Πληροφορίες
Η Σύμη είναι πρωτεύουσα και λιμάνι της νήσου Σύμης των Δωδεκανήσων. Βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά του νησιού και έχει 2.427 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001 και είναι ο μεγαλύτερος οικισμός του νησιού.
Χαρακτηριστικά του Οικισμού
Παραδοσιακά Κτίσματα του Χωριού
Ο αρχικός Αιγαιοπελαγίτικος οικισμός της Σύμης βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα, σε ένα πλάτωμα κρυμμένο πίσω από το Κάστρο για το φόβο των πειρατών. Για τον ίδιο λόγο, ο οικισμός διασχίζεται από δαιδαλώδη στενά, πλακόστρωτα δρομάκια και καλντερίμια. Εκεί βρίσκονται και τα πρώτα αρχοντικά, των οποίων η μορφολογία και τυπολογία ουδεμιά σχέση έχει με τα μεταγενέστερα νεοκλασικά του δευτέρου ημίσεος του 19ου στο Γιαλό. Ήταν παραδοσιακά διώροφα κτίρια με μεγάλες αυλές στρωμένες με πλάκες από συμαϊκό σχιστόλιθο ή διακοσμημένες με σχέδια βοτσαλωτού (χαλικερά κατά τη συμαϊκή διάλεκτο), απομεινάρι της βυζαντινής εποχής, τυπικά δείγματα Αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής. Τα σπίτια σε Αιγαιοπελαγίτικο ρυθμό είναι κυβόσχημα, κάτασπρα, μικρά ή μεγάλα, εξαιτίας του ότι ο χώρος γύρω από το κάστρο ήταν περιορισμένος, αλλά και λόγω του επικλινούς εδάφους που περιόριζε την οριζόντια οικοδόμηση. Τα κτίσματα αυτά έχουν μικρά ανοίγματα και σκεπάζονται με δώματα. Με την πάροδο του χρόνου εκμοντερνίστηκαν, υιοθετώντας νεοκλασικά στοιχεία, όπως στέγη δίρριχτη που σχηματίζει στην πρόσοψη αετώματα και παραστάδες.
Νεοκλασικά Μέγαρα Πετριδών, Μουράγιου και Γιαλού
Κατηφορίζοντας την Άνω Χώρα και προς το μέσο του οικισμού υπάρχει η συνοικία της Καλής Στράτας, όπου ξεχωρίζουν τα νεοκλασικά σπίτια χτισμένα σε ευρύχωρα οικόπεδα. Η σημαντική άνοδος των ναυτεμπορικών δραστηριοτήτων και οι πολιτισμικές σχέσεις ανάμεσα στην Αίγυπτο και τις πόλεις της Μικράς Ασίας, συνέβαλαν στο να αναπτυχθεί ένας αστικός κλασικισμός. Ο 19 ος αιώνας ήταν η εποχή του νεοκλασικισμού, που επηρέασε τόσο τον Ελλαδικό χώρο όσο και τις υπόδουλες περιοχές. Δόθηκε έμφαση στο μνημειακό ύφος της αρχιτεκτονικής και στηρίχτηκε στα κλασικά πρότυπα των μνημείων (Αθηναϊκός νεοκλασικισμός). Στην υπόλοιπη όμως Ελλάδα αναπτύχθηκε ο περιφερειακός τοπικός νεοκλασικισμός που βασίζεται στον αυθορμητισμό και στο μεράκι του ντόπιου τεχνίτη ο οποίος μετασχηματίζει τις ακαδημαϊκές μορφές. Σε αυτό το ρυθμό ανήκουν και τα νεοκλασικά σπίτια της Σύμης. Η Καλή Στράτα είναι η κεντρική αρτηρία που συνδέει το Χωριό με το Γιαλό, με τα 500 πέτρινα και πλέον σκαλοπάτια. Δεξιά και αριστερά της στέκουν επιβλητικά, ογκώδη δίπατα και τρίπατα αρχοντόσπιτα με συμμετρικά πορτοπαράθυρα. Αυτά ανήκαν σε πλούσιους εμπόρους και καπεταναίους που λόγω των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων έφεραν στο νησί τον απόηχο των καλλιτεχνικών ρευμάτων της Δύσης. Ευδιάκριτα είναι τα ίχνη αυτής της επιρροής στους χρωματιστούς σοβάδες, στην αετωματική στέγη με τα κορδώματα (για την περισυλλογή των όμβριων υδάτων) στο γείσο των θυρών και των παραθύρων ,στα κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανα και ακόμα στις βαριές ξύλινες πόρτες, στις καλοδουλεμένες σιδεριές και στα λεπτοδουλεμένα μπαλκόνια. Τα κτίρια του Γιαλού χαρακτηρίζονται και από Ευρωπαϊκή επιρροή (Ρωμαϊκό Νεοκλασικισμό), όπως το διώροφο του Φωτάρα και το τριώροφο του Καλαφατά, αμφότερα με ισόγεια από πέτρα πελεκητή κατά την τεχνοτροπία των Βενετσάνων και της Νάπολης. Μοναδικά ήσαν και τα κυρίως Αθηναϊκού τύπου νεοκλασικά τριώροφα Μέγαρα του Μουράγιου [Μέγαρα των πολλών αδελφών Πετρίδη, των Πετριδών, των Διακογιάννη, Κοντογιάννη, της Βαγγελίτσας του Γεώργιου (Πετρίδη), και άλλων]. Ατυχώς, το μεγαλοπρεπέστερο όλων, το Ρωμαϊκού τύπου Μέλαθρον της Αννας του Γεώργιου, πρωτότοκης θυγατέρας του Γεώργιου και της Φωτεινής (Πετρίδη), όπως τους αποκαλούσε ο λαός, χτισμένο εξ ολοκλήρου από πελεκητή πέτρα, βομβαρδίστηκε και, στη συνέχεια ο Δήμος, στον οποίον δωρήθηκε από τους κληρονόμους Πετρίδη, το κατεδάφισε. Το τριώροφο της Βαγγελίτσας (δευτερότοκης) του Γεώργιου, που δόθηκε ως προικώο στην κόρη της Φωτεινή Θ. Γεννηματά, μητέρα του πολιτικού Γεώργιου Γεννηματά, κάηκε από τους Ιταλούς αλλά, αφού πουλήθηκε, αποκαταστάθηκε και λειτουργεί ως ξενοδοχείο πολυτελείας. Η εσωτερική διαρρύθμιση, η επίπλωση και το ύφος των οικιών του Μουράγιου όχι μόνο διέφεραν, αλλά θύμιζαν Γαλλικό boudoir. Τα μαρμάρινα λουτρά διέθεταν υδραυλικό σύστημα αρνητικής πίεσης που αντλούσε θαλάσσιο νερό για καθαρισμό. Τα αυθεντικά έπιπλα περιόδου και αντικείμενα των οικιών αμφοτέρων των θυγατέρων Γ. Πετρίδη, ειδικά οι σουίτες Λουδοβίκου Φιλίππου (Louis Philippe), και Δευτέρας Γαλλικής Αυτοκρατορίας (Napoléon III), οι καθρέφτες, τα secrétaires à tambour και abattant, τα ασημικά Christofle, οι ελαιογραφίες και τα κινέζικα βάζα 17ου αιώνα , που μεταφέρθηκαν στην Αθήνα προ του Β Παγκοσμίου Πολέμου και σώζονται, είναι απτοί μάρτυρες. "Σάλα Χατζηαγαπητού" – Ένα ιδιαίτερο σπίτι: Η Σάλα του Χατζηαγαπητού αποτελεί τμήμα του αρχαιολογικού μουσείου Σύμης που βρίσκεται στην περιοχή Λιενί. Πρόκειται για ένα πέτρινο οικοδόμημα που αρχιτεκτονικά διαφέρει από τα υπόλοιπα κτίσματα του νησιού. Πιστεύεται πως κτίστηκε στα τέλη του 18ου αι. με αρχές του 19ου αιώνα, από ντόπιους τεχνίτες και ακολουθήθηκε αρχιτεκτονικό σχέδιο φερμένο από τη Βενετία. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο γκρεμίστηκε από βομβαρδισμό και παρέμεινε ερειπωμένο μέχρι και την αναστήλωσή του, το 1971. Το εν λόγω αρχοντικό είναι τρίπατο και την ονομασία «Σάλα» την οφείλει στο γεγονός ότι ο επισκέπτης με την είσοδό του στο σπίτι, μπαίνει κατευθείαν στο χώρο υποδοχής που έχει διαστάσεις 12μ Χ 14μ. Εξωτερικά το οικοδόμημα δίνει την εντύπωση πολεμικού πύργου και διαθέτει χοντρούς τοίχους, μικρά παράθυρα ενώ περιστοιχίζεται από μεγάλο μαντρότοιχο. Η εξωτερική πόρτα του σπιτιού είναι χαμηλή, έχει τοξοειδές σχήμα και οδηγεί σε μια βοτσαλωτή αυλή, ενώ διαθέτει και περιβόλι. Κατά μήκος αυτής της αίθουσας βρίσκονται πολλά παράθυρα και φεγγίτες. Η οροφή του σπιτιού είναι ξύλινο ενώ το δάπεδο είναι πλακόστρωτο και έχει βοτσαλωτά διακοσμητικά μοτίβα. Δεξιά και αριστερά στους τοίχους υπάρχει ζωγραφικός διάκοσμος με παραστάσεις ερωτευμένων ζευγαριών, καθώς και με σύμβολα των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Εντυπωσιακός είναι ο ξύλινος εξώστης ο οποίος βρισκόταν πάνω από την κύρια είσοδο του σπιτιού. Σε αυτή έπαιρνε τη θέση της η ορχήστρα που πλαισίωνε μουσικά τις επίσημες βραδιές της οικογένειας.Υπάρχουν ακόμα και άλλοι χώροι, όπως γραφείο, τραπεζαρία, υπνοδωμάτια, το γεροντομοίρι (χώρος διαμονής των ηλικιωμένων της οικογένειας), το κρυφτούρι (αποθηκευτικός χώρος πολύτιμων αντικειμένων) και ακόμα κουζίνα με τσιμνιά, πατάρι, δωμάτιο για το υπηρετικό προσωπικό, ξενώνας, λουτρό, κελάρι και πλυσταριό. "Το σπίτι της Άννας του Πάππου στην Καλή Στράτα" είναι ένα δίπατο νεοκλασικό, χτίστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και εξωτερικά δεν έχει υποστεί καμιά μεταβολή, εκτός από τις όποιες εργασίες απαιτήθηκαν για τη συντήρησή του. Έχει Β.Α. προσανατολισμό και στην πρόσοψή του δεσπόζουν τέσσερα μεγάλα συμμετρικά παράθυρα που φέρουν ξύλινα κανάτια(παντζούρια) Οι εξωτερικοί τοίχοι του σπιτιού είναι μεγάλοι, πέτρινοι και φαρδιοί και έχουν διαστάσεις περίπου 1μ. Τα εσωτερικά χωρίσματα είναι ξύλινα, επενδυμένα με σοβά(τσαττί). Το κτήριο έχει ύψος περίπου 15μ., διαθέτει αετωματική στέγη, δίρριχτη κεραμοσκεπή, σιδερένιο μπαλκόνι με ξύλινη κουπαστή ενώ στο κέντρο του τριγωνικού αετώματος διακρίνεται διάτρητος φεγγίτης. Το σπίτι είναι βαμμένο στα χρώματα της ώχρας, του καφέ, του κίτρινου και του λευκού ενώ για την πρόσοψή του έχει χρησιμοποιηθεί μαρμαροσουβάς. Στον κάτω όροφο(κατώι), υπάρχει πόρτα ξύλινη, μεγαλόπρεπη και ογκώδης, που πλαισιώνεται από πέτρινες πελεκητές παραστάδες. Στον πάνω όροφο, οδηγείται κανείς μέσω μιας μεγαλοπρεπούς, εξωτερικής, πλακόστρωτης σκάλας, που βρίσκεται στο πλάι της διώροφης οικίας. Με το άνοιγμα της πόρτας, μπαίνουμε σε ένα μακρόστενο διάδρομο. Στη δεξιά πλευρά του διαδρόμου και μέσω μιας ξύλινης, δίφυλλης πόρτας, εισερχόμαστε στο μαγερειό, όπου υπάρχει η τσιμιά για το μαγείρεμα . Δεξιά της τσιμιάς, βλέπουμε σε μια γωνιά του μαγερειού, μια ξύλινη σκάλα που ξεκινούσε από τον πάγκο και οδηγούσε στη μουσάντρα. Ακριβώς απέναντι από το μαγερειό και στην άλλη πλευρά του διαδρόμου, βρίσκεται η τραπεζαρία. Στο τέλος του διαδρόμου υπάρχει η σάλα, που έχει ξύλινο πάτωμα και ξύλινη οροφή, που παλαιότερα ήταν ζωγραφισμένο με πολύχρωμες ζωγραφιστές συνθέσεις. Στο δεξί μέρος της σάλας μια μεγάλη, ξύλινη πόρτα, μας μεταφέρει στην κάμαρη όπου κυριαρχεί το εντυπωσιακό, ξύλινο εικονοστάσι σε λιτές γραμμές δωρικού ρυθμού. "Το παλιό κοινοτικό Φαρμακείο του Χωριού": νεοκλασικό κτήριο που σώζει άρτια τη διαρρύθμιση των φαρμακείων εκείνης της εποχής (19ος αιώνας). "Το σπίτι του Χάσκα στο Χωριό" είναι από τα πιο παλιά της Σύμης και βρίσκεται στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου, στο Χωριό. Πρόκειται για ένα λιτό ισόγειο, που συγκέντρωνε το καθιστικό και την κάμαρη σε ένα ενιαίο χώρο και είχε μια μικρή κουζίνα στην αυλή. Το σπίτι αν και ερειπωμένο, έχει ιδιαίτερη αξία, λόγω του προσεγμένης ξυλόγλυπτης διακόσμησης που έχει. Η πρόσβαση σε αυτό δεν είναι δυνατή, γιατί υπόκειται σε διαδικασία αναστήλωσης από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. "Τα δίπατα σπίτια στο Πέδι"- Αφορά σε διώροφα κτήρια, όπου ο πάνω όροφος χρησιμοποιείται ως οικία και έχει τη γνωστή διάρθρωση των συμιακών σπιτιών. Ο κάτω όροφος όμως είναι ένας ανοιχτός χώρος, όπου χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση των σφουγγαριών. Το ιδιαίτερο αυτού του οικοδομήματος έγκειται στο γεγονός πως ο κάτω όροφος διαθέτει πλακόστρωτη αυλή που περιστοιχίζεται από μεγάλα, τοξοειδή ανοίγματα. "Τα σπίτια του Τσατταλιού και του Σκουτουδιού στο Πέδι"- είναι από τα πιο παλιά στο Πέδι και ακολουθούν το αιγαιοπελαγίτικο σχέδιο στη δόμησή τους. Μικρά με τετράγωνη κάτοψη, συμπεριλαμβάνουν σε ένα μοναδικό χώρο, καθιστικό, κουζίνα και υπνοδωμάτιο. Διαθέτουν μικρά παράθυρα, χαμηλή είσοδο και το δώμα τους είναι καμωμένο από πατελιά. Τέτοιου τύπου σπίτια συναντάμε πάνω στα βουνά, σε ξωκλήσια και λειτουργούν ως βοηθητικοί χώροι ή στις στάνες, όπου παλαιότερα οι βοσκοί συγκέντρωναν το γάλα για να φτιάξουν το τυρί και ουσιαστικά αποτελούν απομεινάρι του αιγαιοπελαγίτικου ρυθμού.