Πληροφορίες
Για συνώνυμους οικισμούς στην Ελλάδα δείτε το λήμμα: Αγία Παρασκευή (αποσαφήνιση) Η Αγία Παρασκευή (πρώην Ξυλότρο και Ξυλότρος) είναι πεδινό χωριό του Δήμου Βισαλτίας στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών της Μακεδονίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει πληθυσμό 557 κατοίκων.
Γεωγραφία
Η Αγία Παρασκευή είναι κτισμένη με υψόμετρο 20 μέτρων προς τα δυτικά όρια με την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης , στα νότια του ποταμού Στρυμόνα. Είναι κτισμένη στον κάμπο των Σερρών, ανάμεσα στα χωριά Τερπνή (ΝΑ.), Νικόκλεια (ΝΔ.) και Σησαμία (Δ.-ΒΔ.). Απέχει 6 χλμ. βορειοδυτικά της Νιγρίτας και 24 χλμ. (οδικά μέσω Λυγαριάς) νοτιοδυτικά της πόλης των Σερρών.
Γενικά και ιστορικά στοιχεία
Το 1900, σύμφωνα με υπολογισμούς του Βούλγαρου συγγραφέα και επιθεωρητή σχολείων Βασίλ Καντσόφ, στο χωριό ζούσαν 460 κάτοικοι, εκ των οποίων οι 260 ήταν Έλληνες και οι υπόλοιποι Κιρκάσιοι μουσουλμάνοι. Κατά την περίοδο του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου απελευθερώθηκε από τις ελληνικές δυνάμεις, ωστόσο τον Φεβρουάριο του 1913, κατά τη διάρκεια ένοπλων συνοριακών επεισοδίων μεταξύ των - ακόμη συμμαχικών - στρατιωτικών δυνάμεων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, πέρασε υπό βουλγαρικό έλεγχο. Μετά το ξέσπασμα του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου και την ήττα της Βουλγαρίας, επικυρώθηκε μαζί με την υπόλοιπη περιοχή της Νιγρίτας στο ελληνικό κράτος βάσει της συνθήκης του Βουκουρεστίου. Η πρώτη ελληνική απογραφή που διενεργήθηκε το 1913 στα νέα εδάφη κατέγραψε στο χωριό πληθυσμό 358 κατοίκων (186 άνδρες και 172 γυναίκες). Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την επακόλουθη ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία εγκαταστάθηκαν στον οικισμό πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Κατά το τελευταίο διάστημα της Κατοχής, συμπεριλήφθηκε στα χωριά δυτικά της Νιγρίτας που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο τοπικής δοσιλογικής πολιτοφυλακής, η οποία διαλύθηκε από τον ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Το 1950 το χωριό μετονομάστηκε σε Αγία Παρασκευή. Διοικητικά αναφέρεται το 1913 ως τμήμα της υποδιοίκησης Νιγρίτης, ενώ με βάση το ΦΕΚ 2Α - 04/01/1920 προσαρτήθηκε στην τότε κοινότητα Αβδαμάλ (Σησαμίας) του νομού Σερρών και μερικά χρόνια αργότερα (1924) ορίστηκε ως έδρα κοινότητας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής που οδήγησε στη διαίρεση του νομού Σερρών ανάμεσα σε γερμανικά και βουλγαρικά κατεχόμενα εδάφη, υπήχθη πρώτα στον νομό Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια στον νομό Στρυμώνος. Από την Απελευθέρωση μέχρι και το 1997 ανήκε στην επαρχία Βισαλτίας του νομού Σερρών. Βάσει του Σχεδίου «Καποδίστριας» υπήχθη στον νεοσύστατο δήμο Βισαλτίας, ενώ από το 2011, σύμφωνα με το σχέδιο Καλλικράτης αποτελεί τοπική κοινότητα της δημοτικής ενότητας Βισαλτίας του ομώνυμου δήμου.