Πληροφορίες
Η Κουμαριά είναι οικισμός της Κεντρικής Μακεδονίας στην Περιφερειακή Ενότητα Ημαθίας.
Γενικά
Η Κουμαριά είναι κτισμένη στους πρόποδες του ανατολικού Βερμίου με μέσο υψόμετρο 780 μέτρα. Είναι Τοπική Κοινότητα του Δήμου Βέροιας (μαζί με τον οικισμό Ξηρολίβαδο). Βρίσκεται 13 χλμ. δυτικά της πόλης της Βέροιας και 12 χλμ. νότια του χιονοδρομικού κέντρου Σελίου. Έχει πληθυσμό περίπου 60 κατοίκων την χειμερινή περίοδο ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες ο πληθυσμός της αυξάνεται και φτάνει έως και 350 κατοίκους. Οι απογραφές πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είναι:
Ιστορία
Η Κουμαριά ήταν κάποτε ο μόνος οικισμός του Βερμίου που κατοικούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι κάτοικοί της είναι ως επί το πλείστον Βλάχοι και πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι πρόγονοι των σημερινών Βλάχων κατοίκων της Κουμαριάς εγκαταστάθηκαν σε αυτό, αφού πρώτα αγόρασαν το τσιφλίκι των 30.000 στρεμμάτων περίπου στα τέλη του 19ου αιώνα, προερχόμενοι από το Κάτω Βέρμιο και το Ξηρολίβαδο. Έλκουν την καταγωγή τους από τους ορεινούς οικισμούς των Γρεβενών και κυρίως από την Αβδέλλα και την Σαμαρίνα. Η αρχική ονομασία του ήταν Δόλιανη που σημαίνει χαμηλότοπος ή κοιλάδα. Το 1918 με το Βασιλικό Διάταγμα «Περί αναγνωρίσεων κοινοτήτων εν τη Γενική Διοικήσει Θεσσαλονίκης» έγινε κοινότητα (ΦΕΚ152/09-07-1918) η οποία περιελάμβανε και τα χωριά Κάτω Βέρμιο και Ξηρολίβαδο. Το 1926 μετονομάστηκε σε Κουμαριά (ΦΕΚ401/12-11-1926). Σήμερα το χωριό δεν έχει αμιγή βλάχικο πληθυσμό, καθώς μετά τα γεγονότα του 1922 εγκαταστάθηκαν σ’ αυτό μια ομάδα περίπου 30 προσφυγικών οικογενειών από τον Πόντο. Μετά τα γεγονότα του 1822 με την καταστροφή της Νάουσας και των οικισμών του Βερμίου το παλιό χωριό καταστράφηκε. Το μόνο που έμεινε από τον παλαιό οικισμό είναι η εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Το σημερινό χωριό χτίστηκε στα ερείπια του παλιού. Το νέο χωριό χτίστηκε βάσει πολεοδομικού σχεδίου που εκπόνησαν Γάλλοι φοιτητές. Χαράχθηκαν οικόπεδα με χώρο για σπίτι και κήπο και κτίστηκε σχολείο και εκκλησία. Γρήγορα αναπτύχθηκε με σπίτια τριώροφα πέτρινα, ηπειρώτικης αρχιτεκτονικής μοναδικά για την εποχή, αρκετά εκ των οποίων σώζονται σε καλή κατάσταση ως και σήμερα. Ήταν πρότυπο χωριού για τα δεδομένα της εποχής. Στις αρχές του 20ου αιώνα η Κουμαριά είχε την εικόνα ενός εύπορου και αναπτυσσόμενου χωριού και ένα μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής σχολικό κτίριο. Καθώς το χωριό πήρε τη μορφή ενός εδραίου οικισμού και ανάμεσα στους κατοίκους του υπήρχαν ελάχιστες οικογένειες της τάξης των νομαδοκτηνοτρόφων, η Κουμαριά θεωρούνταν ως τόπος κατοικίας των ευπορότερων και των πιο αρχοντικών οικογενειών των Βλάχων. Το 1916 πρόκριτες του χωριού, ενεργώντας ως πληρεξούσιοι 93ών οικογενειών του χωριού αγόρασαν από τους κληρονόμους του Φαϊκ Πασά (αρ. συμβολαίου 4381/14-4-1916) το βοσκότοπο Αρσούμπασι. Την άνοιξη του 1926 ως απόρροια της Ρουμανικής Προπαγάνδας έφυγαν για τη Ρουμανία 40 περίπου βλάχικες οικογένειες αφήνοντας τις περιουσίες τους στο Ελληνικό Δημόσιο. Έτσι το 1927 μετοίκησε στο χωριό μια ομάδα 30 περίπου προσφυγικών οικογενειών από την περιοχή του Καυκάσου και από διάφορα χωριά της περιοχής της Τραπεζούντας και της Σάντας και τους παραχωρήθηκαν οικήματα και χωράφια. Από την Κουμαριά αναδείχτηκαν σπουδαίες προσωπικότητες όπως Γιώργος Μούρνος (George Murnu) ακαδημαϊκός στο Βουκουρέστι από τους μεγαλύτερους ομηριστές μεταφραστές στον κόσμο.