Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

Το Καλαπόδι είναι χωριό της Φθιώτιδας το οποίο ανήκει στον Δήμο Λοκρών. Βρίσκεται 156 χμ. βορειοδυτικά της Αθήνας. Έχει πληθυσμό 444 κατοίκους (Ελληνική απογραφή 2011), οι οποίοι στην πλειονότητά τους είναι γεωργοί, ασχολούμενοι κυρίως με την καλλιέργεια δημητριακών, βαμβακιού και καπνού. Το χωριό διαθέτει πλούσια αρχαία και νεότερη ιστορία και έχει διαρκή παρουσία από την προϊστορική εποχή έως σήμερα.

Ιστορία

Η περιοχή του Καλαποδίου δεν έπαυσε να κατοικείται κατά την πάροδο των αιώνων. Εκτός από τον Παυσανία, αναφορές για την περιοχή βρίσκονται στον Όμηρο (Ιλιάδα ραψ. Β 517-526), τον Ηρόδοτο (Η.28), τον Πλούταρχο (Γυναικών Αρεταί), τον Ξενοφώντα (βιβλ. ΣΤ΄. κεφ. 4), τον Στράβωνα (Θ424), τον Διόδωρο και άλλους. Ανατολικά του Καλαποδίου βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος, όπου άκμασε η Υάμπολις, έκτασης χιλίων (1000) στρεμμάτων, μία από τις σημαντικές πόλεις της Αρχαίας Φωκίδας και συνόρευε με την Οπουντία Λοκρίδα. Μετά την καταστροφή της Υαμπόλεως, είναι πιθανό να δημιουργήθηκε οικισμός στην περιοχή του Καλαποδίου και είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι και τους βυζαντινούς χρόνους, οι δημοσιεύσεις του Γερμανού αρχαιολόγου Rainer Felsch, το 1996 επιβεβαιώνουν την οίκηση. Η μορφή της οικονομίας του τόπου αυτού ήταν κατά κύριο λόγο γεωργική και κτηνοτροφική και επηρέασε κατά κύριο λόγο τον πολιτισμό και τη λατρεία των κατοίκων. Αυτοί συμμετείχαν στην Φωκική Συμπολιτεία (Φωκικό Κοινό), την οποία ίδρυσαν οι Φωκείς και, δεν απουσίασαν από τα σημαντικά γεγονότα, τα οποία διαμόρφωσαν την αρχαία ελληνική ιστορία. Πρωταγωνίστησαν στους ιερούς πολέμους και κατά την εξιστόρηση του Α΄ Ιερού Πολέμου στα μέσα του 6ου π. Χ. αιώνα, αναφέρεται ότι το ιππικό των Θεσσαλών ερχόμενο από τις Θερμοπύλες θα περνούσε το στενό πέρασμα της Υαμπόλεως, κατευθυνόταν προς την Ελάτεια και τα πεδινά μέρη κατά μήκος του Κηφισού (Παυσανίου, Φωκικά Χ. 1,3). Κι ο Πλούταρχος στο βιβλίο του «Γυναικών Αρεταί» αναφέρει ότι η μεγαλύτερη σύγκρουση του πρώτου ιερού πολέμου έγινε στις Κλεωνές της περιοχής της Υαμπόλεως, (σημερινή τοποθεσία Βάλτετσι 1 περίπου χλμ. νοτιοανατολικά του αρχαιολογικού χώρου), όπου οι Φωκείς κατατρόπωσαν τους Θεσσαλούς. Ο Ηρόδοτος αναφέρει (Η28) ότι η Υάμπολις ήταν η μόνη είσοδος της Φωκίδας για τους κατερχόμενους από τον βορρά προς τον νότο. Αντιτάχθηκαν στην κάθοδο του Φιλίππου των Μακεδόνων και το 338 π.Χ. βοήθησαν τους Αθηναίους στη μάχη της Χαιρώνειας. Μαζί με άλλους Έλληνες απέκρουσαν το 279 π.Χ. τους Γαλάτες στις μάχες Θερμοπυλών και Οίτης. Δημιούργησαν το μνημείο των Δελφών και στον λατρευτικό τομέα του λατρευτικούς ναούς της Ελαφηβόλου Αρτέμιδος και του Απόλλωνα στην περιοχή του Καλαποδίου την μεγάλη γιορτή των Ελαφηβολίων, που είχε ακτινοβολία στον τότε γνωστό κόσμο.

Η λατρεία προς τους θεούς εκδηλωνόταν με τις ιεροτελεστίες. Τους προϊστορικούς χρόνους οι ιεροτελεστίες ήταν μεν ομαδικές αλλά πραγματοποιούνταν στο ύπαιθρο ή σε άλση, ή και σε τεμένη, που ήταν ιεροί χώροι, αφιερωμένοι στους θεούς. Πιθανολογείται ότι ιεροτελεστίες πραγματοποιούσαν και οι ηγεμόνες μέσα στα ανάκτορα. Εξαίρεση αποτελεί η περιοχή του Καλαποδίου όπου, υπήρχε κτίριο με τάφρο θυσιαστηρίου και βωμό. Η κατοίκηση του χώρου συνεχίστηκε και κατά τους υστεροβυζαντινούς χρόνους (1081-1453). Στα οθωμανικά αρχεία βρίσκεται η μαρτυρία ότι το Καλαπόδι πριν την Τουρκοκρατία ήταν ένα μεγάλο χωριό. Κατά τη διάρκεια των ετών 1466-1570 το Καλαπόδι δεν αναφέρεται στους φορολογικούς καταλόγους και φέρεται ως εγκαταλελειμμένο. Η επιδημία της πανούκλας που είχε ενσκήψει τον 15ο αιώνα πιθανολογείται ότι αποδεκάτισε τους κατοίκους του χωριού. Οι Αρβανίτες που κλήθηκαν από τον βασιλιά Πέτρο Δ΄ της Αραγκόνας δεν εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αλλά έδωσαν ζωή σε πολλά χωριά της ανατολικής Λοκρίδας. Στους Τούρκους δε, λόγω των προνομίων, δεν τους επετράπη η εγκατάσταση. Στο Καλαπόδι αλλά και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος βρέθηκαν κατά καιρούς ενετικά και ουγγρικά νομίσματα μαζί. Η παρουσία του στον ελληνικό χώρο εξηγεί ο πόλεμος που κήρυξε ο Μέγας Λουδοβίκος της Ουγγαρίας κατά της Ενετικής Δημοκρατίας, επί δόγη Giovanni Gradenigo (1355-1356). Στην Επανάσταση του 1821 η συμμετοχή των κατοίκων του Καλαποδίου ήταν σημαντική με τους: Γραμματίκα Αναστάσιο, Ζυγογιάννη, Μιχαλίτση και Μπούρχα Γεώργιο. Από τη σύσταση του ελληνικού κράτους το Καλαπόδι μέχρι σήμερα ανήκει στην Επαρχία Λοκρίδας και είναι τοπικό διαμέρισμα του καλλικρατικού Δήμου Λοκρών. Σήμερα για την επικοινωνία της ανατολικής Λοκρίδας με την Ελάτεια, την Τιθορέα, τη Λειβαδιά και τους Δελφούς, είναι ο οδικός άξονας που διέρχεται από το Καλαπόδι σε μικρή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο κοντά στο ιερό της Αρτέμιδος της Υαμπόλεως.

Αρχαιολογικά ευρήματα

Από επιφανειακά ευρήματα στην τοποθεσία Αγία Ειρήνη Καλαποδίου έχουν έρθει στο φως ίχνη νεολιθικού οικισμού. Τα ευρήματα αποτελούνται από εργαλεία καθημερινής χρήσης από σκληρή πέτρα και οψιανό που προέρχεται από τη Μήλο. Σημαντικά είναι και τα ευρήματα από τον περίβολο του Ιερού στους Αγίους Αποστόλους τόσο της Μεσονεολιθικής εποχής όσο και της εποχής του Χαλκού, σε αυτά περιλαμβάνονται πέτρινα τσεκούρια, ένα κεραμικό όστρακο βαμμένο κόκκινο, όστρακα και τρίποδες.

Κατά τις ανασκαφές το 1973 από τον Γερμανό αρχαιολόγο Rainer Felsch του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και πολυμελή ομάδα επιστημόνων στην θέση Άγιοι Απόστολοι που βρίσκεται 700 μ. ανατολικά του Καλαποδίου επί της δημόσιας οδού Αταλάντης-Δελφών και σε ύψωμα 500 μ. ανακαλύφθηκαν μια διαδοχή στρωμάτων από την Υστερομυκηναική εποχή μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ., αποκαλύφθηκε ο ναός της Ελαφηβόλου Αρτέμιδος.

Ο ναός είναι περίπτερος δωρικός με πρόναο, οπισθοδομή, σηκό και άδυτο, έχει μήκος 45,80 μ. με 14 κίονες και πλάτος 19,26 μ. με 6κίονες και 520 σπονδύλους συνολικά. Η οικοδόμηση του άρχισε το 426 π.Χ. και τελείωσε το 420 π.Χ, τα σχέδια του είναι της Αθηναϊκής Αρχιτεκτονικής σχολής του 5ου αιώνα π.Χ., παρόμοια με αυτά του Παρθενώνα και κατά μια εκδοχή χωρίς αυτό να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ο αρχιτέκτονας του ήταν ο Ικτίνος. Κάτω από τον ναό βρέθηκαν μια σειρά άλλων ναών κλασικής περιόδου με πρώτο το Ιερό Μυκηναϊκής εποχής που αποτελούνταν από κτίριο και τάφρο θυσιαστηρίου. Το ιερό αυτό χρονολογείται από τον 13ο αιώνα π.Χ. αποτελεί το μοναδικό οργανωμένο ιερό Μυκηναϊκής εποχής στον ελλαδικό χώρο και λειτούργησε έως το 850 π.Χ. Στο ιερό αυτό βρέθηκαν μεγάλος αριθμός μεταλλικών αντικειμένων, κοσμημάτων, ειδώλων και αγαλματιδίων. Κατά τη Γεωμετρική περίοδο μεταξύ του 850-820 π.Χ. κατασκευάστηκαν στην ίδια τοποθεσία ένα ιερό με δυο ναούς μετρίου μεγέθους, ο ένας στο νότο πάνω στο Ιερό Μυκηναϊκής εποχής αφιερωμένος στην Άρτεμη και ο δεύτερος προς το βόρειο μέρος με βωμό τύπου εστίας αφιερωμένος στον Απόλλωνα καθώς και μια πλατεία λατρευτικών εκδηλώσεων μπροστά από τους δύο ναούς. Τα αφιερώματα που βρέθηκαν στις ανασκαφές ήταν κυρίως τρίποδες, κοσμήματα και σιδερένια όπλα. Σύμφωνα με τον Rainer Felsch ο ναός του Απόλλωνα έχει μεγάλη ιστορική σημασία καθώς εισάγεται στο χώρο της κεντρικής Ελλάδας η λατρεία του Απόλλωνα για πρώτη φορά. Τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα π.Χ. κατασκευάστηκαν δυο νέοι ναοί στην ίδια θέση με τους παλαιότερους, μεγαλύτερου μεγέθους. Οι ναοί αυτοί είναι από τους πρώτους πρόστυλους ναούς που έχουν βρεθεί στον ελλαδικό χώρο και λειτούργησαν έως τις αρχές του 6ου αιώνα οπότε και καταστράφηκαν από πυρκαγιά.

Μετά τη νίκη των Φωκαίων στον πρώτο ιερό πόλεμο το 560 π.Χ. αποφασίστηκε το ιερό αυτό του Καλαποδίου να καταστεί τόπος λατρείας ολόκληρης της Φωκίδας ώστε να εορτάζονται τα Ελαφηβόλια, για το λόγο αυτό με μια επίχωση ισοπέδωσαν το μέρος που βρίσκονταν οι προηγούμενοι ναοί και οικοδόμησαν δυο νέους ναούς, περίπτερους, παράλληλα ο ένας με τον άλλο. Στο βόρειο τμήμα τοποθετήθηκε ο ναός που ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα, είχε μήκος 44,50 μ, με 18 κολώνες και πλάτος 14 μ. με 6 κολώνες. Ο δεύτερος ναός μικρότερος σε μέγεθος είχε μήκος 26,28 μ. με 11 κολώνες και πλάτος 13,62 μ. με 6 κολώνες τοποθετήθηκε στο νότιο τμήμα. Και στους δύο ναούς υπάρχουν ανάκατα ξύλινες και πέτρινες κολώνες και οι τοίχοι τους ήταν κατασκευασμένοι από ωμές πλίνθους καλυμμένες με σοβά ενώ οι στέγες αποτελούνταν από χοντρά κεραμίδια επάνω σε ξυλοκατασκευή. Οι δύο αυτοί ναοί καταστράφηκαν το 480 π.Χ. από τον Ξέρξη. Στη συνέχεια μετά τη νίκη των Ελλήνων εναντίον των Περσών αποφασίστηκε η κατασκευή ενός μόνο ναού πάνω στα ερείπια των δυο προηγουμένων, στο νότιο τμήμα, αφιερωμένο στην Άρτεμη ενώ στο βόρειο τοποθετήθηκε και ο βωμός. Ο βωμός αυτός βρέθηκε άθικτος με όλα τα σκεύη της τελευταίας ιεροτελεστίας όπως δαχτυλίδια, καρφίτσες της Γεωμετρικής και της Αρχαϊκής εποχής, μια μεγάλη σούβλα για ψήσιμο, μια πήλινη γυναικεία μάσκα καθώς και ένας χάλκινος κούρος κατασκευασμένος γύρω στα 500-490 π.Χ. σε τοπικό εργαστήρι. Με την αποπεράτωση του ναού ήρθε και η καταστροφή του με τον μεγάλο σεισμό του 426 π.Χ.. Μετά τον σεισμό άρχισε η κατασκευή του τελευταίου ναού σε σχέδια της Αθηναϊκής Αρχιτεκτονικής του 5ου αιώνα π.Χ. σχολής έως την τελική του καταστροφή από τον Θεοδόσιο το Μέγα. Τα ευρήματα από τις ανασκαφές φυλάσσονται στο αρχαιολογικό μουσείο Λαμίας και στο αρχαιολογικό μουσείο Αταλάντης.

Παραπομπές

Πηγές

Δακορώνεια,Φανουρία-Κωτούλας,Δήμητρης-Μπαλτά,Ευαγγελία-Συθιακάκη, Βασιλική-Τόλιας, Γιώργος «ΛΟΚΡΙΔΑ, Ιστορία & Πολιτισμός», Κτήμα Χατζημιχάλη, Αθήνα, χ.χ. Δαλιάνης, Αναστάσιος Ιωαν.« Υάμπολις, Βάλτετσι Καλαπόδι. Ιστορική αναδρομή 7.000 χρόνων μιας μικρής περιοχής της Ανατολικής Λοκρίδας», Εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα, 1998. Δαλιάνης, Αναστάσιος Ιωαν.« Μεγάλα Ελαφηβόλια», Εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα, 2000. Κορδάτος, Γιάννης, «Ιστορία της Νεώτερη Ελλάδας, τ. ΙΧ, Αθήνα. Πρωτόπαππας, Ζήσης «ΛΟΚΡΙΔΑ», Αθήνα 1952.

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!