Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

Το Αλεποχώρι είναι οικισμός της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου. Η επίσημη ονομασία είναι “το Αλεποχώριον”. Διοικητικά ανήκει στο Δήμο Διδυμότειχου της Θράκης. Το χωριό θεωρείται πολύ παλιό και οι κάτοικοί του είναι γηγενείς Έλληνες.

Γεωγραφικά στοιχεία

Το χωριό βρίσκεται ακριβώς πάνω στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα (300 μ. από τα τελευταία σπίτια). Το χωριό αναγνωρίστηκε ως κοινότητα το 1929, προερχόμενο από την κοινότητα Μεταξάδων, ενώ το 1956 προσαρτήθηκε σε αυτήν ο οικισμός της Πολιάς. Το 1997, η αναγνώριση της κοινότητας αφαιρέθηκε και τα χωριά Αλεποχώρι και Πολιά προσαρτήθηκαν στον Δήμο Μεταξάδων. Από το 2010 και μέχρι σήμερα, το Αλεποχώρι και η Πολιά ανήκουν στον Δήμο Διδυμότειχου. ως δημοτική κοινότητα Αλεποχωρίου, που το 2021 είχε πληθυσμό 250 κατοίκους.

Ονομασία

Διάφοροι μύθοι που ακούγονται λένε πως στο χωριό υπήρχε ένας Τούρκος Αγάς ο οποίος έπαιρνε τις νύφες την πρώτη νύχτα του γάμου τους, στο δικό του σπίτι. Οι κάτοικοι του χωριού κατάφεραν με πονηρό τρόπο να στείλουν κάποιον στην Πόλη για να διαμαρτυρηθούν στο Σουλτάνο, ο οποίος τους δικαίωσε και καθαίρεσε τον Αγά. Ο αγάς φεύγοντας από το χωριό αποκάλεσε τους κατοίκους «αλεπούδες» και έτσι πήρε το χωριό το όνομά του.

Ιστορία

Το Αλεποχώρι είναι από τους πρώτους και πιο παλιούς οικισμούς της Π.Ε. Έβρου. Οι πρώτοι κάτοικοι του αριθμούνταν στους 300 και τα οικήματα στα 50. Εν ολίγοις, υπήρχε ήδη στη Βυζαντινή εποχή, αλλά η χολέρα που ξέσπασε γύρω στο 1270 ανάγκασε τους κατοίκους να ξαναχτίσουν το χωριό λίγο πιο κάτω από την αρχική του τοποθεσία. Λίγα χρόνια αργότερα, κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Το 1770 το χωριό πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε από τους Τούρκους λόγω μιας αποτυχημένης επανάστασης των Ελλήνων στον Μοριά. Ωστόσο, οι κάτοικοι των γύρω χωριών βοήθησαν στην ανοικοδόμηση του χωριού. Απελευθερώθηκε το 1920.

Το χωριό επί Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Από τις μαρτυρίες τις ιστορικές που υπάρχουν καθώς και από την παράδοση στο χωριό φαίνεται ότι το Αλεποχώρι είναι ένα από τα αρχαιότερα χωριά της περιοχής Διδυμοτείχου. Η παράδοση λέει ότι το χωριό ήταν πολύ μεγάλο με 800 περίπου σπίτια. Στην άκρη του χωριού κοντά στον "τσισμέ" ζούσε ένας Καλόγερος ολομόναχος. Οι κάτοικοι τον συντηρούσαν προσφέροντάς τον φαγητό. Την εποχή εκείνη στη θέση "Γιαλαδαρκή" γινόταν μεγάλο παζάρι. Εκεί υπήρχε μια μεγάλη βρύση. Το νερό ερχόταν με "κιούγκια" από την περιοχή του σημερινού παρεκκλησίου της Αγίας Παρασκευής. Τα κιούγκια βρέθηκαν με πρόσφατες ανασκαφές. Κάποια μέρα μια γυναίκα απ΄το χωριό δεν πήγε φαγητό στον Καλόγερο. Τότε αυτός την καταράστηκε και μαζί μ΄αυτήν ολόκληρο το χωριό. Σε λίγες μέρες χτύπησε τους κατοίκους χολέρα-πανούκλα και πέθαναν πολλοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι είναι θαμμένοι στη θέση "Αμπέλια"όπου μέχρι και σήμερα σώζονται νεκροταφεία. Πολλοί κάτοικοι έφυγαν και έμειναν μόνο επτά οικογένειες. Σιγά σιγά όμως το χωριό πάλι μεγάλωσε. Δύο καλντερίμια που σώζονται μέχρι και σήμερα οδηγούσαν προς την παλαιά εκκλησία και τον "τσισμέ".

Το χωριό επί Τουρκοκρατίας

Στην εποχή της Τουρκοκρατίας, το χωριό ονομαζόταν: ''Μπας Καρά Μπουνάρ'' που σημαίνει ''Μαύρο Βαθή Πηγάδι''. Απ'ότι λένε οι γεροντότεροι το νερό των πηγαδιών που υπήρχαν ήταν μαύρο και πικρό. Έξω από το χωριό που κατοικούσαν οι Χριστιανοί και το οποίο ήταν πολύ μεγάλο γιατί συνεχώς ανακαλύπτονται κεραμίδια, πέτρες, κιούγκια για νερό (που μαρτυράν το μέγεθος του) και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου υπήρχε τούρκικο χωριό όπου έμενε ο Μπέης με τη φρουρά του, τους αράπηδες και κάποιους άλλους Τούρκους. Το χωριό των Τούρκων ήταν ακριβώς εκεί που είναι σήμερα η οριογραμμή που χωρίζει το χωριό από τη Βουλγαρία. Το παλιό χωριό που ήταν στη διασταύρωση των δρόμων, από το Ορτάκιοϊ στο Διδυμότειχο. Η καταπίεση από τους Τούρκους ήταν καθημερινή με όλα τα γνωστά επακόλουθα (παιδομάζωμα, αρπαγή αγαθών, φόροι και αλλά). Ένα από τα χειρότερα δεινά των κατοίκων από τους Τούρκους ήταν ότι: Τον παλιό καιρό τη νύφη που θα παντρευόνταν την Κυριακή το βράδυ την έπαιρνε ο Τούρκος. Την κρατούσε τρεις ημέρες κι ύστερα την έδινε στο γαμπρό. Το γεγονός αυτό είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος και η πιο εξευτελιστική πράξη σε κάθε νέο ζευγάρι που παντρευόταν. Η νύφη περνούσε μαρτυρικές ώρες ομαδικού βιασμού και βιασμού της προσωπικότητάς της. Αυτό διήρκησε για πολλά χρόνια. Κάποια στιγμή όμως οι νέοι του χωριού δεν άντεξαν περισσότερα. Συννενοήθηκαν και αποφάσισαν, μια επιτροπή από τρεις νεαρούς, να ξεκινήσει από το χωριό και να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη, όπου ήταν η έδρα του Σουλτάνου. Μέσω των τουρκικών φυλακίων και χωριών μπαίνοντας στην Ανατολική Θράκη μετά από πολλές μέρες έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη. Την ημέρα που έφτασαν στην Πόλη, λέει η παράδοση, γινόταν μια εκδήλωση όπου θα παρευρισκόταν ο Σουλτάνος. Οι άκρες του δρόμου ήταν γεμάτη κόσμο. Πήγαν σ’ ένα Αρμένη στην Κωνσταντινούπολη και ζήτησαν συμβολή τι να κάνουν για να απαλλαγούν από αυτή τη συνήθεια. Ο Αρμένης τους εσυμβούλεψε να πάρουν από ένα μαγκάλι κάρβουνα αναμμένα, να τα βάλλουν επάνω στο κεφάλι και να γυρίζουν. "Ο Σουλτάνος θα σας καλέσει τους είπε και θα του μιλήσετε", τους είπε. Πράγματι τους κάλεσε ο Σουλτάνος και τους ρώτησε γιατί έχουν τα μαγκάλια στο κεφάλι. Εκείνοι του είπαν: «βασιλιά μου, όπως ανάβει η φωτιά στο μαγκάλι, έτσι καίει και το δικό μας το κεφάλι. Και του διηγήθηκαν τι γινότανε και τι τραβούσαν. Εξαγριώθηκε τότε ο Σουλτάνος και διέταξε έναν Τούρκο αξιωματικό με ισχυρή φρουρά να επισκεφθεί το χωριό και αν πράγματι συνέβαινε αυτό που του διηγήθηκαν να τους τιμωρήσει. Την ώρα που ετοιμάστηκαν να φύγουν οι νέοι αφού τον ευχαρίστησαν, τους ζήτησε να του λύσουν την απορία, πως κατόρθωσαν να φτάσουν στην Πόλη, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τα τουρκικά φυλάκια. Εκείνοι του είπαν πως ήρθαν με πολλές προφυλάξεις, κρυβόμενοι και παραπλανώντας τους στρατιώτες με διάφορους πονηρούς τρόπους. Τότε ο Σουλτάνος τους αποκάλεσε ''τιλκίκ'' (αλεπούδες) και από τότε το χωριό πήρε την τουρκική ονομασία: ''Τιλκίκιοϊ''. Όταν επέστρεψαν οι νέοι στο χωριό, διηγήθηκαν τα πάντα στους συγχωριανούς και περίμεναν την άφιξη του Τούρκου αξιωματικού με την φρουρά του για να ερευνήσει το θέμα. Εκείνος ήρθε μεταμφιεσμένος ως καπνέμπορος και τους είπε ότι εμείς στα χωριά μας κάνουμε αυτά και αυτά τους "γκιαούρηδες". Εκείνοι ξεθάρρεψαν και του είπαν ότι κάνουν ακόμη χειρότερα. Γύρισε ο αντιπρόσωπος στην Εντρινέ (Αδριανούπολη) και έκαμε αναφορά στο Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος έστειλε στρατό και έκαψαν όλο το χωριό Γκιουνεκλή. Δεν έμεινε κανένας Τούρκος. Έμειναν μόνον οι Έλληνες που έχτισαν το Αλεποχώρι (Τιλκίκογιου) δηλαδή χωριό των πονηρών (Τιλκί= αλεπού). Μόνον ένας Τούρκος σώθηκε από τη σφαγή και έκαμε το χωριό Αβδέλλα. Υπάρχουν και άλλες δύο εκδοχές. Η μία αναφέρει ότι δύο γέροι Τούρκοι κατάφεραν να διαφύγουν. Ο ''Ακσακάλ'' που σημαίνει "άσπρα γένια" και ο ''Αμπντουλάχ''. Αυτοί έφυγαν και ίδρυσαν αντίστοιχα τα χωριά ''Ακσακάλ''-(Πολιά) και ''Αμπντούλα-(Αβδέλλα). Ωστόσο υπάρχει και η άλλη εκδοχή. Ότι η τουρκική κυβέρνηση είχε εγκαταστήσει στην περιοχή Διδυμοτείχου πρόσφυγες απ' την Ανατολή και το Πακιστάν (τους λεγόμενους ματζήρηδες), οι οποίοι ίδρυσαν τουρκικά χωριά όπως την Κυανή (Τσιαουσλί), τη Σαύρα (Σουμπάσκιοϊ), το Αβδουλάκι (τη σημερινή Αβδέλλα), το Ελαφοχώρι, την Πολιά και άλλα. Έτσι για πολλά χρόνια το χωριό ονομαζόταν ''Τιλκίκιοϊ'' και μετά την απελευθέρωση πήρε το Ελληνικό όνομα ''Αλεποχώρι''. Υπάρχει και η δεύτερη εκδοχή ότι πήρε το όνομα από τις πολλές αλεπούδες που υπήρχαν στην περιοχή, αλλά ισχυρότερη είναι την πρώτη που μεταφέρεται εδώ και πολλά χρόνια από στόμα σε στόμα. Σε ιστορικά αρχεία και συγκεκριμένα στο έτος 1910 υπάρχει και η ονομασία "Kaylıklıköy", ωστόσο φαίνεται να ήταν προσωρινή ονομασία. Την εποχή της Τουρκοκρατίας όλα τα σκέπαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Η σκλαβιά στο χωριό διήρκησε πάρα πολλά χρόνια. Τουρκοπατήθηκε περί του 1350 όταν αλώθηκε και η Αδριανούπολη.

Νεότερη ιστορία του χωριού

Στα νεότερα χρόνια, από τον 18ο αι. και μετά, το αστικό ελληνικό στοιχείο ανθεί οικονομικά και πνευματικά, γεγονός που φαίνεται έντονα στην κοσμική και εκκλησιαστική αρχιτεκτονική και τέχνη. Το 1893 λειτούργησε το πρώτο σχολείο στο χωριό. Αργότερα το χωριό κατακτήθηκε από τους Βούλγαρους.

Στις 18 Μαρτίου 1914 στο χωριό Αλεποχώρι σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους 15 Ακαλανιώτες. Οδήγησαν τους αιχμάλωτους από το Ακαλάν (σήμερα Belopolyane) σε σφαγείο, σε μια χαράδρα κοντά στο χωριό Αλεποχώρι, όπου ξεκίνησε το έργο των βαρβάρων. Σφάγιασαν ακριβώς όπως στο σφαγείο με τη σειρά. Μπροστά στα μάτια των άλλων. Στιγμές τρόμου, γεμάτες θλίψη και βαρβαρότητα. Αίμα έρεε από τα χέρια των εκτελεστών, οι άνθρωποι συνέχισαν να σφάζονται ακόμα και τότε, σαν σαν ένα θαύμα, φώναξαν δυνατά στους ζωντανούς «φύγετε!». Ακριβώς όταν ο 16ος επρόκειτο να σφαγιασθεί, τότε όλοι διασκορπίστηκαν στο δάσος. Το 1920, μετά την απελευθέρωση της Θράκης άρχισε να παίρνει τη σύγχρονη μορφή του. Ωστόσο, ακόμη και μετά την απελευθέρωση, υπήρξαν ορισμένες επιθέσεις από κομιτατζήδες. Για παράδειγμα, στα μέσα του Ιουνίου του 1920, 5-6 Βούλγαροι και 17 κομιτατζήδες επιχείρησαν να επιτεθούν στο χωριό, από το οποίο έκλεψαν 64 αιγοπρόβατα, 7 αγελάδες, 5 βόδια και ένα γαϊδούρι, ενώ παράλληλα συνέλαβαν μερικούς κατοίκους τους οποίους κακοποίησαν βάναυσα. Το 1922 ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή, ήρθαν πολλές οικογένειες προσφύγων (168 άτομα ή αλλιώς 22 οικογένειες). Έχτισαν τα σπίτια τους και τους δόθηκαν κτήματα για καλλιέργεια, από την έκταση του χώρου. Σήμερα πρόσφυγες δεν υπάρχουν στο χωριό παρά ελάχιστοι. Οι περισσότεροι έχουν φύγει προς Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Η Ιταλική και η Γερμανική κατοχή, άφησε τα σημάδια της στο χωριό. Αρκετά παλικάρια του χωριού πολέμησαν στα βουνά της Αλβανίας στο έπος του 1940 όπως και στη Μικρασιατική καταστροφή. Ένας κάτοικος του χωριού, 13 ετών την εποχή εκείνη, περιέγραψε γλαφυρά την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940: «Εκείνη τη μέρα βούιζε το χωριό. Οι πόρτες και τα παράθυρα άνοιγαν και έκλειναν με πάταγο. Ο κόσμος έτρεχε στους δρόμους, στα χωράφια, στα βοσκοτόπια, η καμπάνα χτυπούσε για να ειδοποιήσουν του κατοίκους του χωριού για το φαρμακερό μαντάτο του πολέμου. Έγινε γενική επιστράτευση. Πήραν τις κλάσεις, επιστράτευσαν άλογα, αγελάδια, πρόβατα, γίδια για το στρατό, για το μέτωπο». Οι βασικές ασχολίες των κατοίκων γύρω στα 1940 ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία, με κύρια καλλιεργούμενα προϊόντα το σιτάρι, το κριθάρι, το καλαμπόκι και το σουσάμι. Σήμερα, συνεχίζονται οι ίδιες καλλιέργειες ενώ προστέθηκε η καλλιέργεια καναρόσπορου και φασολιών από το 1952. Η κοινότητα διοικούνταν από παρέδρους και υπήρχε υποχρεωτική συμμετοχή των ανδρών σε κοινοτικά έργα από την ηλικία των 18-20 ετών, με τις γυναίκες να μην συμμετέχουν. Οι άνδρες και οι γυναίκες μοιράζονταν τις αγροτικές και κτηνοτροφικές δουλειές, ενώ τα παιδιά αρχίζουν να βοηθούν από την ηλικία των 12-13 ετών. Η οικογενειακή δομή ήταν πολυμελής και παραδοσιακή, με τα πρωτότοκα παιδιά να παίρνουν τα ονόματα των γονιών του συζύγου και τα επόμενα τα ονόματα των γονιών της συζύγου. Οι γάμοι ήταν βασισμένοι στην ηλικία και συνήθως τα ζευγάρια έμεναν στο πατρικό του γαμπρού. Η προίκα αποτελούνταν κυρίως από χωράφια, ενώ η κληρονομιά μεταβιβαζόταν με διαθήκη, συνήθως μετά το θάνατο του πατέρα, με τα κορίτσια να λαμβάνουν μικρότερο μερίδιο σε σύγκριση με τα αγόρια. Το χωριό αρκετά ταλαιπωρήθηκε την περίοδο του εμφυλίου πολέμου 1946-1949 επειδή ήταν δίπλα στη Βουλγαρία. Έγινε σημείο πολλών συγκρούσεων της εμφύλιας διαμάχης. Πολλές φορές εκκενώθηκε, είχε αρκετά θύματα στον εμφύλιο πόλεμο. Στις 17 Ιουνίου 1947 μια ομάδα ανταρτών μπήκε στο Αλεποχώρι και έκαψε το σπίτι ενός αγροφύλακα, ενώ στρατολόγησε όπως ανακοινώθηκε, 35 ομοϊδεάτες. Ταυτόχρονα την ομάδα ακολούθησαν και 15 οικογένειες του χωριού προσκείμενες στο ΚΚΕ. Πάντως 7 από τους φερόμενους ως επιστρατευθέντες επέστρεψαν στο χωριό. Αυτοί, φοβούμενοι ακριβώς το ενδεχόμενο της βίαιης στρατολόγησής τους, είχαν κρυφτεί. Αμέσως μετά τα Χριστούγεννα, μια ευάριθμη ομάδα ανταρτών εισέβαλε βορειότερα στο Αλεποχώρι, εγγύτατα στα βουλγαρικά σύνορα και πήρε τρόφιμα, που τα φόρτωσε σε βοϊδάμαξες και τα μετέφερε στην τοποθεσία Γκεχτσέ Μπουνάρ, κοντά στην οροθετική γραμμή των συνόρων με τη Βουλγαρία. Στις 15 Μαΐου του 1949, η γύρω περιοχή των Μεταξάδων είχε καταληφθεί από τους αντάρτες και έτσι οι κάτοικοι των χωριών Παλιουρίου, Πολιάς, Αβδέλλας και Αλεποχωρίου είχαν εγκατασταθεί στους Μεταξάδες. Μετά τον εμφύλιο το χωριό προσπάθησε να ανασυγκροτηθεί και το κατόρθωσε.

Τα σύνορα τα υπάρχοντα, είχαν οριστεί μετά τις συνθήκες του Ελληνικού κράτους με τη Βουλγαρία-Τουρκία. Η μέχρι πρότινος κοινότητα Αλεποχωρίου αποτελείται από 25.000 περίπου στρέμματα, από τα οποία 12.000 είναι καλλιεργήσιμα και τα υπόλοιπα δάση. Με αγώνες που έκαναν κάτοικοι, αρκετή έκταση του δημοσίου άλλαξε καθεστώς και έγινε κοινοτική. Δύο μεγάλοι αναδασμοί έγιναν το 1960 και το 1990. Πολλοί κάτοικοι έχουν στα χέρια τους συμβόλαια αγοράς χωραφιών από Τούρκους τσιφλικάδες. Τη δεκαετία του 1960 αρκετοί κάτοικοι μετανάστευσαν στο εσωτερικό της χώρας (Αθήνα-Θεσσαλονίκη) και στο εξωτερικό (Γερμανία, Βέλγιο, Αμερική, Αυστραλία κτλ.). Στις 5 Φεβρουαρίου 2006 η εκπομπή της ΕΤ3 "Κυριακή στο Χωριό" ήρθε στο χωριό και γυρίστηκε επεισόδιο όπου παρουσιάστηκαν οι τοπικές παραδόσεις, τα έθιμα, ήθη και το τοπικό φαγητό σε Πανελλαδικό αλλά και διεθνές επίπεδο, μέσω της ΕΤ3 και του ERT World. Στο επεισόδιο έπαιξαν παραδοσιακοί χοροί και εκ των παρευρισκόντων ήταν διάφοροι σύλλογοι της περιοχής. Η εκπομπή σημείωσε υψηλή τηλεθέαση, με μέσο όρο 8,3% και μέγιστο 12,3% σε πανελλαδικό επίπεδο. Στις 12 Ιανουαρίου 2021 με τις γενικές πλημμύρες στον Νομό Έβρου το 2021, ο ποταμός Ερυθροπόταμος ξεχείλισε και προκάλεσε σοβαρές ζημιές σε χωράφια, μηχανήματα και σπίτια της γύρω περιοχής, καθώς έσπασαν τα φράγματα του ποταμού.

Ιστορικά μνημεία

= Μεταβυζαντινός Ναός Αγίου Αθανασίου

= Ο παλαιότερος ναός στο χωριό είναι ο ναός του Αγίου Αθανασίου. Χτίστηκε το 1729 χωρίς να έχει παράθυρα και καμπαναριό, αλλά σπάνιας ομορφιάς τοιχογραφίες. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι στο γυναικωνίτη, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος του ναού και χωριζόταν με τον κυρίως ναό με καφασωτά, υπάρχουν αναπαραστάσεις των "κριμάτων", της τιμωρίας, δηλαδή των αμαρτωλών στη δεύτερη παρουσία. Ενδιαφέρον δείχνουν οι πολλές ταφόπλακες στον χώρο γύρω από το ναό, καθώς και η αναπαράσταση του δέντρου της ζωής στην είσοδο του νεκροταφείου. Ταπεινή στην εμφάνιση και στο ύψος και καταχωμένη κατά ένα μέρος μέσα στη γη, για να μην προκαλεί τον αλλόπιστο κατακτητή. Λένε πως ήταν το "κρυφό σχολειό" της περιοχής και της εποχής που οικοδομήθηκε. Είναι διακοσμημένη με τοιχογραφίες και ξυλόγλυπτο τέμπλο της ίδιας εποχής. Επίσης εντυπωσιάζει μια εξαιρετικά σπάνια αναπαράσταση ζωόμορφο κυνοκέφαλου Αγίου. Πρόκειται για τον Άγιο Χριστόφορο που παρουσιάζεται ως άνθρωπος με κεφάλι σκύλου. Παρόμοια παράσταση του Αγίου εκτίθεται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Είναι κατασκευασμένος από ασβεστόλιθο, είναι μονόχωρος και χωρίς κίονες. Έχει δύο εισόδους: μία στη βόρεια πλευρά, ενώ η κύρια είσοδος είναι από την δυτική πλευρά. Η πόρτα της δυτικής πλευράς ήταν για τις γυναίκες ενώ της βόρειας για τους άντρες.

Ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας αναλύει τους λόγους που δικαιολογούν τις αρχιτεκτονικές επιλογές στα κτήρια αυτής της περιόδου, λέγοντας ότι η μορφή των εκκλησιών είναι αποτέλεσμα του φόβου των κατοίκων να μην προκαλέσουν το μένος των κατακτητών, καθώς συχνά έπεφταν θύματα των γενίτσαρων και των ντελιμπάσηδων που λυμαίνονταν την περιοχή της Θράκης με εφαλτήριο την Κωνσταντινούπολη. Περιγράφει, με γλαφυρό ύφος, το γεγονός ότι η Θράκη αποτελεί το προαύλιο της Πρωτεύουσας, στο οποίο εφορμούσαν οι παραπάνω προκαλώντας ζημιές και σκορπώντας τον τρόμο.

Ασχολίες των κατοίκων του Αλεποχωρίου

Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων από τα πολύ παλιά χρόνια ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Γεωργία: Η περιοχή ήταν σιτοπαραγωγική. Το όργωμα γινόταν με τα βόδια και το αλέτρι. Ο γεωργός είχε στον ώμο του το δισάκι με το σπόρο, έσπερνε και μετά σβάρνιζε με την ξύλινη σβάρνα. Ο θερισμός γινόταν με το δρεπάνι και αφού γινόταν οι θυμωνιές ακολουθούσε το αλώνισμα με την ''ντουκάνα'' (ξύλινο αντικείμενο με αιχμηρές πέτρες, αργότερα με την ''μπατόζα'' (μηχανή που δούλευε με τη βοήθεια τρακτέρ) και τέλος με τις θεριζοαλωνιστικές μηχανές. Στο χωριό υπήρχε νερόμυλος δίπλα στον Ερυθροπόταμο και εκεί οι κάτοικοι έκαναν το αλεύρι τους και τους γιαρμάδες (τροφή για τα ζώα). Σήμερα η γεωργία έχει αλλάξει μορφή. Μετά τους δύο μεγάλους αναδασμούς που έγιναν, σύγχρονα μηχανήματα χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια της γης και οι καλλιέργειες επίσης έχουν αλλάξει (βαμβάκι, ήλιος, τεύτλα, καλαμπόκια, πατάτες). Κτηνοτροφία: Παλαιότερα υπήρχαν πάρα πολλά ζώα στο χωριό. Σ'αυτό υπήρχαν και υπάρχουν μεγάλα και πλούσια βοσκοτόπια. Κάθε σπίτι είχε τις αγελάδες, τα βόδια, τα βουβάλια, τα πρόβατα, τα κατσίκια, τα γουρούνια, τις κότες. Σήμερα η κτηνοτροφία σχεδόν δεν υπάρχει. Αγελάδες έχουν μείνει ελάχιστες, το γαϊδούρι είναι είδος προς εξαφάνιση. Επίσης τα κοπάδια προβάτων και κατσικιών έμειναν ελάχιστα. Μεταξοσκώληκας: Για αρκετά χρόνια, οι κάτοικοι ασχολούνταν με τους μεταξοσκώληκες. Μόλις όμως ξεριζώθηκαν οι μουριές, από την κοιλάδα του Ερυθροποτάμου, έπαψε η δραστηριότητα αυτή. Τα ''κουκούλια'' τα μεγάλωναν μέσα στα χαϊάτια των σπιτιών και τα πουλούσαν στους εμπόρους στο Διδυμότειχο και στο Σουφλί. Έτσι είχαν ένα έσοδο για τα οικονομικά του σπιτιού. Αμπέλι: Το αμπέλι υπήρχε και υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι αμπελώνες βρίσκονται στην ΒΑ πλευρά του χωριού, σε πλαγιά και ομορφαίνουν την περιοχή. Το Αλεποχώρι φημίζεται για το κρασί και το τσίπουρό του. Αργαλειός: Κυρία σχόλια των γυναικών ήταν ο αργαλειός (βαμβάκι, μαλλί, λανάρισμα μαλλιού, γνέσιμο, ροδάνισμα, βάψιμο ,υφαντά). Ένα είδος υφαντών ήταν και η κουρελού και τα καραμιλωτά. Κυνήγι: Στο Αλεποχώρι υπάρχουν μεγάλοι κυνηγότοποι. Στα Βυζαντινά χρόνια ερχόταν αυτοκράτορες να κυνηγήσουν όταν επισκεπτόταν το Διδυμότειχο. Σήμερα υπάρχει αρκετό κυνήγι (λαγοί, αλεπούδες, λύκοι, αγριογούρουνα, ζαρκάδια, αγριόπαπιες και άλλα) και φημισμένοι κυνηγοί. Στο παλιό χωριό υπήρχε ''Αλμπαντό''. Ήταν το μέρος όπου ο ''Αλμπάντης'' , καθάριζε τα πέλματα των ποδιών των μεγάλων ζώων (βόδια, αγελάδες, άλογα) και τα καλύβωνε (τα τοποθετούσε πέταλα). Οι πρόσφυγες είχαν φέρει τις δικές τους τέχνες. Έκαναν ''κουπάνες'', ''σκαφίδια'', ''πινακωτές'' και διάφορα εργαλεία για το κάρο-αμάξι. Αργότερα εμφανίστηκαν οι σιδεράδες.

Η ζωή των κατοίκων του Αλεποχωρίου

Μελετώντας την Βυζαντινή Ιστορία βλέπουμε ότι ο τρόπος ζωής των κατοίκων του Αλεποχωρίου είναι σχεδόν ίδια με τον τρόπο ζωής των Βυζαντινών. Άλλωστε, αυτά είναι και μια ισχυρή αλήθεια, διότι το χωριό γεωγραφικά και ιστορικά υπήρξε την περίοδο αυτή. Ο χρόνος χωριζοταν σε δύο μεγάλες περιόδους. Από τις 23 Απριλίου, ημέρα του Αϊ Γιώργη μέχρι τις 26 Οκτωβρίου, ημέρα του Αϊ Δημήτρη. Ο πρώτος ήταν ο "καλοκαιρινός χρόνος" ενώ ο δεύτερος ο "χειμερινός χρόνος". Τον Αϊ Γιώργη οι χωριανοί έπιαναν αντί αμοιβής "ένα σνικ σιτάρι" για κάθε ζώο τον γελαδάρη. Αυτός όλο το διάστημα μάζευε τα μεγάλα ζώα του χωριού και τα βοσκούσε όλη μέρα, ενώ το βράδυ επέστρεφε στο χωριό και τα ζώα μόνα τους πήγαιναν το καθένα στα σπίτια τους. Την ίδια μέρα έπιαναν (συμφωνούσαν) τον "Ντουμουχτσή" (βοσκός γουρουνιών). Αυτός μάζευε όλα τα γουρούνια του χωριού και τα έβγαζε κάθε μέρα για βοσκή. Οι κάτοικοι όλη την καλοκαιρινή περίοδο, ασχολούνταν με δουλειές στα χωράφια (σπορά ανοιξιάτικων, μποστάνια, καλαμπόκια, βαμβάκια). Όλα τα χωράφια αντιλαλούσαν από τραγούδια και χαρές καθώς τη δουλειά την έκαναν πάντα με τραγούδι. Το σκάλισμα αργότερα, ο θερισμός, το αλώνισμα, το άχυρο ήταν από τις κυριότερες ασχολίες τους. Τις μέρες του Πάσχα και γενικά όλες τις γιορτές, εκκλησιάζονταν τακτικά. Φορούσαν τα γιορτινά τους και πολλοί αντάμωναν μετά από μεγάλο διάστημα στις εκκλησιές. Πάρ'όλη την κούραση τους, τα απογεύματα των μεγάλων εορτών, μαζεύονταν όλοι στην πλατεία του χωριού και χόρευαν και τραγουδούσαν ομαδικά. Εκεί ήταν συνήθως ο χώρος όπου γινόταν και οι γνωριμίες των νέων. Μεγάλη γιορτή θεωρούσαν το πανηγύρι, που παλαιότερα γιόρταζαν στις "2 Μαΐου", του Αγίου Αθανασίου. Αργότερα μετά το χτίσιμο της καινούργιας εκκλησιάς, το πανηγύρι γιορταζόταν και γιορτάζεται μέχρι και σήμερα στις ''23 Αυγούστου" (εννιάμερα της Παναγίας). Την παραμονή περίμεναν όλοι τους φίλους από τα διπλανά χωριά. Μαγείρευαν πάντοτε κρέας (κυρίως πρόβατο) και την άλλη μέρα στην πλατεία του χωριού, γλεντούσαν συνέχεια. Ψώνιζαν επίσης και από τους "πραματευάδες", που ερχόταν στο χωριό. Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, μεγάλο πανηγύρι γινόταν στα αμπέλια όπου γινόταν και ο "τρυγος". Δεν υπήρχε σπίτι που να μην είχε αμπέλι και να μην έκανε κρασί δικό του. Τον Αϊ Δημητρ, ξεκινάει η "χειμερινή περίοδο". Τα ζώα κλείνονταν στα σπίτια. Πλήρωναν τον γελαδάρη, τον Ντουμουχτσή και τους άλλους τσομπάνηδες, ενώ και εκείνη τη μέρα γλεντούσαν πολύ. Κάθε νοικοκυριό, του Αγίου Δημητρίου, έσφαζε έναν μεγάλο κόκορα. Από εκεί και πέρα άρχιζε η προετοιμασία του χειμώνα. Οι άντρες ασχολούνταν με το όργωμα, τη σπορά, το κόψιμο ξύλων για το τζάκι, ενώ οι γυναίκες έκαναν τις προετοιμασίες του χειμώνα (αργαλειός, τραχανάδες, ρουσνίτσια, μπλιγούρι, κουσκούσι, τουρσιά). Τη χειμερινή περίοδο μεγάλη αξία είχαν τα "νυχτέρια". Μαζεύονταν κάθε βράδυ σε κάποιο σπίτι και εκεί έκαναν διάφορες δουλειές (γνέσιμο, πλέξιμο, κέντημα, μαλλί), τραγουδούσαν και έλεγαν παραμύθια. Οι παραμυθάδες ήταν περιζήτητοι τόσο από τα παιδιά όσο και από τους μεγάλους. Οι γιορτές του δωδεκαημέρου, τα Χριστούγεννα, ήταν το σημαντικότερο γεγονός του χωριού. Υπήρχαν χοροί, διασκέδαση, επισκέψεις, αρραβώνες, γάμοι, γιατί αυτό το διάστημα δεν είχαν πολλές δουλειές. Στην κάθε ανάγκη κάποιου συγχωριανού τους, έτρεχαν όλοι και βοηθούσαν όσο μπορούσε ο καθένας. Η κοινωνία του χωριού ήταν ανδροκρατούμενη. Ο άντρας ήταν ο αρχηγός του σπιτιού και η γυναίκα πολλές φορές αν δεν έπεφτε σε καλά χέρια, περνούσε πολύ δύσκολα. Υπήρχε μεγάλος σεβασμός στον αφέντη (πεθερό) και την κυρά του. Το υπόλοιπο διάστημα του χειμώνα, περνούσε ευχάριστα και οι μεγάλες γιορτές μετά συνεχίζονταν τις Απόκριες. Σ'όλα τα σπίτια υπήρχε πέτρα που έγραφε το όνομα του νοικοκύρη και την ημερομηνία κτισίματος του σπιτιού, χαρακτηριστικό γνώρισμα των Βυζαντινών. Πίστευαν πολύ στους θρύλους, τις παραδόσεις, ήθη, έθιμα, δοξασίες, προλήψεις, φαντάσματα, κομπογιαννίτες. Όταν τους έπιανε αρρώστια έπρεπε να τους περάσουν από "ξένο τοπράκ" (ξένο χωράφι). Τα μικρά παιδιά για να μην κλαίνε τα περνούσε από "σφινες". Υπήρχε κάποιος στο χωριό που γιάτρευε το "σαραλίκ" (κιτρινάδα). Έκοβε το κάτω μέρος της γλώσσας και δεν άφηνε τον ασθενή να κοιμηθεί για τρεις μέρες. Πίστευαν πολύ στο "στιό" (φάντασμα). Λένε οι παραδόσεις ότι στο πηγάδι που ήταν κοντά στην αποθήκη έβγαινε η "σκρόφα με τα γκουτσινούδιά". Σε ένα καραγάτσι, στη θέση "γιαλαδαρκή", εμφανίζονταν αργά τη νύχτα το "στιό". Πήγαιναν σε κάποιες γριές για "γίτεμα" - "να τους γυρίσει από το φόβο". Πίστευαν στους "ουραμάδες", ότι δηλαδή κατούρησαν στο μέρος του διαβόλου και έπρεπε να γιατρευτούν. Τα γιατροσόφια και τα βότανα, αντικαθιστούσαν τους γιατρούς που δεν υπήρχαν.

Κατηγορίες κατοικιών του χωριού

Το κύριο χαρακτηριστικό της κατοικίας του Αλεποχωρίου είναι το ''διώροφο πέτρινο'' σπίτι . Αν δούμε τις κατοικίες του χωριού που υπάρχουν μέχρι σήμερα θα τις χωρίσουμε σε τέσσερις κατηγορίες:

= Το παλιό πέτρινο σπίτι

=

Διώροφο σπίτι χτισμένο με πέτρα από τα λατομεία των Μεταξάδων. Στο κάτω μέρος του σπιτιού υπήρχε ένας μικρός διάδρομος, ένα δωμάτιο δίπλα στο οποίο υπήρχε το ''αμπάρι'' (αποθήκη) και στην απέναντι πλευρά το ''αχούρι''. Η εσωτερική σκάλα οδηγούσε στον πάνω όροφο όπου υπήρχε το ''χαϊάτι'' (μεγάλο σαλόνι) άλλα δύο δωμάτια και στο πίσω μέρος υπήρχε η "σαμαλούκα" (αχυρώνας). Τα σπίτια αυτά χτιζόταν από μαστόρους του χωριού που πελεκουσαν την πέτρα. Η κάθε πέτρα κολλούσε στην άλλη με τη λάσπη (χώμα και άχυρο). Ενδιάμεσα στις πέτρες τοποθετούσαν χοντρά ξύλα για να δέσει το σπίτι και νά είναι αντισεισμικό. Το δάπεδο του επάνω ορόφου ήταν ξύλινο. Τα παράθυρα, πόρτες όλα ξύλινα, με ξύλο βελανιδιάς από το δάσος του χωριού. Για την κατασκευή εκτός από τους μαστόρους βοηθούσε σχεδόν όλο το χωριό. Στα θεμέλια σφαζόταν πάντα ένας κόκορας και όταν έφταναν στη σκέπη, ο πρωτομάστορας έκανε ένα στεφάνι από λουλούδια και για όλους όσους έφερναν ένα δώρο φώναζε μια ευχή. Οι Εσωτερικοί χώροι ήταν έτσι διαμορφωμένοι ώστε εξυπηρετούσαν όλες τις ανάγκες (ύπνο, αποθήκη, κουκουλια, ζώα, αρραβώνες, γάμους). Το προσφυγικό σπίτι Το 1922 μετά την Μικρασιατική καταστροφή, οι πρόσφυγες που ήρθαν στο χωριό, έχτισαν τη δική τους γειτονιά με την δική τους αρχιτεκτονική. Τα σπίτια τους ήταν μικρότερα και χτισμένα με το ''κιρπίτσι'' (λάσπη με άχυρο, ξεραμένα στον ήλιο και γινόταν σαν πέτρα). Από έξω ήταν αλειμμένα με λάσπη (χώμα, κοπριά) για να μην παθαίνουν διάβρωση από τη βροχή. Το καινούργιο σπίτι Μετά το 1950 τα σπίτια χτιζόταν με την ίδια αρχιτεκτονική με τα παλιά, αλλά με καλύτερη διαρρύθμιση και αντί για ξύλα στο εσωτερικό του τοίχου χρησιμοποιούνταν τσιμέντο. Τέτοια σπίτια σώζονται αρκετά στο χωριό σήμερα και δίνουν μια ξεχωριστή ομορφιά. Το σύγχρονο σπίτι Τα τελευταία χρόνια, τα σπίτια που χτίζονται είναι από τούβλα με μοντέρνα σχέδια και με όλες τις ανέσεις. Κάθε κατοικία ήταν χτισμένη σε μεγάλο οικόπεδο. Το οικόπεδο πολύ παλιά ήταν φραγμένο με "τσαλιά" ή "πλεγμένα γάβρα". Στην αυλή υπήρχε ο "φούρνος" που ήθελε αρκετή δουλειά και τέχνη για να χτιστεί. Έξω στην αυλή υπήρχε το αποχωρητήριο, φτιαγμένο με ξύλα. Σε μια άκρη υπήρχαν τα ξύλα για το χειμώνα και το καλοκαίρι. Στην αυλή υπήρχε επίσης το ''κμάσι'' (χώρος για το γουρούνι). Αν υπήρχαν πρόβατα ή κατσίκια υπήρχε το "μαντρί-σαϊάς" .Τα ζώα που υπήρχαν στο στάβλο, ήταν τα βόδια για όργωμα, οι αγελάδες, τα βουβάλια, τα γαϊδούρια και στην αυλή τριγύριζαν το σκυλί, η γάτα, οι κότες, οι πάπιες, τα μικρά γουρουνάκια.

Γύρω από το χωριό

= Παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής

=

Το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής απέχει λιγότερο από 1 χλμ. aπό τα τελευταία σπίτια της ανατολικής πλευράς του χωριού. Χτίστηκε το 1954 ως ένα πολύ μικρό παρεκκλήσι (όπου μόνο ένα άτομο μπορούσε να χωρέσει) και στη συνέχεια επεκτάθηκε 2 φορές. Οι άνθρωποι πηγαίνουν εκεί για μπάρμπεκιου, για πικνίκ ή για να χαλαρώσουν κάτω από την σκιά των δέντρων και τον ήχο μιας πηγής νερού.

= Το παλιό φυλάκιο (Ελληνικό φυλάκιο 48)

= Το παλιό φυλάκιο του χωριού χτίστηκε πιθανώς γύρω στη δεκαετία του '60. Βρίσκεται λίγα μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένο και δεν λειτουργεί.

= Ποταμός Ερυθροπόταμος

= Ο ποταμός του Ερυθροπόταμου βρίσκεται περίπου 1 χλμ. Από το νότιο άκρο του χωριού. Η πηγή του ποταμού βρίσκεται στα ανατολικά Όρη της Ροδόπης και καταλήγει στον ποταμό Έβρο. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα είναι επικίνδυνο λόγω των πολύ υψηλών επιπέδων νερού και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού είναι συνήθως ξηρό.

= Μικροφράγμα Αλεποχωρίου

= Το μικροφράγμα του χωριού βρίσκεται περίπου 4 χλμ δυτικά από το χωριό. Είναι ένα φράγμα που προστατεύει τη γύρω περιοχή από πλημμύρες. Χρησιμοποιείται και για ψάρεμα από τους ντόπιους. Απαγορεύεται η κολύμπηση και είναι πολύ επικίνδυνο λόγω της άμμου κάτω από το νερό και των πιθανών φιδιών.

Απογραφές Πληθυσμού

Ο πληθυσμός αυξήθηκε ραγδαία έως το 1940. Την δεκαετία του 1940 λόγω του πολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου πολέμου μειώθηκε. Υπήρξε αύξηση την δεκαετία του 1950 έως την δεκαετία του 1960 όπου ξεκίνησε να μειώνεται δραματικά αλλά με αργούς ρυθμούς από την δεκαετία του 1960 και μετά. Το 2020 πιστεύεται πως ο πληθυσμός του χωριού μάλλον ήταν γύρω στους 100 με 120 κατοίκους.

Φωτογραφίες του χωριού και της ευρύτερης περιοχής

Παραπομπές

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!