Πληροφορίες
Ο Μέγας Βασίλειος (Καισάρεια Καππαδοκίας 330 – Καισάρεια Καππαδοκίας 1 Ιανουαρίου 379), γνωστός και ως Βασίλειος Καισαρείας ή απλώς Άγιος Βασίλειος, ήταν Καππαδόκης, επίσκοπος της Καισάρειας στην Καππαδοκία της χερσονήσου της Μικράς Ασίας, και Εκκλησιαστικός Πατέρας. Υποστήριξε το Σύμβολο της Πίστεως και αντιτάχθηκε στις αιρέσεις των πρωτοχριστιανικών χρόνων, μεταξύ των οποίων και του Αρειανισμού (Αρειανική διαμάχη). Είναι ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, που θεωρούνται προστάτες της παιδείας, μαζί με τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Τιμάται ως Άγιος από τις Χριστιανικές Εκκλησίες και η μνήμη του γιορτάζεται την 1η Ιανουαρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 2 Ιανουαρίου από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και την Αγγλικανική Εκκλησία.
Η ζωή του Βασιλείου της Καισαρείας
Πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε από αγίους Έλληνες Καππαδόκες γονείς το 330 μ.Χ. στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ο πατέρας του, Βασίλειος, ασκούσε το επάγγελμα του καθηγητή ρητορικής στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και η μητέρα του, Αγία Εμμέλεια, ήταν απόγονος οικογένειας αξιωματούχων (ο πατέρας της είχε πεθάνει ως Χριστιανός μάρτυρας). Στην οικογένεια εκτός από τον Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ ή εννέα παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο άγιος Ναυκράτιος που έγινε ασκητής, η Οσία Μακρίνα και ο Άγιος Πέτρος, επίσκοπος Σεβαστείας, ενώ κάποιο φαίνεται να πέθανε σε βρεφική ηλικία. Ο Βασίλειος μεταφέρθηκε από τη γιαγιά του Μακρίνα στο κτήμα των Αννήσων κοντά στον ποταμό Ίρι της Μικράς Ασίας, όπου ανατράφηκε από αυτή μέχρι τον θάνατό της και μετέπειτα από την πρωτότοκη αδερφή του Μακρίνα, η οποία επηρέασε καθοριστικά τον μικρό Βασίλειο να στραφεί στη Χριστιανική πίστη. Την εγκύκλια παιδεία έλαβε από τον πατέρα του, ενώ μετά την εκδημία του (γύρω στα 345) μετέβη στην Καισάρεια. Κατόπιν η ανάγκη του για περαιτέρω μόρφωση τον έφερε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε κοντά στον γνωστό δάσκαλο της εποχής Λιβάνιο και επακόλουθα στην Αθήνα (352). Στην Αθήνα γνωρίστηκε με τον Γρηγόριο από την Καππαδοκία, αναπτύσσοντας μία μεγάλη φιλία, εγγράφηκε στη σχολή του Χριστιανού φιλοσόφου Προαιρεσίου και παρακολούθησε τη διδασκαλία του, καθώς και τη διδασκαλία άλλων φιλοσόφων, όπως ο Ιμέριος. Επέστρεψε και εγκαταστάθηκε στην πατρίδα του, την Καισάρεια, το καλοκαίρι του 356. Εκεί, συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής. Το 358, επηρεασμένος από τον θάνατο του αδελφού του μοναχού Ναυκρατίου, βαπτίζεται Χριστιανός, πιθανόν από τον επίσκοπο Διάνιο, και αποφασίζει να αφιερώσει τον εαυτό του στην ασκητική πολιτεία. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ξεκινά ένα οδοιπορικό σε γνωστά κέντρα ασκητισμού της Ανατολής, επιθυμώντας την ανεύρεση κατάλληλου τόπου διαμονής. Το έτος 359 για μικρό χρονικό διάστημα διέμεινε στην Αριανζό της Μικράς Ασίας, κοντά στον φίλο του Γρηγόριο. Τον Ιανουάριο του 360 φαίνεται να συμμετείχε, ως παρατηρητής εντεταλμένος από τον επίσκοπο Διάνιο, στην αρειανική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, για την έριδα μεταξύ Ομοουσιανών και Ομοιανών. Μετά την υπογραφή, από μέρους του Διανίου, του συμβόλου των Ομοιανών, ο Βασίλειος απογοητευμένος αποσύρθηκε στο ησυχαστήριο της αδελφής του, εγκαινιάζοντας τη μνημειώδη αλληλογραφία του με τον Γρηγόριο.
Πρεσβύτερος και επίσκοπος
Το καλοκαίρι του 364 ο Ευσέβιος Καισαρείας τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Η μεγάλη δραστηριότητα και η μόρφωση του Βασιλείου προκάλεσαν τα ζηλόφθονα αισθήματα του Ευσεβίου, γεγονός που οδήγησε τον πρώτο, για ακόμα μία φορά, να επιστρέψει στην πατρίδα του. Η μεσολάβηση όμως του Γρηγορίου επιφέρει εξομάλυνση των σχέσεων και την επιστροφή του Βασιλείου στην Καισάρεια. Μετά τον θάνατο του Ευσεβίου, με τη συνδρομή του Ευσεβίου επισκόπου Σαμοσάτων και του Γρηγορίου επισκόπου Ναζιανζού, εκλέγεται διάδοχός του στην επισκοπική έδρα της Καισάρειας. Στον εκκλησιαστικό τομέα, ως επίσκοπος πλέον, ο Βασίλειος αντιμετώπισε την προσπάθεια του Αυτοκράτορα Ουάλη να επιβάλει τον Ομοιανισμό (ρεύμα του Αρειανισμού), όντας σε επιστολική επικοινωνία με τον Μέγα Αθανάσιο, Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τον Πάπα Ρώμης Δάμασο. Στην περιφέρεια της ποιμαντικής του ευθύνης είχε να αντιμετωπίσει την έντονη παρουσία του αρειανικού στοιχείου και άλλων χριστιανικών, μη ορθόδοξων, ομολογιών. Σε αυτόν τον τομέα έδρασε και ως επίσκοπος, δηλαδή οργανωτικά, αλλά και με την αντιρρητική του γραμματεία. Μέσα από τις επιστολές του φαίνονται οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανάδειξη άξιων κληρικών στο ιερατείο, την καταπολέμηση της σιμωνίας των επισκόπων, την πιστή εφαρμογή των ιερών κανόνων από τους πιστούς, καθώς και η ποιμαντική μέριμνα, που επέδειξε έναντι των αποκομμένων και περιθωριοποιημένων μελών της Εκκλησίας. Η όλη του δραστηριότητα επιφέρει τη βαθμιαία αναγνώρισή του ως κοινού εξάρχου ολόκληρου του ασιατικού θέματος της Αυτοκρατορίας. Στην οικουμενική Εκκλησία ο Βασίλειος αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία από τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος βαθμιαία αποσύρεται από την ενεργό δράση λόγω γήρατος. Εργάζεται για την επικράτηση των ορθόδοξων χριστιανικών αρχών και υπερασπίζεται τον δογματικό προσανατολισμό της Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας. Προσπαθεί να βρίσκεται σε αλληλενέργεια με τα ορθόδοξα πατριαρχεία και ουσιαστικά υποκαθιστά και αντικαθιστά την αρειανίζουσα ιεραρχία του πολιτικού κέντρου της Αυτοκρατορίας. Σε αυτή την προσπάθεια συναντά την αδιάφορη ή προκατειλημμένη στάση των άλλων πατριαρχείων, γεγονός, που παρά την απογοήτευση που του επιφέρει δεν τον καταβάλλει στη συνέχιση του αγώνα του.
Το φιλανθρωπικό έργο και η «Βασιλειάδα»
Έργο ζωής και σημαντικό σταθμό στην πορεία του, αποτελεί η ίδρυση και λειτουργία ενός κοινωνικού φιλανθρωπικού συστήματος, του Πτωχοκομείου ή «Βασιλειάδας». Εκεί διοχετεύει όλη την ποιμαντική του ευαισθησία, καθιστώντας την πρότυπο κέντρου περίθαλψης και φροντίδας των ασθενέστερων κοινωνικά ανθρώπων. Ουσιαστικά η Βασιλειάδα υπήρξε ένας πρότυπος οίκος για τη φροντίδα των ξένων, την ιατρική περίθαλψη των φτωχών άρρωστων και την επαγγελματική κατάρτιση των ανειδίκευτων. Καθίσταται η μήτρα ομοειδών οργανισμών που δημιουργήθηκαν σε άλλες επισκοπές και στάθηκε η σταθερή υπενθύμιση στους πλουσίους του προνομίου τους να διαθέτουν τον πλούτο τους με έναν αληθινά χριστιανικό τρόπο. Το ενδιαφέρον του Βασιλείου για τα ευρύτερα κοινωνικά προβλήματα του λαού καταδεικνύεται από επιστολές του (π.χ. Επιστολές 104, 110, 84, 86, 107-109), με τις οποίες προσπαθούσε να λύσει προβλήματα εργαζομένων στα ορυχεία του Ταύρου της Μικράς Ασίας, ορφανών, αδικημένων, ασθενών και απόρων και καθιέρωσε τη διανομή αγαθών — τρόφιμα, ρούχα, χρήματα — και κάθε είδους βοήθειας σε φτωχές οικογένειες, άπορους κ.λπ.
Κοίμηση
Καταπονημένος από την ευρεία δράση που ανέπτυξε σε πολλούς τομείς της χριστιανικής μαρτυρίας, καθώς και την ασκητική ζωή, την οποία ακολουθούσε, ο Βασίλειος πεθαίνει την 1 Ιανουαρίου του 379, σε ηλικία 49 ετών. Ο θάνατός του βυθίζει στο πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο τον χριστιανικό κόσμο της Ανατολής. Στην κηδεία του συμμετέχουν Ιουδαίοι, πιστοί της εθνικής θρησκείας και ένα πλήθος ανομοιογενούς θρησκευτικής και εθνικής απόχρωσης. Η παρακαταθήκη του υπήρξε το τεράστιο σε μέγεθος και σημασία θεολογικό-δογματικό του έργο, μαζί με τη συμβολή του στη λειτουργική και την πρωτότυπη ανθρωπιστική του δράση.
Εορτή
Η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1η Ιανουαρίου, ενώ από το 1081 Ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων Ιωάννης Μαυρόπους θέσπισε έναν κοινό εορτασμό των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Ιωάννη Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 30 Ιανουαρίου ως προστατών των γραμμάτων και της παιδείας. Η Αγγλικανική και η Καθολική εκκλησία τιμούν τη μνήμη του στις 2 Ιανουαρίου, ενώ η Λουθηρανική και η Επισκοπαλιανή στις 14 Ιουνίου. Το έθιμο της βασιλόπιτας (γλυκό φούρνου που μέσα τοποθετείται ένα νόμισμα) συνδέεται με τον Άγιο Βασίλειο. Σερβίρεται στο γιορτινό τραπέζι της Πρωτοχρονιάς, δηλαδή την ημέρα που τιμάται η μνήμη του. Σύμφωνα με την παράδοση μπήκαν κάποτε εχθροί στην Καισάρεια και έκλεψαν όλα τα χρυσαφικά. Με ένα θαυματουργό τρόπο βρέθηκαν τα κοσμήματα και ο επίσκοπος Άγιος Βασίλειος σκέφτηκε να κάνει μια τεράστια πίτα, όπου μέσα έβαλε τα κοσμήματα. Καθένας που έπαιρνε ένα κομμάτι αποκτούσε και το κόσμημα που περιείχε το κομμάτι του. Έτσι όλοι ήταν ευχαριστημένοι που είχαν πάλι χρυσά κοσμήματα.
Υμνολογία
Απολυτίκιο (Ἦχος α') Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου, δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον Ὥφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, τὴν κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε. Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ λόγον. Ἑξανοίξας τὸ στόμα λόγῳ Θεοῦ, ἐξηρεύξω σοφίαν κήρυξ φωτός, καὶ φρόνημα ἔνθεον, τῇ οἰκουμένῃ κατέσπειρας· τῶν γὰρ Πατέρων ὄντως, κυρώσας τὰ δόγματα, κατὰ Παῦλον ὤφθης, τῆς πίστεως πρόμαχος· ὅθεν καὶ Ἀγγέλων, συμπολίτης ὑπάρχεις, καὶ τούτων συνόμιλος, ἀνεδείχθης μακάριε, Θεοφάντορ Βασίλειε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου. Ὁ Οἶκος Τῆς σωφροσύνης ὁ κρατήρ, τὸ στόμα τῆς σοφίας, καὶ βάσις τῶν δογμάτων, Βασίλειος ὁ μέγας, πᾶσιν ἀστράπτει νοερῶς. Δεῦτε οὖν, καὶ στῶμεν ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ, θερμῶς ἐνατενίζοντες, τοῖς θαύμασι τοῖς τούτου τερπόμενοι, καὶ ὥσπερ λαμπηδόνι ἀστραφθέντες τῷ φωτὶ αὐτῶν, θαλφθῶμεν τῷ τοῦ βίου καθαρτικῷ πνεύματι, μιμούμενοι αὐτοῦ τὴν πίστιν, τὴν ζέσιν, τὴν ταπείνωσιν, δι’ ὧν οἶκος ἐδείχθη τοῦ ὄντως Θεοῦ· πρὸς ὃν βοῶντες ὑμνοῦμεν, οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε. Μεγαλυνάριον Τὸν οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τὸν φωστῆρα τὸν φαεινόν, τὸν ἐκ Καισαρείας, καὶ Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τὸν μέγαν, πάντες τιμήσωμεν.
To έργο του Μεγάλου Βασιλείου
Ο Μέγας Βασίλειος είναι ένας από τους σημαντικότερους δογματικούς θεολόγους του Ορθοδόξου Χριστιανισμού, με σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη του Τριαδικού δόγματος. Διεκήρυξε την ενότητα της Αγίας Τριάδας ως μιας ουσίας και προχώρησε στον προσδιορισμό του υποστατικού διαχωρισμού των Προσώπων της. Κάθε υπόσταση διακρίνεται από ορισμένους τρόπους ύπαρξης και μεμονωμένα χαρακτηριστικά (ιδιώματα): ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννηθείς αχρόνως και το Άγιο Πνεύμα εκπορευτό διά του Πατρός. Η μόνη προτεραιότητα του Πατέρα είναι λογική, μη χρονική και δεν ενέχει καμία ανωτερότητα. Στο έργο τόνισε επίσης τη σημασία της διάκρισης μεταξύ ουσίας και ενεργειών του Θεού. Μεταξύ του άκτιστου Θεού και του κτιστού κόσμου υπάρχει οντολογικό χάσμα, που αποκλείει την κατ’ ουσία κοινωνία και σχέση μεταξύ τους. Ο Θεός καθίσταται αντιληπτός στον κόσμο διά των ενεργειών του. Το ότι ο κόσμος διατηρείται στο «είναι» οφείλεται στη δημιουργική, συνεκτική και ζωοποιό ενέργεια του Θεού. Ο Βασίλειος υπήρξε θαυμαστής του μεγάλου Αλεξανδρινού φιλοσόφου Ωριγένη αλλά στο ερμηνευτικό του έργο απορρίπτει την αλληγορική μέθοδο και πλησιάζει προς την αντιοχειανή σχολή. Ερμηνεύει χρησιμοποιώντας το κείμενο ως αφορμή έκθεσης των προσωπικών του θέσεων. Κεφαλαιώδης ήταν και η συμβολή του στην αξιολόγηση της θύραθεν παιδείας μέσα στη χριστιανική Εκκλησία. Μελετητής ο ίδιος και γνώστης της ελληνικής φιλοσοφίας, τη χρησιμοποιεί ως όργανο επεξεργασίας και διατυπώσεως των θεολογικών του αντιλήψεων. Η φιλοσοφία, κατά τον Βασίλειο, πρέπει να μελετάται υπό το νέο χριστιανικό πρίσμα. Δεν απορρίπτει τη μελέτη των κλασσικών γραμμάτων, αντίθετα προτρέπει στη χρήση τους ως ένδυμα της χριστιανικής θρησκευτικής διδασκαλίας. Στον τομέα του μοναχισμού ανέλαβε δράση, θέτοντάς τον υπό τον έλεγχο της εκκλησιαστικής ηγεσίας και εισήγαγε την ομολογία της αφιερώσεως στο Θεό και της εντάξεως στην αδελφότητα, η οποία προέβλεπε αγαμία, υπακοή και ακτημοσύνη. Επίσης, έθεσε την αυθαίρετη πνευματικότητα του μοναχισμού στη σταθερή βάση της Αγίας Γραφής και τοποθέτησε τους μοναχούς στη γραμμή του κοινού βίου και της οργανωμένης δράσης. Στις ημέρες του υπήρξε μια σοβαρή αίρεση, ο Αρειανισμός, και ο Άγιος αγωνίστηκε για την ενότητα της εκκλησίας, για αυτό έγραψε και σπουδαία θρησκευτικά συγγράμματα, όπως το «Περί Αγίου Πνεύματος» και εργαζόταν σκληρά προς την επίλυση των διαφορών, δείχνοντας μόνο τον δρόμο της αγάπης. Πλούσιο είναι και το νομικό του έργο, το οποίο βρίσκουμε συγκεντρωμένο κυρίως στις επιστολές του προς τον Αμφιλόχιο Ικονίου, από τις οποίες προήλθαν οι 85 κανόνες που, αφού επικυρώθηκαν από τη Σύνοδο εν Τρούλω στα τέλη του 7ου αιώνα (691/2), αποτελούν έως σήμερα, ως συστατικό στοιχείο των νομοκανονικών συλλογών, βασικό βοήθημα του εκκλησιαστικού δικαίου. Το ίδιο ισχύει και για ένα άλλο νομικό του έργο, τους λεγόμενους «Μοναχικούς κανόνες», διατάξεις που αφορούν την οργάνωση των μονών και τη διαβίωση των μοναχών. Οι κανόνες αυτοί δεν επικυρώθηκαν ποτέ. Η έλλειψη ωστόσο συνοδικής επικυρώσεως δεν επηρέασε, λόγω του κύρους του συντάκτη, την εφαρμογή τους στην πράξη. Ενδεικτικό της μεγάλης εκτίμησης στο έργο του Μεγάλου Βασιλείου που έτρεφαν οι ερμηνευτές των δικαιϊκών πηγών, όχι μόνο του χώρου της Εκκλησίας αλλά και της Πολιτείας, αποδεικνύεται από τη συχνή παραπομπή των κανόνων του στα σχόλια των Βασιλικών, της τελευταίας δηλαδή επίσημης κωδικοποιήσεως που πραγματοποιήθηκε κατ΄ εντολήν του Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού στα τέλη του 9ου αιώνα. Ιδιαίτερα αισθητή είναι η επίδραση του Μεγάλου Βασιλείου στο Οικογενειακό Δίκαιο, όπου πρώτος έθεσε με κατηγορηματικότητα το όριο των τριών επιτρεπόμενων γάμων, που απετέλεσε μέχρι το 1982 πολιτειακό δίκαιο και εξακολουθεί ακόμη να ισχύει επί του θρησκευτικού γάμου.
Συγγραφικό έργο
Τα έργα του κατατάσσονται σε τέσσερεις κατηγορίες.
Δογματικά συγγράμματα
α) Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου. Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται εναντίον του αρχηγού των Ανομοίων Ευνόμιο Κυζίκου. β) «Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος». Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.
Ασκητικά συγγράμματα
α) Τα Ηθικά. Συλλογή 80 ηθικών κανόνων. β) Όροι κατά πλάτος. Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού. γ) Όροι κατ’ επιτομήν. Περιέχει 313 κεφάλαια, που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών. δ) Περί πίστεως. ε) Περί κρίματος. στ) Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας. Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.
Ομιλίες
Ορισμένες από τις ομιλίες του είναι: α) Εις την Εξαήμερον. Συλλογή 9 ομιλιών με θέμα τη δημιουργία του κόσμου. β) Εις τους Ψαλμούς. Συλλογή 18 ομιλιών με αφορμή το περιεχόμενο των Ψαλμών του Δαυίδ. γ) Περί του ουκ έστιν αίτιος του κακού ο Θεός. δ) Περί πίστεως ε) Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων στ) Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων . Το διασημότερο από τα κείμενα του Βασιλείου, στο οποίο πραγματοποιεί προσπάθεια γεφυρώσεως του χάσματος μεταξύ χριστιανικής και κλασσικής παιδείας. ζ) Προτρεπτικός εις το άγιον βάπτισμα. η) Εις το πρόσεχε σεαυτώ. θ) Προς Πλουτούντας. ι) Εν λιμώ και αυχμώ. ια) Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και περί ευχαριστίας. ιβ) περὶ τῆς πλεονεξίας, καὶ τοῦ ρητοῦ τοῦ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγελίου «Καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας, καὶ μείζονας οἰκοδομήσω»
Τοῦ πεινῶντός ἐστιν ὁ ἄρτος, ὃν σὺ κατέχεις· τοῦ γυμνητεύοντος τὸ ἱμάτιον, ὃ σὺ φυλάσσεις ἐν ἀποθήκαις· τοῦ ἀνυποδέτου τὸ ὑπόδημα, ὃ παρὰ σοὶ κατασήπεται· τοῦ χρῄζοντος τὸ ἀργύριον, ὃ κατορύξας ἔχεις. Ὥστε τοσούτους ἀδικεῖς, ὅσοις παρέχειν ἠδύνασο.
Επιστολές
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και τον θάνατό του.
Ιερά λείψανα
Τα ιερά λείψανα του Μεγάλου Βασιλείου φυλάσσονται στις εξής τοποθεσίες:
Η Κάρα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους. Η δεξιά βρίσκεται στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Νέας Φιλαδελφείας Αττικής. Μέρος της δεξιάς βρίσκεται στη Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους. Μέρη χειρός βρίσκονται στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και στη Μονή Παναχράντου Άνδρου. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκονται στις Μονές Ιβήρων, Διονυσίου (δύο), Παντοκράτορος (τρία) και Αγ. Παύλου του Αγίου Όρους, του Αγίου Θεοδοσίου Άργους, Κύκκου Κύπρου, στη Λαύρα Αγ. Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως και στον Ναό του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων Βενετίας.
Παραπομπές
Πηγές
Παναγιώτη Κ. Χρήστου: Ελληνική Πατρολογία, Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1989 Δημητρίου Γ. Τσάμη: Εκκλησιαστική Γραμματολογία. Από την αποστολική εποχή ως την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2001, ISBN 960-242-136-3 Παναγιώτη Κ. Χρήστου: Εκκλησιαστική γραμματολογία. Πατέρες και θεολόγοι του χριστιανισμού, Εκδόσεις «Κυρομάνος», Θεσσαλονίκη 1991 Γεωργίου Δ. Μαρτζέλου: Ουσία και ενέργειαι του Θεού κατά τον Μέγαν Βασίλειον, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1993 ISBN 960-242-069-3 Γεωργίου Φλωρόφσκυ: Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί Πατέρες, μετάφρ. Παναγιώτου Κ. Πάλλη, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1993, ISBN 960-242-031-6 Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων (ΒΕΠΕΣ), Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 1988 Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου: Πατρολογία, τόμος Β΄, Εκδόσεις Παρουσία, Αθήνα 1997, ISBN 960-7601-94-7
Εκδόσεις έργων του Μεγάλου Βασιλείου σε νεοελληνική απόδοση
Μεγάλου Βασιλείου Έργα, τόμοι 1-10, εκδ. Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1972-1974
Περαιτέρω βιβλιογραφία
Ε. Νικολαΐδης: «Η κοσμολογία των Ελλήνων Πατέρων της εκκλησίας - Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος Νύσσης», Βυζαντιακά, τόμ. 11ος (1991), σσ. 203-230 Συλλογικό: Ο Μέγας Βασίλειος, «Ε Ιστορικά», τόμ. 217, Ελευθεροτυπία, 2 Ιανουαρίου 2004
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Ομιλία εις την Εξαήμερον (Αρχαία Ελληνικά) Letters and Select Works by Philip Schaff Ρήσεις του Μεγάλου Βασιλείου