Πληροφορίες
Η Μικρόπολις, παλαιότερα γνωστή ως Καρλίκοβα, είναι οικισμός της Ανατολικής Μακεδονίας στην Περιφερειακή Ενότητα Δράμας. Ανήκει στον Δήμο Προσοτσάνης και σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είχε πληθυσμό 845 κατοίκων. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021-2022 ο πληθυσμός της Μικρόπολης ανέρχεται στους 618 μόνιμους κατοίκους.
Ιστορία
Από μια Λατινική επιγραφή που βρέθηκε στο χωριό και δημοσιεύθηκε το 1876 από τους L. Heuzey - H. Daumet, πληροφορούμαστε ότι στη θέση αυτή πρέπει να υπήρχε ρωμαϊκό vicus που ανήκε στην αποικία των Φιλίππων.
SERVAEVSEVIICIIVSIVLIISL ATIARIA.ACTE.MARITO,ETSIBI.F.C. INEA.ARCA.ALIVMQVIPOSVERIT.QQSSS DABIT.R.P.*D - Λατινικά
Ο Σέρβαιος Εύτυχος που πέθανε 50 χρόνων ενταύθα κείται. Η Αταρία Ακτή έστησε αυτό το μνημείο για αυτόv τον άνδρα και όποιος τοποθετήσει στη σαρκοφάγο αυτή νεκρό εκτός του αναφερομένου, πρέπει να πληρώνει εις την αποικία 500 δηνάρια το χρόνο. - Ελεύθερη απόδοση
Η σαρκοφάγος αυτή από το έτος 1876 έως περίπου το 1970 χρησίμευε σαν σκάφη στη βρύση του χωριού που βρισκόταν στην πάνω πλατεία και μέσα σε αυτήν έριχνε ο Παπάς τον Σταυρό την ημέρα των Φώτων. Σήμερα βρίσκεται δίπλα στα παλαιά γραφεία της κοινότητας. Η Μικρόπολη στα 1885 είχε συνολικά 2.000 κατοίκους, από τους οποίους 50 ήσαν Έλληνες, 750 Μουσουλμάνοι και 1.200 σλαβόφωνοι, Πατριαρχικοί και Εξαρχικοί. Στα 1910 το χωριό φέρεται και ως Καρλίκοβα με πληθυσμό 1.900 κατοίκους, από τους οποίους 900 Έλληνες και 1.000 Μουσουλμάνοι.
Το ζήτημα της εκκλησίας στη Μικρόπολη
Τον Οκτώβριο του 1902, ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος επισκέφθηκε την Καρλίκοβα (Μικρόπολη) προκειμένου να διαπιστώσει τις ανάγκες της κοινότητας αυτής. Το συμπέρασμα ήταν ότι η εκκλησία που υπήρχε τότε δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις λειτουργικές ανάγκες των ορθοδόξων κατοίκων που έφθαναν τις 185 χριστιανικές οικογένειες. Η παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ήταν μικρή, στενή, σκοτεινή και ετοιμόρροπη -καθώς είχε κτιστεί το 1841- και έπρεπε το συντομότερο να κτισθεί νέα. Την απόφαση την πήρε αμέσως και έστειλε στις 5 Οκτωβρίου 1902 σχετική αναφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μαζί με το σχέδιο του νέου ναού που θα χτιζόταν. Με την αναφορά του ζητούσε ο Χρυσόστομος:
Να εκδοθεί ειδική άδεια έγκρισης ανέγερσης του νέου ναού (φιρμάνι) από την οθωμανική κυβέρνηση στο όνομα του πατριαρχείου κι αυτό για να γίνει αντιληπτό από τους χριστιανούς του χωριού (οι περισσότεροι από τους οποίους σλαβόφωνοι) ότι υπάρχει θρησκευτικός δεσμός ανάμεσα στο πατριαρχείο και στους ορθόδοξους της Μακεδονίας. Ήταν ένας ελιγμός του Χρυσόστομου για να περιφρουρήσει τους σλαβόφωνους ορθόδοξους χριστιανούς από την βουλγαρική προπαγάνδα που προσπαθούσε με κάθε μέσο να τους οικειοποιηθεί εκμεταλλευόμενη την σλαβική γλώσσα. Ο νέος ναός θα κτιζόταν στον χώρο της πλατείας του χωριού σε κατάλληλο οικόπεδο κοινοτικής ιδιοκτησίας κι έτσι δεν θα χρειαζόταν πρόσθετη δαπάνη για την αγορά οικοπέδου. Ο ναός θα είχε μήκος 35 πήχεις μαζί με τον νάρθηκα, πλάτος μαζί με τα πτερύγια του νάρθηκα 30 πήχεις και ύψος 15 πήχεις. Ο νέος ναός θα ήταν αφιερωμένος πάλι στον όνομα του Αγίου Γεωργίου Η συνολική δαπάνη για την ανοικοδόμηση του νέου ναού δεν θα ξεπερνούσε τις 500 οθωμανικές λίρες γιατί υπήρχαν όλα το υλικά για τον σκοπό αυτόν και η δαπάνη θα περιοριζόταν μόνο στην πληρωμή των μαστόρων και των εργατών. Οι χριστιανοί κάτοικοι του χωριού παραμένουν πιστοί στο Πατριαρχείο μέχρι σήμερα (5.10.1902, ημερομηνία αναφοράς) Το φιρμάνι για την ανέγερση του ναού να εκδοθεί το ταχύτερο και η εκκλησία αυτή να παραμείνει αφορολόγητη στο Πατριαρχείο Το 1906 η εφημερίδα Τάιμς του Λονδίνου δημοσίευσε τηλεγράφημα από την Σόφια ότι ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος κούρεψε (=έκειρε) Βούλγαρο ιερέα από το πατριαρχικό χωριό Καρλίκοβα (=Μικρόπολη) και κατόπιν αφού τον αποσχημάτισε τον έντυσε με ρούχα χωρικού και τον έστειλε στο χωριό του. Αυτά αναφέρονται σε έγγραφο του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος προς το προξενείο Καβάλας και σε απαντητικό έγγραφο του τελευταίου προς το προξενείο, αναφέρεται ότι αποσχηματισμός και το κούρεμα του ιερέα έγιναν γιατί ο τελευταίος είχε δείξει ανάρμοστη συμπεριφορά. Το περιστατικό αυτό αναφέρεται επίσης λεπτομερέστερα και σε έκθεση του γενικού προξένου της Αγγλίας στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 1906.
= Το κλείσιμο της εκκλησίας
= Ο εθνικός ανταγωνισμός μεταξύ των πατριαρχικών και των εξαρχικών βουλγαριζόντων στην περιοχή της Δράμας συνεχίστηκε και μετά την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908. Ο ανταγωνισμός έγινε σκληρότερος στον εκκλησιαστικό χώρο, όπου παρενέβαινε η τούρκικη διοίκηση δίνοντας λύσεις που εξυπηρετούσαν και ικανοποιούσαν τις απόψεις των εξαρχικών. Έφθανε ακόμη στο σημείο να κατασκευάζει και πλασματικές απογραφές στα μικτά χωριά, με απώτερο στόχο αλλοιώνοντας τα πληθυσμιακά δεδομένα να δημιουργεί ερείσματα στις αξιώσεις των βουλγαριζόντων. Ο νόμος που ψηφίσθηκε από την τούρκικη βουλή καθόριζε με διάταξη του ότι στα μικτά χωριά, εφόσον υπήρχαν δύο χριστιανικές εκκλησίες, η μία ανήκε στους πατριαρχικούς και η άλλη έπρεπε να παραχωρηθεί στην κοινότητα των εξαρχικών. Όταν όμως στο μικτό χωριό υπήρχε μια μόνο χριστιανική Εκκλησία, αυτή ανήκε αποκλειστικά στην κοινότητα των πατριαρχικών, εκτός αν οι εξαρχικοί κάτοικοι του χωριού αποτελούσαν τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού του, οπότε η μοναδική αυτή Εκκλησία έπρεπε να ανήκει στους τελευταίους. Συχνά η τουρκική διοίκηση με τα αρμόδια όργανά της (τους Νουρήδες) δημιουργούσε πλαστές απογραφές στο μικτό χωριό. Έδινε δηλαδή την πλειοψηφία κατά τα 2/3 στους εξαρχικούς, οι οποίοι αποκτούσαν το νομικό δικαίωμα να παραλάβουν τα κλειδιά της μοναδικής Εκκλησίας και να λειτουργήσουν σε αυτήν. Η φιλοεξαρχική αυτή πολιτική της τουρκικής διοίκησης στηριζόταν σε εντολές που προερχόταν από τα ανώτερα διοικητικά κλιμάκια. Ερευνώντας την υπόθεση αυτή, που είχε ως κατάληξη το κλείσιμο της μοναδικής εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου στη Μικρόπολη από τους Τούρκους, η Τουρκική υποδιοίκηση της Ζίχνης προέβη στο κλείσιμο της εκκλησίας αυτής ξεκινώντας από φιλοεξαρχικά αισθήματα. Ο Καϊμακάμης της Ζίχνης έκλεισε την εκκλησία της Μικρόπολης για να μην αποδοθεί δικαιωματικά στους ορθόδοξους, στους οποίους ανήκε από το 1841, εφόσον όπως αποδείχθηκε οι σχισματικοί του χωριού δεν αποτελούσαν τα 2/3 του πληθυσμού του με την σωστή απογραφή του πληθυσμού που ακολούθησε την προηγούμενη πλασματική που είχε κατασκευάσει ο Νουρής της Ζίχνης. Η Μικρόπολη υπαγόταν διοικητικά στον καζά (επαρχία) της Ζίχνης, ο έπαρχος της οποίας λεγόταν Καϊμακάμης, ενώ εκκλησιαστικά υπαγόταν στην Μητρόπολη της Δράμας και Ζιχνών, έδρα της οποίας την εποχή εκείνη ήταν η Αλιστράτη. Μητροπολίτης ήταν την εποχή εκείνη ο Αγαθάγγελος. Η φιλοσχισματική πολιτική της τουρκικής διοίκησης που εφαρμόσθηκε στην Μικρόπολη με το κλείσιμο της Εκκλησίας που ανήκε νόμιμα στους ορθόδοξους Έλληνες είχε πανομοιότυπη εκδήλωση και σε άλλα μικτά χωριά όπου υπήρχε μία μόνο χριστιανική εκκλησία. Για αυτό το λόγο η έκθεση που συντάχθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1911 από τον Μητροπολίτη Αγαθάγγελο για την υπόθεση του κλεισίματος της εκκλησίας στην Μικρόπολη από τους Τούρκους στις 1 Ιανουαρίου 1911 αποτελεί σημαντικό ιστορικό έγγραφο.
[...]Εν Καρλικόβη προ τινών ημερών εγένετο απογραφή των κατοίκων και ιδία των ημετέρων και των Βουλγάρων υπό τινός Νουρή υπαλλήλου της διοικήσεως Ζηλιαχόβης, όστις λίαν μεροληπτικώς εποίησεν την απογραφήν, καθ΄όσον ημετέρους μεν ενέγραψε 310, Βουλγάρους δε 688.Ο σκοπός της απογραφής των κατοίκων ετύγχανεν ίνα μάθη η επιτόπιος αρχή, εις τίνας να επιδίκαση κατά τον γνωστόν της Βουλής νομών την μίαν και μόνη Εκκλησία του χωρίου, ην από δεκαετίας κατέχουσιν οι ημέτεροι και πλειοψηφούντες και μειοψηφούντες, καθ΄όσον κατά το 1903 και 1905 η πλειοψηφία ήτο ημετέρα, μεταβληθείσα είς μειοψηφίαν ένεκα δεινών καταδιωγμών και σκληρωτάτων αλλεπαλλήλων φόνων των ημετέρων κατά το 1908 και 1907 υπό των Βουλγαρικών τότε Κομιτάτων.[...]
Γενικά στοιχεία - Νεότερη Ιστορία
Το χωριό είναι κτισμένο στις υπώρειες του όρους Μενοικίου σε υψόμετρο 260 μέτρων. Από τη Μικρόπολη ήταν ο Οπλαρχηγός Μακεδονομάχος Ιωάννης Ευαγγελόπουλος. Επίσης σπουδαίοι Μικροπολίτες Μακεδονομάχοι ήταν ο Κωνσταντίνος Καρλικόβαλης και ο Ιωάννης Σιλλός. Βρίσκεται στα Βορειοδυτικά του νομού Δράμας και στα βορειοανατολικά του γεωγραφικού Διαμερίσματος της Μακεδονίας. Υπάγεται στον Νομό Δράμας και ανήκει στον Δήμο Προσοτσάνης. Απέχει από τη Δράμα 29 χιλ. και από τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα περίπου 50 χιλ. Προπολεμικά οι κάτοικοι αριθμούσαν τους 3.800 και το 1961 περίπου τους 2.600. Κατόπιν λόγω των μεταναστεύσεων στο εξωτερικό (κυρίως Γερμανία) όσο και στα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα ο πληθυσμός έχει ελαττωθεί σημαντικά σε 1.000 κατοίκους (απογραφή 1991). Στο χωριό εκτός από τους ντόπιους κατοίκους ήλθαν και εγκαταστάθηκαν μόνιμα Θρακιώτες (όπως Ορτακινοί), Μικρασιάτες (όπως Καραμανλήδες), Πόντιοι, και Γραμουστιάνοι, φυλή Βλάχων. Το βασικό χαρακτηριστικό του χωριού είναι η διαίρεση σε πάνω και κάτω συνοικία (Παν Μαχαλάς και Κατ Μαχαλάς). Σήμερα η τυπική αυτή διαίρεση έγκειται μόνο στην ονομασία, γιατί παλαιότερα αντικατόπτριζε εχθρικές διαθέσεις των κατοίκων των δύο συνοικιών. Στην πάνω συνοικία κατοικούσαν κυρίως γηγενείς, οι οποίοι, μη θέλοντας να μοιραστούν τα είδη κεκτημένα αγαθά με τους πρόσφυγες της κάτω συνοικίας, έρχονταν πολύ συχνά σε διαμάχες. Άλλωστε οι δύο πλατείες, δύο σχολεία, οι δύο συνεταιρισμοί, παλαιότερα οι δύο ποδοσφαιρικές ομάδες, αλλά και οι προφορικές μαρτυρίες πιστοποιούν την έριδα που υπήρχε. Το πέρασμα των χρόνων και η αμοιβαία ανταλλαγή των κατοίκων δια μέσου των γάμων κατάφερε να ενώσει το χωριό.
Αξιόλογοι Μικροπολίτες
Ιωάννης Ευαγγελόπουλος, Μακεδονομάχος οπλαρχηγός
Σημειώσεις - παραπομπές
Δικτυακοί τόποι http://mikropoli.com
http://mikropoli.com Αρχειοθετήθηκε 2006-04-09 στο Wayback Machine.