύθηκε από τον τσέλιγκα Φώτη Νάστα (Κούρος) και στη συνέχεια ήρθαν και άλλες φάρες (σόγια) κατά το 1840. Όλα τα σόγια διέθεταν πριν από τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο κατοικίες και στη Βόρεια Ήπειρο την οποία οι περισσότεροι από τους κατοίκους θεωρούν πατρίδα τους. Το σύνολο των ανθρώπων που έλκουν την καταγωγή από το Κεφαλόβρυσο ανέρχεται σε πλέον των 3.500 και διαμένουν και σε διαφορά άλλα χωριά του δήμου Πωγωνίου. Η δε τοπική γλώσσα είναι η βλάχικη. Οι κάτοικοι του Κεφαλόβρυσου δεν αυτοπροσδιορίζονται όπως οι άλλοι Βλάχοι ως Αρμάνοι, αλλά ως Ρεμένοι. Οι κάτοικοι του χωριού χωρίζονται σε φάρες που έμεναν κατά κανόνα (και μένουν ακόμη και σήμερα) συμπαγείς σε συγκεκριμένες περιοχές-μαχαλάδες του χωριού. Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η κτηνοτροφία και τυροκομία, ενώ αρκετοί είναι και εκείνοι που απασχολούνται στο (μοναδικό) εργοστάσιο, τη Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου - Χυτήρια και Ελασματουργία (θυγατρική της Ελληνικής Βιομηχανίας Όπλων), όπου κόβονται τα ελληνικά νομίσματα του ευρώ, καθώς επίσης κατασκευάζει κάλυκες και ταινίες χαλκού. Πριν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το Κεφαλόβρυσο ήταν από τα πλουσιότερα χωριά του Πωγωνίου. Υπολογίζεται ότι οι Κεφαλοβρυσίτες διατηρούσαν περί τα 50.000 πρόβατα. Λόγω της ενασχόλησης με την κτηνοτροφία, υπήρχαν και ανάλογες συνήθειες όπως η "ωμοπλατοσκοπία" που γινόταν από τους ηλικιωμένους συνήθως το Πάσχα, καθώς και στους γάμους όπου συνηθίζονταν να ψήνονται αρνιά. Ευρέως διαδεδομένο ήταν το παιχνίδι των παιδιών με τους "αστράγαλους" των ζώων που τους χάριζαν ως παιχνίδι οι σφαγείς των αρνιών και των προβάτων σε γάμους και γιορτές. Το Κεφαλόβρυσο γνώρισε στους 2 παγκοσμίους πολέμους την μπότα του κατακτητή με ιδιαίτερη αγριότητα, αφού είναι ένα από τα τέσσερα, χωριά του νομού Ιωαννίνων τα οποία πυρπόλησαν οι Γερμανοί κατά την πορεία τους για το Τρίτο Ράιχ. Οι ναζί εκτός από τις εκτελέσεις πυρπόλησαν και 44 σπίτια. Είναι η αρχή της ναζιστικής θηριωδίας, της φρίκης, στην Ήπειρο. Την προηγούμενη ημέρα, στις 9 Ιουλίου 1943, μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο Μαυροβούνιο η γερμανική μεραρχία Εντελβάις με 24.000 άνδρες, περνά τα ελληνοαλβανικά σύνορα και μπαίνει στην Ήπειρο. Ήταν Σάββατο 10 Ιουλίου 1943. Οι περισσότεροι στο Κεφαλόβρυσο έφυγαν στο βουνό για να γλιτώσουν. Έμειναν πίσω 25 άνδρες ανάμεσά τους ο παπάς, ο γραμματέας, κτηνοτρόφοι, ο σιδεράς και κάποιοι ανήμποροι. Ακολούθησε η φρίκη. Συνελήφθησαν όλοι και κρατήθηκαν σε δύο σπίτια. Οι 3 από τους 25 κατάφεραν να δραπετεύσουν. Λίγες ώρες αργότερα οι υπόλοιποι άνδρες κάηκαν ζωντανοί μέσα στη φυλακή τους, τα δύο σπίτια όπου τους είχαν στοιβάξει. Το χωριό δεν ξεχνά και τιμά τους 22 εκτελεσθέντες από τα γερμανικά στρατεύματα στις 10 Ιουλίου του 1943 με εκδηλώσεις και καταθέσεις στεφάνων κάθε χρόνο. Μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο η ενασχόληση με την κτηνοτροφία έπαψε να είναι αποδοτική και οι περισσότεροι κάτοικοι αναγκάστηκαν κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1950 να μεταναστεύσουν στην Αθήνα και τη Γερμανία.