Πληροφορίες
Ο Τρίλοφος (παλαιά ονομασία Διαβόρνιτσα ή Γιαβόρτσα και Νέα Κούκλαινα) είναι χωριό του νομού Ημαθίας. Διοικητικά υπάγεται στο δήμο Βέροιας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 έχει 522 κατοίκους.
Πληθυσμιακά στοιχεία
Ιστορία
Ο οικισμός του Τριλόφου απέχει 8 χιλ. βόρεια από τη Βέροια και βρίσκεται σε μία εξαιρετική τοποθεσία πάνω σε χαμηλούς λόφους στους πρόποδες του Βερμίου. Η περιοχή είναι ιδιαίτερα ευνοημένη ως προς τη γεωμορφολογία της, καθώς στα δυτικά προστατεύεται από τον ορεινό όγκο που εξασφαλίζει ένα ήπιο κλίμα, ενώ στα ανατολικά απλώνεται ο εύφορος κάμπος της Ημαθίας. Ανάμεσα στους λόφους κατεβαίνουν από τις πηγές του βουνού ρέματα και χείμαρροι που καταλήγουν στην πεδιάδα. Το φυσικό αυτό ανάγλυφο προσέφερε ιδανικές συνθήκες διαβίωσης και υπήρξε ο κύριος λόγος για την εγκατάσταση εδώ ανθρώπων από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους.
Αρχαιότητα
Στην περιοχή έχουν εντοπιστεί πολλές νέες θέσεις οικισμών και νεκροταφείων, που συγκροτούν ένα πυκνό δίκτυο αρχαιολογικών χώρων. Οι αρχαιότητες χρονολογούνται από την Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο έως και τα μεταβυζαντινά χρόνια. Από ολόκληρη την περιοχή έχουν περισυλλεχθεί ή παραδοθεί κατά καιρούς μεμονωμένα κινητά αρχαία που αποδεικνύουν την πυκνότητα της κατοίκησης διαχρονικά. Προϊστορικά ευρήματα έχουν εντοπιστεί σε φυσικό λόφο που βρίσκεται ανατολικά της κοινότητας Τριλόφου όπου είναι χτισμένο το εξωκλήσι του Αγίου Τρύφωνα. Ο λόφος στη μεγαλύτερη έκτασή του καλλιεργείται ή έχουν οικοδομηθεί πάνω του οικίες. Λόγω της εκτεταμένης καλλιέργειας και της οικοδόμησης η επιφανειακή περισυλλογή απέδωσε ελάχιστη και αδιάγνωστη χρονολογικά κεραμική. Υπάρχουν λιγοστά χειροποίητα όστρακα που ανήκουν στα προϊστορικά χρόνια αλλά δεν δίνουν ασφαλείς χρονολογικές ενδείξεις για την εγκατάσταση της θέσης. Ο Βρετανός αρχαιολόγος Ντέιβιντ Χάρρυ Φρενς (David Harry French) στην επιφανειακή έρευνα του 1964 περισυνέλεξε 19 όστρακα, που χρονολόγησε στην Αρχαιότερη, Νεότερη Νεολιθική και στα ιστορικά χρόνια. Στην κεραμική της Αρχαιότερης Νεολιθικής (περίπου 6500 με 5600 π.Χ.) διέκρινε τις ομάδες: α) ερυθρής στιλβωμένης και β)με ροζ επίχρισμα. Στη Νεότερη Νεολιθική περίοδο (περίπου 5300 με 4500 π.Χ.)αναγνώρισε μόνο την κατηγορία της μαύρης στιλπνής κεραμικής. Σε νεότερη επιφανειακή, πάλι, έρευνα στον λόφο οι αρχαιολόγοι Ν. Μερούσης και Λ.Στεφανή περισυνέλεξαν λιγοστή και χρονολογικά αδιάγνωστη κεραμική. Το 2006 ένας άλλος νεολιθικός οικισμός εντοπίστηκε σε σωστική ανασκαφή στη θέση Καζάνι, ανάμεσα σε δύο κλάδους του ρέματος Καλιμπάκος και σε απόσταση 500 μέτρων βόρεια περίπου από τον σημερινό οικισμό. Η εγκατάσταση χρονολογείται στη Μέση Νεολιθική (5800 - 5300 π.Χ.) και τη Νεότερη Νεολιθική Ι (5300 - 4800 π.Χ.). Περισυλλέχθηκε μεγάλος αριθμός ευρημάτων (κεραμική, λίθινα εργαλεία, τμήματα ανωδομής τοίχων καθώς και ολόκληρα κομμάτια πήλινων δαπέδων). Σε πρόσφατη (2015) σωστική ανασκαφή, για την κατασκευή του νέου κόμβου στον άξονα του δρόμου Βέροιας - Σ.Σ.Ναούσης περίπου 3 χιλιόμετρα ανατολικά του οικισμού, εντοπίστηκαν δύο μικρά εργαστήρια κεραμικής με φούρνο που χρονολογούνται στα 300 με 100 π.χ. Τα ευρήματα μετά από την αποτύπωσή τους καταχώθηκαν και πάλι. Στη θέση Μπας- Καρτέρ και πάνω στον δρόμο που ένωνε την αρχαία Βέροια με τη Μίεζα εντοπίσθηκε οικισμός με αγροτικό - βιοτεχνικό χαρακτήρα και με διάρκεια ζωής από τους υστεροκλασικούς χρόνους (400 - 323 π.Χ.) έως τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Αποτελούσε πιθανότατα μία ακόμη κώμη στη χώρα της αρχαίας Βέροιας, πάνω στον αρχαίο δρόμο που οδηγούσε από αυτήν προς τη Μίεζα. Στη θέση Βρανά Πέτρα, βόρεια του Τριλόφου, στην περιοχή του σημερινού νεκροταφείου του χωριού εντοπίστηκαν υπολείμματα τοίχων κτηρίων καθώς και κεραμική ελληνιστικών έως και παλαιοχριστιανικών χρόνων. Στην περιοχή τοποθετείται οικισμός που χρονολογείται την εποχή αυτή. Από το προαύλιο της αυλής της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, που είναι ο κοιμητηριακός ναός του χωριού, προέρχεται ένα τμήμα μιας μαρμάρινης επιτύμβιας στήλης, η οποία παραδόθηκε από τον Ηλία Ανδρεάδη το 1979 στην Εφορεία Αρχαιοτήτων. Συνολικά από την περιοχή του Τριλόφου έχουν συλλεχθεί : 1) τμήμα μαρμάρινου τραπεζοφόρου, 2) τμήμα πλευράς σαρκοφάγου, 3) μαρμάρινη ιωνική βάση κίονα, 4) μαρμάρινη βάση του 4ου αιώνα π.Χ. με αναθηματική επιγραφή στον Ποσειδώνα : \....Α\μύντα Ποσειδώ\νι..., 5) στήριγμα μαρμάρινου τραπεζοφόρου, 6) τμήμα επιτύμβιας στήλης και μία δεύτερη ακέραιη επιτύμβια στήλη και 7) δύο ιωνικά κιονόκρανα. Η περιοχή έχει χαρακτηριστεί ως αρχαιολογικός χώρος (ΥΑ 15794/19-12-1961 - ΦΕΚ 35/Β/2-2-1962).
Οθωμανική περίοδος
Σύμφωνα με το τουρκικό αρχείο της Βέροιας, η ύπαρξη του σύγχρονου οικισμού βεβαιώνεται από το 1627. Από το 1640 σώζονται δύο αποφάσεις (αγοραπωλησία κτημάτων η πρώτη και σχετικά με διαφιλονικούμενους αγρούς η άλλη) του Ιεροδικείου Βέροιας που αναφέρονται σε κατοίκους του χωριού Διαβόρνιτσα ή Γιαβόρνιτσα ή Γιαβίρνιτσα. Το 1668 ο Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή πέρασε από τον Τρίλοφο και το αναφέρει - με το όνομα Γιογουρνίτσα - ως ένα εύφορο γεωργικό χωριό. Σε μαρτυρία σχετικά με περιοδεία του Μητροπολίτη Δανιήλ ( 1769 – 1799; ), που έγινε μετά το 1770, αναφέρεται ότι η Αρχιερατική εισφορά του την οποία απέδιδαν οι χριστιανοί κάτοικοι ήταν 1.830 γρόσια. Αν υπολογιστεί ότι το κάθε στεφάνι (οικογένεια) είχε υποχρέωση να καταβάλει ετήσια αρχιερατική εισφορά περίπου 18 γρόσια – το 1/6 της τουρκ. λίρας, μπορεί να υπολογιστεί ο πληθυσμός του χωριού περίπου σε 101 οικογένειες και περίπου σε 500 χριστιανούς κατοίκους. Στα 1804 ο περιώνυμος Αλή Πασάς εισβάλει στους καζάδες της Βέροιας και της Νάουσας. Τότε αρπάζει περιουσίες μουσουλμάνων και χριστιανών κατοίκων, απαιτεί την καταβολή ετήσιου φόρου και τοποθετεί στα καταλαμβανόμενα τσιφλίκια δικούς του επιστάτες (σουμπασήδες) όπως έγινε και στη Διαβόρνιτσα. Ο ελληνικός πληθυσμός υποφέρει τα πάνδεινα από την πλεονεξία του νέου κατακτητή εργαζόμενος σε καθεστώς τιμαριωτικής δουλείας και αποδίδοντάς του ετήσιο φόρο. Η κυριαρχία του διαρκεί ως το 1820. Πριν από την επανάσταση της Νάουσας το 1822 το μικρό χωριό ήταν γεωργικό τσιφλίκι Τούρκων ιδιοκτητών. Καταλυτικές στάθηκαν και οι καταστροφικές εξελίξεις (ο Χαλασμός) της Επανάστασης του 1822 στην περιοχή της Νάουσας και των χωριών του Βερμίου. Στη μάχη της Δοβράς (27 Μαρτίου 1822) στην πλάγια της Διαβόρνιτσας έστησαν τους πολεμιστές τους ο Ζαφειράκης Θεοδοσίου με τον Λάζο Ραμαντάνη. Ο Μεχμέτ Εμίν Αμπντούλ Αμπούντ Πασάς γνωστός ως Εμπού Λουμπούτ (Ροπαλοφόρος) αφάνισε 120 οικισμούς και χωριά της Μακεδονίας και μεταξύ αυτών τη Διαβόρνιτσα. Το χωριό λεηλατήθηκε, όσοι από τους κατοίκους συνελήφθησαν σφάχτηκαν επί τόπου, τα γυναικόπαιδα σκλαβώθηκαν και όλα παραδόθηκαν στις φλόγες. Αργότερα, κάποιοι από τους κατοίκους που είχαν κατορθώσει να επιβιώσουν επέστρεψαν και ξαναζωντάνεψαν το κατεστραμμένο χωριό. Ήταν από τα λίγα χωριά της περιοχής που επανασυστάθηκαν. Σε τουρκικό έγγραφο, με ημερομηνία 7/10/1822, όπου καταγράφονται οι περιουσίες Ελλήνων με σκοπό την κατάληψή τους από το Τουρκικό δημόσιο γίνεται λόγος για κτήματα του απίστου Αντωνίου, υιού του Τάσιου, κατοίκου του χωρίου Γιαβερνίτσης του καζά τούτου (Νάουσας), ακολουθήσαντος τους επαναστάτας και φονευθέντος κατά τον πόλεμον. Ανήκει στην ομάδα των ελληνόφωνων οικισμών της ανατολικής πλευράς του Βερμίου, ανάμεσα στη Βέροια και τη Νάουσα, μαζί με τη Φυτιά (Τσόρνοβο) και το Αρκοχώρι (Αρκουδοχώρι). Στην περιοχή ήταν ένα από τα παλαιότερα χειμαδιά των Βεροιάνων Βλάχων και ιδιαίτερα των κατοίκων του Κάτω Βερμίου (Σέλι) μιας και ένα από τα σημαντικά περάσματα από τον κάμπο της Ημαθίας προς τα ορεινά περνούσε από το χωριό, τη Φυτιά και από εκεί στο Σέλι. Στην αρχή έστηναν καλύβες κοντά στους εδραίους κατοίκους και στη συνέχεια νοίκιαζαν δωμάτια ή χώρους, ώσπου έχτισαν τα δικά τους.
Nεώτερα χρόνια
Στα δύσκολα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα (1904 - 08) αναφέρεται η παρουσία της δασκάλας Αθηνάς Ι. Πλάδα (γεννημένη στη Βέροια το 1887). Η οικογένειά της είχε εγκατασταθεί στη Διαβόρνιτσα και αυτή δίδασκε τα παιδιά του χωριού. Χρησιμοποιούσε το Αναγνωσματάριον του Γεώργιου Κωνσταντινίδη (εκδόσεις τυπογραφείου Α. Κορομηλά 1883). Αρραβωνιάστηκε κρυφά με τον μακεδονομάχο οπλαρχηγό Καπετάν Γαρέφη και έδρασε ως πληροφοριοδότης του στην περιοχή. Σύμφωνα με εκθέσεις και αναφορές του μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης Κωνστάντιου Ισαακίδη προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1898 στη Διαβόρνιτσα διαμένανε 20 χριστιανικές οικογένειες. Γύρω στα 1900 έχουμε την πληροφορία πως στο χωριό υπήρχαν 15 σπίτια και 60 χριστιανοί κάτοικοι. Το 1905 ο Brancoff αναφέρει 96 κατοίκους που τους καταγράφει λανθασμένα ως πατριαρχικούς Βούλγαρους. Σε πατριαρχική απογραφή των βλάχικων εγκαταστάσεων, το 1905, αναφέρεται η παρουσία στο χωριό 12 βλάχικων οικογενειών (περίπου 60 με 70 άτομα). Επίσης σε στατιστική έκθεση του Ελληνικού Προξενείου της Θεσ/νίκης το 1906 με 1907 αναφέρονται 75 παραχειμάζοντες Βλάχοι με καταγωγή από το Κάτω (οι 65) και Άνω Βέρμιο (οι 10). Το 1908 στατιστική του Ελληνικού Προξενείου της Θεσ/νίκης καταγράφει 12 οικογένειες και 52 κατοίκους (εκτός από τους Βλάχους). Το 1910 ο Χαλκιόπουλος αναφέρει 52 Έλληνες κατοίκους. Μέχρι και μετά την απελευθέρωση του 1912 (16 Οκτωβρίου) από τους Τούρκους το χωριό ήταν τσιφλίκι και το μισό από αυτό ανήκε στους αδελφούς Εμμανουήλ Μπέλλα από τη Νάουσα. Στην απογραφή του 1913, η Διαβόρνιτσα, που ανήκε στην Υποδιοίκηση Βερροίας του Νομού Θεσσαλονίκης, είχε 223 κατοίκους (119 άρρενες, 104 θήλεις). Η Διαβόρνιτσα της Υποδιοίκησης Βερροίας του Νομού Θεσσαλονίκης στην απογραφή του 1920 έχει 242 κατοίκους (121 άρρρενες, 121 θήλεις). Ευεργετική στάθηκε για τον τόπο η άφιξη των προσφύγων της Συνθήκης του Νεϊγύ (Νοέμβριος 1919) με τη Βουλγαρία και της ανταλλαγής των πληθυσμών που ακολούθησε. Το 1924 μία αρχικά μικρή ομάδα από 40 περίπου οικογένειες εγκαταστάθηκε στο χωριό. Το 1928 οι προσφυγικές οικογένειες που είχαν αποκατασταθεί στη Διαβόρνιτσα ήταν γύρω στις 105 και αριθμούσαν περίπου 505 ψυχές. Με καταγωγή από την Κούκλενα (σημερινή Κούκλεν/Куклен) της Ανατολικής Ρωμυλίας αύξησαν τον πληθυσμό της Νέας Κούκλενας της Επαρχίας Βερροίας του Νομού Θεσσαλονίκης, που το 1928 φτάνει τους 665 (330 άρρενες, 335 θήλεις) κατοίκους, και έφεραν μαζί τους τις ιδιαίτερες συνήθειες, τη λαλιά και τις παραδόσεις τους. Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο σκοτώθηκε ο Τριλοφίτης Κωνσταντίνος Σαρκατζής. Οι Γερμανοί κατέλαβαν την περιοχή της Βέροιας και φυσικά τη Νέα Κούκλενα, όπως μετονομάστηκε το χωριό (1-11-1926, Φ.Ε.Κ. 401/1926), τον Απρίλιο του 1941 και παρέμειναν μέχρι τον Οκτώβριο του 1944. Πολλοί είναι οι κάτοικοι που εντάχθηκαν σε αντιστασιακές οργανώσεις εναντίον των κατακτητών. Η απελευθέρωση της περιοχής εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της αποχώρησης των Γερμανών από τη Βόρεια Ελλάδα, εξαιτίας του φόβου αποκλεισμού της οδού επιστροφής μέσω Γιουγκοσλαβίας. Στις 27 Οκτωβρίου 1944 ξεκίνησε να εισέρχεται στην πόλη της Βέροιας ο ΕΛΑΣ και ο εφεδρικός ΕΛΑΣ, ως απελευθερωτές, ενώ η αποχώρηση των Γερμανών συνεχιζόταν. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες το απόγευμα της 29ης Οκτωβρίου εισήλθαν στην πόλη με οργανωμένα τμήματα το 16ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και ακολούθησε η πρώτη συγκέντρωση της απελευθέρωσης. Στις ίδιες ημερομηνίες απαλλάχτηκε και η Νέα Κούκλενα από τη ναζιστική κατοχή. Επί συνόλου 200 κατοικιών καταστράφηκαν, από τους Γερμανούς, 2 ολοσχερώς και καμία μερικώς. Πολλά ήταν τα δεινά που υπέφεραν οι κάτοικοι του χωριού στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου (1945 – 49). Αρκετοί οι νεκροί και οι εξόριστοι και από τις δύο παρατάξεις των αντιμαχομένων για την εξουσία. Όλος ο πληθυσμός, τον Μάρτιο του 1947, στα πλαίσια της εκκένωσης της υπαίθρου και του χαρακτηρισμού του ως «ανταρτόπληκτος» μετακινήθηκε και μεταφέρθηκε σε πρόχειρες κατοικίες στη Βέροια (περιοχή Σίσα) ή σε στρατιωτικά παραπήγματα στον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, όπου και παρέμεινε έως το 1949. Οι απογραφές που ακολούθησαν έδειξαν τον πληθυσμό (το 1940 κάτοικοι 644 - 331 άρρενες, 313 θήλεις, το 1951 κάτοικοι 675, με τη νέα ονομασία Τρίλοφος (η μετονομασία στις 28-04-1954, Φ.Ε.Κ. 91/1954), το 1961 κάτοικοι 834, το 1971 κάτοικοι 666, το 1981 κάτοικοι 687, το 1991 κάτοικοι 818, το 2001 κάτοικοι 661, το 2011 κάτοικοι 615 και το 2021 κάτοικοι 522). Στο χωριό πλέον οι κάτοικοι έχουν κυρίως καταγωγή ντόπια, θρακιώτικη, βλάχικη (υπολογίζονται σε 30 περίπου οικογένειες), ποντιακή κ.ά. Επίσης κατοικούν μετανάστες από άλλες χώρες. Το 1998 ο Τρίλοφος εντάχθηκε στο νεοσύστατο Δήμο Δοβρά. Σύμφωνα με τη Διοικητική μεταρρύθμιση Καλλικράτης ο Δήμος όπου ανήκει και ο Τρίλοφος εντάχθηκε το 2011 στο Δήμο Βέροιας.
Πολιτιστικοί Σύλλογοι
Στον Τρίλοφο δραστηριοποιείται ο Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Αριστοτέλης (έτος ίδρυσης 1981). Ο σύλλογος αυτός, εκτός από τη συμμετοχή του σε φεστιβάλ και διάφορες εκδηλώσεις, οργανώνει εορταστικό διήμερο με παραδοσιακούς χορούς και άλλες εκδηλώσεις στις 25 και 26 Οκτωβρίου με αφορμή την εορτή του Αγίου Δημητρίου. Άλλες εκδηλώσεις πραγματοποιούνται την Καθαρή Δευτέρα κατά την οποία προσφέρονται δωρεάν σαρακοστιανά εδέσματα, η γιορτή κρασιού με προσφορά κρασιού και τσίπουρου και το Αντάμωμα των Τριλοφιωτών. Επίσης, άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις τελούνται κατά τη διάρκεια του πανηγυριού του Αγίου Τρύφωνα (1 Φεβρουαρίου). Στον ομώνυμο λοφίσκο με το εξωκλήσι προσφέρεται κουρμπάνι (εορταστικό φαγητό για όλους τους παρευρισκόμενους) καθώς και κρασί ή τσίπουρο μιας και ο Άγιος θεωρείται προστάτης των αμπελουργών (η καλλιέργεια του αμπελιού είναι από τις σημαντικές αγροτικές ασχολίες των κατοίκων). Στο χωριό επίσης, εορτάζονται και οι Άγιοι Αθανάσιος (18 Ιανουαρίου και 2 Μαΐου) και Παρασκευή (26 Ιουλίου και Παρασκευή της Διακαινισίμου) καθώς υπάρχουν ομώνυμα εξωκλήσια. Στο χώρο του αθλητισμού δραστηριοποιείται η ομάδα ποδοσφαίρου με την επωνυμία «Ερμής».
Παραπομπές
Βιβλιογραφία
Ασημάκης, Σ., Τοπωνύμια οβα, οβο, ιστα, ιτσα, σσ. 64&200, Αθήνα 2015. Βουδούρης, Α., ''Η περιοδεία του Μητροπολίτου Δανιήλ στα χωριά της Επαρχίας Βέροιας κατά ανέκδοτο κώδικα της ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας'', Μακεδονικά, τόμος 35 (2005-06), σσ. 193-213. Βουδούρης, Α., ''Βλάχοι και σλαβόφωνοι στην επαρχία της Βέροιας μεταξύ 19ου και 20ου αιώνα: σύμφωνα με εκθέσεις και αναφορές του μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης Κωνστάντιου Ισαακίδη προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο(1897-1902)'', Χρονικά ιστορίας και πολιτισμού νομού Ημαθίας, τεύχ. 39, Σεπτ.- Δεκ. 2019, σσ. 39-68. Δεληκάρη, Α., ''Σλαβικά τοπωνύμια και μικροτοπωνύμια στα έγγραφα των μονών του Αγίου Όρους'', Πρώτο Διεθνές Επιστημονικό Εργαστήριο 2016, Θεσσαλονίκη 2021, σσ. 35-53. Δημητριάδης, Β., Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, διδακτ. διατριβή, Θεσσαλονίκη 1973. Ζιώγα, Ι.(επιμ.), ''Μορφωτικός πολιτιστικός σύλλογος Τριλόφου Αριστοτέλης'', Χρονικά ιστορίας και πολιτισμού Ν. Ημαθίας, Σεπτ.- Δεκ. 2018, τευχ. 36, σσ. 163-166. Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ερατεινή Ημαθία, Βέροια 2004. Καραδήμας, Δ., Καταστραφείσαι πόλεις και χωριά συνεπεία του πολέμου 1940-1945, Δνση Συντονισμού Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, Αθήνα 1946. Κουκούδης, Α., Οι Βεργιάνοι Βλάχοι και οι Αρβανιτόβλαχοι της Κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2001. Λιούλιας, Σ., ''Η απελευθέρωση της Βέροιας'', Εφημ. Χρονικά, αρ. φ. 2. Μερούσης,Ν. -Στεφάνη, Λ., ''Προϊστορικοί οικισμοί του Νομού Ημαθίας α' '', Μακεδονικά, τόμος 29 (1993-94), σσ. 339-366. Πουλακάκης, Ν. - Ψαθά, Ε., ''Παλαιότερες και νεότερες έρευνες στην περιοχή Τριλόφου - Στενημάχου'', Μακεδονικά, τόμος 39 (2010-12), σσ. 177-200. Πουλακάκης. Ν.- Ψαθά, Ε., ''Τρίλοφος, Μπας- Καρτέρ'', Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμος 61 (2006), Αθήνα 2014, σσ. 893-901. Χαρίσης, Α., Λεύκωμα: ιστορικό λαογραφικό υλικό του Τριλόφου Ημαθίας, Βέροια 2001. Χατζηκώστας, Α., Η Ημαθία στον Εμφύλιο 1946-1949. Χιονίδης, Γ., Ιστορία της Βέροιας της πόλεως και της περιοχής (τόμος δεύτερος ). Χιονίδης, Γ., Η απελευθέρωση της τουρκοκρατούμενης Βέροιας και η διένεξη Ε. Βενιζέλου – Κωνσταντίνου.